Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Η Ιστορία και η Παρουσία των Βλάχων στην Αλβανία.



Του Αχιλλέα Γ. Λαζάρου

Μιά από τις σημαντικές πληθυσμιακές ομάδες που συγκροτούν την σύγχρονη Αλβανική κοινωνία είναι οι Βλάχοι. 
Στην Αλβανία αποκαλούνται Κουτσόβλαχοι, Βλάχοι (Vllah) Τσοπάνοι (Ciobanb), Γκόγκοι (Gog). Με εξαίρεση τους Μεγλενο-Βλάχους. των οποίων η πλει­ονότητα είναι πλέον εκτός και μακράν των Μογλενών, της Αλμωπίας, και τους Ιστριο-Βλάχους. που σκωπτικά ονομάζονται Cici ή Cirebiri, όλοι οι άλλοι με το κοινό όνο­μα ΚουτσόΒλαχοι, αυτοαποκαλούνται Αρμάνοι.
Ο όρος παράγεται από τη λέξη Ρωμάνος (Romanus) και το πα­νάρχαια ελληνικό προθετικό a-, που προτάσσεται του συμφώνου ρ προς διευκόλυνση της προφοράς. Στην Αλ­βανία οι Βλάχοι αντί του προθετικού α- χρησιμοποιούν διπλό ρ, προφέροντας αυτό παχύτερα και μακρότερα, οπότε σχηματίζεται ο όρος με τη μορφή Rremer. που αντιστοιχεί στον ελληνικό Ρωμαίοι. Έως δε το διάταγμα του Καρακάλλα (212 μ.Χ.) με αυτόν τιτλοφορούνται μό­νον όσοι απολαύουν του δικαιώματος του Ρωμαίου πο­λίτου, οι μετέπειτα Βλάχοι.

Στον όρο Ρωμάνος ενυπάρχει η αρχική πολιτική έννοια και η ιδιότητα του λατινοφώνου, αλλά κατ’ αποκλειστι­κότητα στο χώρο, που παραμένει εντός της επικράτειας του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, του Imprerium Romanum, που δηλώνεται με τον όρο Ρωμανία. «Ότι ο λαός – γράφει ο καθηγητής Κουρούσης – της λεγομένης Ρωμανίας δεν είναι Ρωμαίοι την φυλήν, αλλά Ελληνες φαίνεται ότι ήτο κοινή συνείδησις και κατά τους προ της επί Μακεδόνων βασιλέων αναγεννήσεως των Γραμμά­των. ως προκύπτει και εκ των ανωτέρω μαρτυριών και εκ του εξής χωρίου λαϊκωτέρου κειμένου, της Αποκαλύψε- ως του ψευδο-Μεθοδίου Πατάρων (7ος αι.), όπου περί των αναμενομένων άλλως εσχάτων της Κωνσταντινου­πόλεως λέγεται: «… επαναστατήσεται επ’ αυτούς (sc. τους Ισμαηλίτας κατά την άλωσιν της πόλεως) βασιλεύς Ελλήνων, ήτοι Ρωμαίων, μετά μεγάλου θυμού…».
Πέραν του λογίου τύπου Ρωμανία κυκλοφορούνται και δημώδεις με αξιόλογες φωνητικές μεταβολές. Στο Χρονικόν του Γαλαξειδίου σημειώνεται: «ούλη την Ελλάδα, που την ελέγασι Ρουμανία»! Αυτής συνέχεια είναι η Ρού­μελη των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Αλλά απ’ άλλες πη­γές ο διάσημος βυζαντινολόγος Βασίλιεφ αρύεται τύπον εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Συγκεκριμένα αποκαλύπτει ότι οι Ελληνες ονομάζουν τη χώρα τους Armania: «… Les Grecs appellent leur pays Armania (Romania)…». Η ανυ­πολόγιστη πράγματι αξία της περικοπής έγκειται στη σύ­μπτωση, κατά την οποία οι Κουτσόβλαχοι των βαλκανι­κών χωρών αυτοαποκαλούνται Αρμάνοι, οπότε σημαίνει ότι είναι οι Ελληνες της Αρμονίας. Η δε καίρια σπουδαι- ότητά της συνάγεται και από την απόλυτη παρασιώπη- σή της από τους Ρουμάνους, οι οποίοι αποκλείεται να μην έχουν διαβάσει το σχετικό δημοσίευμα του Ρώσου συγγραφέα ή, τουλάχιστον, την επαναδημοσίευση από τον Ελληνα ακαδημαϊκό και καθηγητή του Πανεπιστημί­ου Αθηνών Διονύσιο Ζακυθηνό.

ΕΚΛΑΤΙΝΙΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ
Οσοι τυχόν διατηρούν ακόμα κάποια επιφύλαξη για εκλατίνιση Ελλήνων μπορούν να ενημερωθούν εγκυρότατα από αυτόπτη μάρτυρα και άριστο γνώστη των συμβαι­νόντων στο ανατολικό ρωμαϊκό κράτος, αξιωματούχο, πολιτικό και συγγραφέα (5ου-6ου αι.), τον χρονογράφο Ιωάννη Λυδό. Μάλιστα, επειδή αναφέρεται στη Βαλκα­νική. η οποία τότε φέρει το παλαιότατο πραγματικό όνο­μα Ευρώπη, πέραν της μαρτυρίας για ύπαρξη Ελλήνων χρηστών της ιταλικής (προφ. λατινικής) γλώσσας φωτί­ζει και δημογραφικά την κατάσταση του Ελληνισμού στον ευαίσθητο βαλκανικό χώρο: «Νόμος αρχαίος ήν πάντα μεν τα οπωσούν πραττόμενα παρά τοις επάρχοις. τάχα δε και ταις άλλαις των αρχών, τοις Ιταλών εκφωνείσθαι ρήμασιν… τα δε περί την Ευρώπην (δηλαδή Βαλκανική, Χερσόνησο του Αίμου) πραττόμενα πάντα την αρχαιό­τητα διεφύλαξεν εξ ανάγκης, διό το τους αυτής οικήτορας καίπερ Έλληνας εκ του πλείονος όντας, τη των Ιτα­λών φθέγγεσθαι φωνή και μάλιστα τους δημοσιεύοντας». Σαφέστατα ο Βυζαντινός συγγραφέας ομιλεί για Ελλη­νες, που χρησιμοποιούν τη γλώσσα των Ιταλών, τη λατι­νική, δηλαδή για Ελληνοβλάχους, αφού το δεύτερο συν­θετικό σημαίνει λατινόφωνος. και προσθέτει ότι οι εκλατινισμένοι Ελληνες, οι Βλάχοι, οι Αρμάνοι. υπερτερουν κιόλας στη Βαλκανική, «διά το τους αυτής οικήτορας καί­περ Ελληνας εκ του πλείονος όντας, τη των Ιταλών φθέγ­γεσθαι φωνή»».

