Σάββατο 12 Μαΐου 2018

Ο παροικιακός Ελληνισμός της Αιγύπτου και η προσφορά του στο γένος


Ἰωάννου Σ. Φουρτούνα
καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Al Azhar Καΐρου


Ἀπό ὅλες τίς παροικίες τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ, ἡ ἑλληνική παροικία τῆς Αἰγύπτου εἶναι ἡ ἀρχαιώτερη καί ἡ πλέον σημαντική τόσο γιά τό μέγεθος τῶν εὐεργεσιῶν της πρός τό νεοσύστατο κράτος, ὅσον καί γιά τήν ἀνεπανάληπτη προσφορά της πρός τήν ἴδια τήν Αἴγυπτο, ἀλλά καί γιά τά θαυμαστά ἐπιτεύγματά της στόν κόσμο τοῦ ἐμπορίου καί τῆς βιομηχανίας, τό ἀνώτερο κοινωνικό καί πνευματικό ἐπίπεδο, ὡς καί τήν πρωτοπορία της σέ πολλούς τομεῖς τοῦ δημοσίου βίου τῆς χώρας, μέ ἀποτέλεσμα οἱ «Αἰγυπτιῶτες» νά ἀποτελοῦν αὐτοδικαίως μοναδικό φαινόμενο μεταξύ τῶν Ἑλλήνων τῆς Διασπορᾶς.

Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Μωχάμεντ Ἄλι καί ἡ προσπάθειά του στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. νά κτίση ἕνα σύγχρονο κράτος, παράλληλα μέ τήν φιλία του μέ τόν Γ. Ἀβέρωφ καί τήν συμπάθειά του πρός τούς Ἕλληνες, λόγῳ τῆς ἑλληνικῆς καταγωγῆς τῆς μητέρας του καί τῆς προελεύσεώς του ἀπό τήν Καβάλα, ἀνοίγει τίς πύλες τῆς Αἰγύπτου γιά τίς χιλιάδες τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν πού ἔρχονται λόγῳ τῶν ἀσταθῶν συνθηκῶν, τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων καί τῶν διωγμῶν καί τῆς ἐξ αἰτίας αὐτῶν οἰκονομικῆς δυσπραγίας καί ἐγκαθίστανται στίς μεγαλύτερες πόλεις τῆς Αἰγύπτου.

Πράγματι ἀμέσως μετά τήν ἑλληνική ἐπανάσταση ἀρχίζει ἕνα μεταναστευτικό κῦμα πού διογκώνεται συνεχῶς πρός τήν Αἴγυπτο καί, συγκεκριμένα πρός τήν Ἀλεξάνδρεια, καθώς αὐτή ἀποτελεῖ τό κεντρικό λιμάνι τῆς χώρας καί τήν πύλη εἰσόδου πρός τήν ἀχανῆ ἐνδοχώρα καί τά πλούτη της. Τό λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρείας, ἕνα ἀπό τά σημαντικώτερα λιμάνια τῆς Μεσογείου, ὑποδέχεται μέσα στήν κοσμοπολίτικη κοινωνία του τά ἀλλεπάλληλα κύματα τῶν μεταναστῶν καί τά προωθεῖ πρός τό Κάϊρο καί τίς πόλεις τοῦ ἐσωτερικοῦ. Οἱ Ἕλληνες πού παραμένουν στήν πόλη ὀργανώνονται γύρω ἀπό τό Ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο καί οἱ πλέον εὐκατάστατοι δραστηριοποιοῦνται γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν ἀναγκῶν τῶν πρώτων Παροίκων.

