ρωμανιστή - βαλκανολόγου
Ο επιθετικός προσδιορισμός κουτσοβλαχικό παράγεται από το
σύνθετο όνομα Κουτσόβλαχος, του οποίου το πρώτο συνθετικό είναι το επίθετο κουτσός και το δεύτερο το ουσιαστικό Βλάχος. Όσοι θεωρούν ως πρώτο το
συνθετικό το τουρκικό kucuk (=μικρός)
λησμονούν ή αγνοούν ότι οι Κουτσόβλαχοι
κατοικούν αδιάλειπτα στην Μεγάλη
Βλαχία (Θεσσαλία - Βυζαντινό θέμα Ελλάδος). Ο Βυζαντινός Χρονογράφος Νικήτας Χωνιάτης γράφει: «επί δε τούτοις και άλλος τις
τα Θετταλίας κατέχων μετέωρα (=ορεινά), ά νυν Μεγάλη Βλαχία κικλήσκεται, Τοπάρχης ήν των εκεί». Δεύτερος Βυζαντινός Χρονογράφος, ο Γεώργιος Παχυμέρης, σύμφωνα με του εκρουμανισμένου ακαδημαϊκού P. Papahagi, δέχεται την αυτοχθονία και
την ελληνικότητα των Βλάχων της Θεσσαλίας, τους οποίους αποκαλεί
Μεγαλοβλαχίτες: «….τους γαρ το παλαιόν Έλληνας, ους Αχιλεύς ήγε,
Μρεγαλοβλαχίτας καλών επεφέρετο….».
Αφετηρία της λέξεως Βλάχος
είναι το εθνωνύμιο μιας κελτικής φυλής, γνωστής στον Στράβωνα ως Ουόλκαι και στον Καίσαρα ως Volcae. Είναι
οι πρώτοι λατινόφωνοι, τους οποίους τα
γερμανικά φύλα γνωρίζουν και διαδίδουν το όνομά τους κατά μήκος κατά μήκος των συνόρων της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας, με την σημασία του λατινόφωνου. Ιχνηλατείται δε από την
Βρεταννία και το Βέλγιο, όπου αντίστοιχα επιβιώνουν οι Ουαλλοί και οι Βαλλώνοι,
έως τον Ελλήσποντο, στον Γαλατά της Κωνσταντινουπόλεως, του οποίου οι κάτοικοι
Γενουάτες λόγω ιταλικής γλώσσας λέγονται Βλάχοι!
Η λέξη Βλάχος δεν αποτελεί προνόμιο
των χρηστών λατινικής γλώσσας. Με σημασιολογική μεταβολή γίνεται
συνώνυμη των λέξεων βοσκός, κτηνοτρόφος. Ως
προς τον χρόνο παρουσίας οι απόψεις των ειδικών διίστανται, ιδίως μεταξύ
Ρουμάνων. Κατά τον V. Bulgaru η νέα σημασία σημειώνεται τους ζ-θ (7-9) αιώνες, ενώ κατά
τον Poghirc είναι ταυτόχρονη με την
γένεση των Βλάχων, δηλαδή οι έννοιες βοσκός-κτηνοτρόφος είναι συνακόλουθος της
αναλήψεως υπηρεσίας προς φύλαξη-φρούρηση συνόρων ή οδικών κόμβων. Διότι εκτός
των παγίων περιοχών στους οροφύλακες παραχωρείται και εδαφική έκταση για γεωργοκτηνοτροφική
εκμετάλλευση.
Στον ελλαδικό χώρο, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται ασφαλώς η Βόρειος Ήπειρος έως την Εγνατία οδό, όπως ορίζουν ο Στράβων, ο Προκόπιος, ο V.L. Popovic, οι χρήστες και λατινογενούς γλωσσικού ιδιώματος Έλληνες ονομάζονται Βλάχοι, Κουτσόβλαχοι, Τσιντσάροι… Όμως αυτοί αυτοαποκαλούνται Αρμάνοι (<Α> προθετικό πανάρχαιο ελληνικό και ρωμάνος με πτώση του ω), την δε πατρίδα τους ονομάζουν Αρμανία, όπως αποκαλύπτει ο Α.Α. Vasiliev, ενώ η Στερεά Ελλάδα, η Ρούμελη λέγεται (Ρουμανία (!), σύμφωνα με το Χρονικό του Γαλαξειδίου. Αντίθετα στην πέρα του Δουνάβεως η λέξη romanus καταντά με την έννοια δούλος, το δε σημερινό εθνωνύμιο (Ρουμανία) δεν υπήρξε ποτέ. Διότι η Δακία εγκαταλείφθηκε από τους Ρωμαίους προ της κυκλοφορίας της λέξεως! Δόθηκε υπό την μορφή Ρουμουνία από τον Έλληνα Δανιήλ Φιλιππίδη, θεωρούμενο ως τον πρώτο ιστορικό της. Έτερος ομογενής του, ο μοναχός από την Χίο του Αρχιπελάγους του Αιγαίου Κορέσης επανέφερε σε χρήση, αποκαθαρμένο από την υποτιμητική έννοια δούλος, ως εθνικό Ρουμάνος.