Η ύπαρξη Ελλήνων – εκτός των ιστορικών συνόρων του συμπαγούς ελληνικού κόσμου – εγκατεστημένων μόνι­μο ή κατά χρονικά διαστήματα εμπορευομένων διά­σπαρτα σε ολόκληρη τη Ν.Α. Ευρώπη πιστοποιείται από το άφθονο και πολύτιμο επιγραφικό υλικό. Αρκεί επι­γραμματική αναφορά στην εμπεριστατωμένη μελέτη των ευρημάτων στο χώρο της σημερινής Βουλγαρίας από τον ακαδημαϊκό και καθηγητή του πανεπιστημίου της Σόφιας G. Mihailov, ο οποίος δεν περιορίζεται στην αρχαιολο­γική αποτίμηση, αλλά προχωρεί και στη γλωσσολογική κατάταξη και αξιολόγηση. Ομολογουμένως δε πολυσχιδέστερο είναι το έργο Ρουμάνων ιστορικών, αρχαιολό­γων και γλωσσολόγων, των οποίων ενδεικτικά μνημο­νεύονται τα ονόματα Parvan, Lambrino, Pippidi, Berciu, Stati. Χαρακτηριστικά ο πρώτος σε δημοσίευμα για την ελληνική και ελληνιστική διείσδυση στην κοιλάδα του Δουνάβεως αποκαλεί τον μεγάλο ποταμό «ελληνικό» λό­γω του πλήθους Ελλήνων, που κινούνται στην υδάτινη λεωφόρο ασκώντας διαμετακομιστικό εμπόριο, συνάμα δε διαδίδοντας τον ελληνικό πολιτισμό. Η κίνηση Ελλή­νων στον Δούναβη τονώνεται κατά τους ρωμαϊκούς χρό­νους, προ και μετά την κατάκτηση της Δακίας από τους Ρωμαίους. Εκτός της εμπορικής, ναυτιλιακής, οικονομι­κής, καλλιτεχνικής, πνευματικής, επιστημονικής δρα­στηριότητας οι Ελληνες διακρίνονται και στη διοίκηση, δημόσιες σχέσεις, διπλωματία, δεξιότητες, τις οποίες επιζητούν τόσο οι ηγέτες των Δάκων όσο και οι Ρωμαί­οι. Εύγλωττο παράδειγμα για την πρώτη περίπτωση απο­τελεί ο Ακορνίων από τη Διονυσόπολη (σημ. Balcic της Βουλγαρίας), ο οποίος ως ««υπουργός Εξωτερικών»» της Δακίας επί Βυρεβίστα διαπραγματεύεται συνεργασία του βασιλιά των Δακών με τον Πομπήιο, η δε συνάντηση ορί­ζεται στην Ηράκλεια Λυγκηστίδα της Μακεδονίας! Ρωμαίοι πολίτες ελληνικής καταγωγής, γνώστες της λα­τινικής, κατ* ακολουθίαν δε Ελληνόβλαχοι. υπάρχουν στον Δούναβη έναν αιώνα και μισό προ της ρωμαϊκής κα­τακτήσεως της Δακίας. Μάλιστα σταδιοδρομούν σε όλους τους τομείς, όπως άλλοτε ενωρίτερα, ενδεχομένως δε και καλύτερα σε κλάδους εξειδικευμένους. Για τον ιδιά­ζοντα εκρωμαϊσμό τους ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου D.M. Pippidi με βά­ση τις επιγραφικές πηγές μας πληροφορεί ότι στα ηγε­τικά στρώματα συντελείται κατά το πλείστον απότομα και ανεπαίσθητα ως προς τον τρόπο ζωής και τις ελληνικές παραδόσεις. 

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΡΟΥΜΑΝΟΥΣ, ΑΛΒΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΥΣ 

Χαρακτηριστική είναι η σκιαγράφηση των Βλάχων της Αλβανίας, συγκεκριμένα του Ελβασάν. από τον καθη­γητή του πανεπιστημίου της Σορβόννης Victor Berard, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα: «..Η βλάχικη συνοικία του Ελβασάν. όπως και η άλλη του Πεκίνι, σημειώνει και αυτή έναν σταθμό στο μεγάλο εμπορικό δρόμο των Βλάχων από την Πίνδο στο Δυρράχιο. Οι Βλάχοι αυτοί έχουν τη δική τους εκκλησία, τη δική τους γλώσσα και τα δικά τους σχολεία… Και στα δυο τους σχολεία, αρ­ρένων και θηλέων, η διδασκαλία γίνεται στα Ελληνι­κά… Ελληνικός ο κλήρος τους. ελληνική και η λει­τουργία. Οι ίδιοι μιλάνε Βλάχικα στη συνοικία τους και Ελληνικά στο παζάρι… Και αυτοί επίσης στέλνουν σπουδαστές στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Κοντολο­γίς έχουν ελληνική συνείδηση και δηλώνουν Ελλη­νες…».