Ἔτσι ἡ οἰκογένεια Τοσίτσα φροντίζει νά χτιστῆ στά 1830 τό πρῶτο ἑλληνικό Νοσοκομεῖο, τό «Νοσοκομεῖο τῶν Γραικῶν», ἐνῶ λίγα χρόνια ἀργότερα κτίζεται ἕνα καινούργιο καί πολύ σπουδαῖο Νοσοκομεῖο ὁ «Ἅγιος Σωφρόνιος» πού ἐκτός ἀπό τήν γενική ἀναγνώριση τῶν ὑψηλῶν προδιαγραφῶν του προσφέρει καί στήν ἰατρική ἐπιστήμη, καθώς σ᾿ αὐτό τό σπουδαῖο νοσοκομεῖο ὁ ἐκεῖ ἐργαζόμενος Γερμανός ἰατρός R. Koch μέ τήν βοήθεια καί τῶν Ἑλλήνων ἰατρῶν κ. Καρτούλη καί κ. Βαλασοπούλου, ἀνακάλυψε τό βακτήριο τῆς χολέρας κατά τήν ἐπιδημία πού ξέσπασε στά 1883, γεγονός πού βοήθησε στήν παρασκευή τοῦ σχετικοῦ ἐμβολίου κατά τῆς ἀσθενείας. Ὁ «Ἅγιος Σωφρόνιος» εἶναι τό νοσοκομεῖο στό ὁποῖο νοσηλεύτηκε καί ἄφησε τήν τελευταία του πνοή ὁ ποιητής Κωνσταντῖνος Καβάφης, στίς 29 Ἀπριλίου τοῦ 1933.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, στίς 25 Ἀπριλίου τοῦ 1843, μέ πρωτοβουλία τοῦ πρώτου Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος Μιχαήλ Τοσίτσα ἤ Τοσίτζα, ἱδρύεται ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Ἀλεξανδρείας, ἐνῶ μετά δεκαετία τό 1854 ἱδρύεται ἡ περίφημη Τοσιτσαία Σχολή καί μετά διετία τό 1856 ἐγκαινιάζεται μέ κάθε ἐπισημότητα ὁ μεγαλοπρεπής Ἱερός Ναός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Τό 1885 ἀναλαμβάνει τήν προεδρία τῆς Κοινότητος ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ μέ τήν παρουσία τοῦ ὁποίου ἡ ἑλληνική Παροικία ἀπολαμβάνει πολλές καί σημαντικές δωρεές, μεταξύ τῶν ὁποίων ἡ ἵδρυση τό 1878 τοῦ «Ἀβερωφείου Γυμνασίου» καί λίγο ἀργότερα τοῦ «Ἀβερωφείου Παρθεναγωγείου», ἐκεῖ ὅπου σήμερα στεγάζεται τό «Ἑλληνικό Ἐμπορικό Ἐπιμελητήριο» καί τό «Παράρτημα τοῦ Ἱδρύματος Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ».

Ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ ἐκτός ἀπό Μέγας Εὐεργέτης τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Ἀλεξανδρείας, ἀνακηρύχθηκε ἀπό τό ἑλληνικό κράτος καί ὡς μέγας Ἐθνικός Εὐεργέτης, γιατί ἐκτός ἀπό τήν προσφορά του στήν ἀλεξανδρεινή Ὁμογένεια, παρουσίασε καί μία σπουδαία καί μοναδική προσφορά πρός τήν Μητέρα Ἑλλάδα: Τό Μετσόβειο Πολυτεχνεῖο εἶναι προσφορά τῶν Αἰγυπτιωτῶν, καθώς κτίστηκε μέ χρήματα τῶν τριῶν Μεγάλων Εὐεργετῶν ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια, τοῦ Τοσίτσα, τοῦ Στουρνάρα καί τοῦ Ἀβέρωφ. Μέ τήν οἰκονομική ἀρωγή τοῦ Ἀβέρωφ ἱδρύθηκε ἡ Σχολή Εὐελπίδων, ἡ ἀγροτική Σχολή τῆς Λάρισας καί οἱ φυλακές ἀνηλίκων στήν Ἀθήνα. Ἐπίσης ἐπιχορηγήθηκε ἀπό τόν Ἀβέρωφ ἡ ἀνακατασκευή τοῦ Παναθηναϊκοῦ Σταδίου μέ ἕνα ἑκατομμύριο δραχμές, γι᾿ αὐτό παραπλεύρως τῆς εἰσόδου ὑπάρχει σέ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης τό ἄγαλμα τοῦ Ἀβέρωφ. Ἐκτός ἀπό τήν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τό Μέτσοβο, ὅπου δώρισε πολλά χρήματα γιά τίς ἀνάγκες τῆς πόλεως, ἐπιχορήγησε ἐπίσης τό «Ὠδεῖο Ἀθηνῶν». Ἡ πιό σημαντική του ὅμως προσφορά σέ ἐθνικό ἐπίπεδο εἶναι ἡ χρηματοδότηση τῆς ἀγορᾶς τοῦ θρυλικοῦ καταδρομικοῦ «ΑΒΕΡΩΦ» πού ἀποτελώντας τήν ναυαρχίδα τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου κατά τήν διάρκεια τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο στήν ἔκβασή τους ὑπέρ τῆς Ἑλλάδος.