Θαυμαστότερη και τολμηρότερη αντίσταση στις πιέ­σεις Ρουμάνων – Αλβανών – Τούρκων για απάρνηση του εθνισμού τους. του Ελληνισμού, από εκείνη των Βλάχων των Τιράνων σπανίζει. Σύμψωνα με τα πορί­σματα αρχειακών ερευνών της καθηγήτριας του Πα­νεπιστημίου Ιωαννίνων Ελευθερίας Νικολαϊδου, το 1905. παραμονές της διαβόητης Απογραφής, «Οι βλαχόφωνοι των Τιράνων, πιστοί στην ελληνική ιδέα. με σθένος απάντησαν ότι τίποτε το κοινό δεν συνέδεε τη Ρουμανία μ’ αυτούς, οίτινες στερρώς εχόμενοι των πα­τρώων. δεν θα επιτρέψωσι σκάνδαλα και ζιζάνια και ότι σι υποσχέσεις αυτού (του Ρουμάνου Μπουριλεάνου) περι ιδρύσεως σχολής με πολλάς γλώσσας, και Εκκλησίας μεγαλοπρεπούς και προστασίας ισχυρός υπό την αιγίδα της Ρουμανίας, σκοπούσης, ως είπε, να συστήση και Προξενείον εν Δυρραχίω. δεν δύνα­νται να μειώσωσι την απεριόριστον αγάπην των προς την Ελλάδα. Πρόσθεσαν επίσης πως κόθε απόπειρα δελεασμού τους με χρήματα ή άλλα μέσα θα ναυα­γούσε, όπως είχε γίνει στο παρελθόν. Ακόμη και αυτή η βία αν χρησιμοποιόταν από τους Βέηδες της περιο­χής, όπως είχε γίνει πριν πέντε χρόνια, ύστερα από συμφωνία των βέηδων με τη ρουμανική κυβέρνηση, δεν θα απέδιδε»».

Αντίθετα θέμα συνδέσεως ή οποιασδήποτε μορφής σχέσεως με την Ελλάδα δεν τίθεται. Διότι απλούστατα οι Βλάχοι της Αλβανίας αποτελούν τμήμα ελληνικό, αδιάσπαστο, αδιαίρετο, αδιάκριτο σε τέτοιο Βαθμό, ώστε ο Γάλλος ιστορικός και δημοσιογράφος, πολε­μικός ανταποκριτής της παρισινής εφημερίδας «Χρό­νος» (Temps) κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέ­μων, Rene Ruaux, διασχίζοντας την ενιαία τότε Ήπει­ρο από Βορρά προς νότο με συνοδό μάλιστα Βλάχο, μόλις στο Μέτσοβο, όπως ο ίδιος αφηγείται, αισθάνε­ται την ύπαρξη Βλάχων: «Η πόλη προσέφερε στην περιέργειά μου πρόσθετο ενδιαφέρον. Εδώ θα συνα­ντούσα επιτέλους τους ονομαστούς Κουτσοβλάχους, των οποίων είχα αναζητήσει τα ίχνη σε όλη την ηπειρώτικη ακτη. όπου δεν ξέρω ποιος με είχε διαβε­βαιώσει για την παρουσία τους. Ο πρώτος ΚουτσόΒλαχος. που συνάντησα, δεν ήταν άλ­λος από τον ίδιο τον Κώστα, το Λεβέντη, ο οποίος κατά το πέρασμά μας από το Βουτονόσι, επειδή οι χωρικοί στην απέναντι μεριά πυροβολούσαν προς τιμήν μας, δανείσθηκε το όπλο του συνοδού χωροφύλακα και άδει­ασε στον αέρα όλα τα φυσέκια του καταστήματος φω­νάζοντας «ζήτω η Ελλάδα»». Με εξαίρεση το ελληνο- Βλαχικό ιδίωμά του, δεν θα μπορούσα να πω ότι ήταν διαφορετικός από τους άλλους Ηπειρώτες συντρόφους του»>. Παραθέτει δε και την επιγραμματική φράση: ««Πραγματικά, δεν μπορούσα να διακρίνω Ελληνες και Κουτσοβλάχους».

Εξίσου Έλληνες εκλαμβάνουν τους Βλάχους της Αλ­βανίας και Ιταλοί διάσημοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι υποτάσσονται στα σκόπιμα κελεύσματα των εκάστο­τε ιθυνόντων την ιταλική εξωτερική πολιτική. Αναμ­φίβολα ο Canini γράφοντας για την υπεροχή του Ελ­ληνισμού και στις βορειότερες περιοχές, περί το Δυρ­ράχιο. το 1879, δεν διακρίνει τους Βλάχους, τους οποί­ους ο Berard με τα ειδικά εθνολογικά ενδιαφέροντά του, μία σχεδόν δεκαετία μετέπειτα, επισημαίνει, αλ­λά συνάμα σκιαγραφεί ως Ελληνες. Τρεις δε δεκαε­τίες περίπου μετα τον Canini ο άλλος άξιος εκπρό­σωπος της τετάρτης εξουσίας, του Τύπου, στην Ιτα­λία, ο Luc. Magrini δεν καταχωρίζει στα δημοσιεύμα­τα απόψεις για διαφορετικό λαό, Βλάχικο, παρά μό­νον ελληνικό, του οποίου μέρος είναι οι Βλάχοι. Ομως με σπάνια ευτολμία και ελευθεροφροσύνη καταγγέλ­λει την πολιτική ηγεσία της πατρίδας του, επειδή κα­τά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου μηχανεύεται τον διαμελισμό της Ηπείρου και την παραχώρηση του βο­ρείου τμήματος σε κράτος πραξικοπηματικά ιδρυό­μενο και εσπευσμένα αναγνωριζόμενο μολονότι το 1913 ο Ελληνισμός έχει θυσιάσει αληθινά προπύργιά του, Μοναστήρι, Κρούσοβο κ.ά., όπου οι Βλάχοι σύμ­φωνα με την Απογραφή του 1948 ανέρχονται σε 102.947!

Οι Βλάχοι της Αλβανίας αριθμητικά κυμαίνονται μεταξύ 10.000 και 300.000. Οι στατιστικές διακυμάνσεις σημει­ώνονται. όπως και στην περίπτωση εξακριβώσεως του συνολικού αριθμού των Βλάχων της Βαλκανικής. Ενδει­κτικά ερανίσματα με αφετηρία το ελάχιστο προς το μέ­γιστο επιτρέπουν σύλληψη μιας γενικής ιδέας του προβλήματος:

10.000             Απογραφή             1961 
51.000             Πανδώρα               1868 
60.000            Α. Tamas                1938 
65.000            C.Tagliavini            1964 
100.000          Α. Wirt                    1926 
100.000          C. Papanace          1968 
200.000          I. Caragiani             1868 
200.000         Al. Rubin                  1913 
200.000         Εστία                        1992 
250.000         Μιχ. Τρίτος               1992 
300.000         Αλ. Καλέσης            1992 

Οπωσδήποτε περιπλέκονται οι εκτιμήσεις, εφ’ όσον, σύμ­φωνα με μνεία του Rubin, μόνον οι Φρασεριώτες υπο­λογίζονται ήδη από τον Caragiani, στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, σε 200.000! Αρα, ο γενικός αριθμός των Βλά­χων της Αλβανίας κατ’ ανάγκη επαυξάνεται πράγματι ση­μαντικά.

Για τις εγκαταστάσεις των Βλάχων στην Αλβανία ο πλη­ρέστερος κατάλογος ανήκει στον Rubin, κατά τον οποίο οι Βλάχοι Αλβανίας είναι πολυάριθμοι. Κατέχουν τα πα­ράλια της Αδριατικής από την Αυλώνα έως το Σκούταρι, στο δε εσωτερικό έως το Βεράτι και το Ελβασάν και στο νότο έως την Πρεμετή. Κατονομάζει τις πολυανθρωπότερες πόλεις, στις οποίες κατοικούν και Βλάχοι: Βεράτι με αριθμό Βλάχων 120.000. Τίρανα 5.000. ΚαΒάγια 2.000, Αυλώνα 1.200. Δυρράχιο 1.500. Φοέρι ή Φέρικα 4.000. Προσθέτει συνάμα ότι ο αριθμός των Βλαχοχωριών της Αλβανίας ανέρχεται σε 200 και περισσό­τερα.

*Ρωμανιστής–Βαλκανολόγος, Δρ Ex-Charge de cours a la Sorbonne (Paris IV), τ. επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών.

Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από την μελέτη του Συγγραφέως με τίτλο “Καταγωγή και Επίτιμη Ιστορία των Βλάχων της Αλβανίας” και δημοσιεύτηκε στις 13 Φεβρ. 1997 από τον Οικ. Ταχυδρόμο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.