Ήδη διερωτάται κανείς που έγκειται το Ζήτημα. Ακριβώς εξ αιτίας της πανευρωπαϊκής επαναστάσεως του
Φεβρουαρίου 1848, η οποία εκδηλώνεται
και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, και της επιτακτικής ανάγκης προλήψεως
οποιασδήποτε αναμετρήσεως με τις γειτονικές υπερδυνάμεις, Αυστρο-Ουγγαρία και
Ρωσία, από τις οποίες οι επαναστατημένοι Βλαχο-Μολδαβοί ζητούν απελευθέρωση
αντίστοιχα της Τρανσυλβανίας και Βεσσαραβίας, οι ιθύνοντες τις δύο
Ηγεμονίες επινοούν το λεγόμενο «Κουτσοβλαχικό Ζήτημα», ένα δημιούργημα τεχνητό
κατά τον Ιταλό εθνολόγο Giovanni Amadore Virgilij. Ομολογείται
άλλως τε από τον Ρουμάνο Μ. Kogalniceanu: «εφευρέθη προς ανατροπήν του ρουμανικού λαού
από της περί των Τρανσυλβανία αδελφών αυτών μερίμνης […]. Δια τούτο είναι
αναγκαίον επί του παρόντος να διευθύνουμε την προσοχή του ρουμανικού λαού προς
την Μακεδονίαν», προς την επικράτειαν του ‘Μεγάλου Ασθενούς’.
Επιδίδονται παντοιοτρόπως στην αλλοτρίωση του ελληνικού εθνικού
φρονήματος των Βλάχων-Αρμάνων και την εμφύσηση ρουμανικής εθνικής συνειδήσεως.
Διαπράττουν το έγκλημα του Παιδομαζώματος
. Αποσπούν ανήλικα Βλαχόπουλα από τις αγκαλιές των μητέρων και τα κλείνουν
στο άντρο της προπαγάνδας των Αγίων
Αποστόλων του Βουκουρεστίου. Ιδρύουν ρουμανικά σχολεία, τα οποία
στελεχώνουν με τους αλλοτριωμένους στους
Αγίους Αποστόλους, με τα πρώτα θύματα του Παιδομαζώματος, που ανανήφουν,
όταν επιστρέφουν στις γενέτειρές τους και περιφρονούνται από τους συμπατριώτες
τους, όπως αποκαλύπτει ο G. Papacostea-Goga. Χορηγούν άφθονες και πλήρεις υποτροφίες και πρωτόγνωρα
οικογενειακά επιδόματα. Καταβάλλουν δελεαστικούς μισθούς στους διδάσκοντες,
μάλιστα και στους εικονικά υπηρετούντες, διότι δεν έχουν μαθητές. Προσφέρουν
εντυπωσιακή και χρηστική ύλη και
πρόσφορα εποπτικά μέσα και όργανα διδασκαλίας.
Για την πραγμάτωση της παραπλανήσεως τόσο της κοινής γνώμης της
Ρουμανίας όσο και της διεθνούς πλάθονται με επιστημονικοφανή επίφαση τα πλέον
απίθανα επιχειρήματα :
I.- Οι
Βλάχοι της Μακεδονίας, συνάμα δε
και της λοιπής ελληνικής
χερσονήσου, αφού αυτοαποκαλούνται
Αρμάνοι, όπου λανθάνει ο
όρος Ρωμάνοι, είναι Ρουμάνοι,
οπότε και επονομάζονται Μακεδο-Ρουμάνοι.
Όμως απορρίπτεται από τους πλέον ειδικούς, μάλιστα Ρουμάνους, και
εκρουμανισμένους, όπως οι S. Puscarius, G. Murnu…, ή και διακεκριμένους
φιλορουμάνους, όπως ο Κροάτης ακαδημαϊκός P. Skok.
II. Ρουμανική γλώσσα και ρωμανικό ιδίωμα των
Αρμάνων δεν διαφέρουν.
Την διαφορά επισημαίνουν σημαίνοντες
Ρουμάνοι επιστήμονες, π.χ οι ακαδημαϊκοί
A.Procopovici, N. Iorga, Al. Graur. Ο τρίτος, ο
πλέον αρμόδιος ως καθηγητής της γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Βουκουρεστίου διαχωρίζει τελείως τη ρουμανική
από την αρμανική.
ΙΙΙ. Οι Βλάχοι-Αρμάνοι κατάγονται από Δάκες-Ρουμάνους, επειδή
επιδίδονται στην κτηνοτροφία, την οποία
δήθεν οι αρχαίοι Έλληνες αγνοούν.
Ασύλληπτες διαστάσεις είχε λάβει η παραγωγή δημοσιευμάτων, που
αποσκοπούσαν στο να πεισθούν οι αναγνώστες ότι οι Βλάχοι Ελλάδος δεν είναι
αυτόχθονες αλλά επήλυδες. Συνειδητά κολοβούνονται ή παρερμηνεύουν χωρία βυζαντινών χρονογράφων προς εδραίωση
θεωρίας περί καθόδου από Δούναβη, Δακία,
για την επίτευξη σκοπού πολιτικού μετέπειτα δε και στρατηγικού και διπλωματικού
και οικονομικού και δημογραφικού, όπως εκμυστηρεύεται ο Ρουμάνος ακαδημαϊκός G.I. Bratianu.
Χρονικά ο πρώτος Βυζαντινός χρονογράφος, ο οποίος διαπιστώνει χρήση της
λατινικής γλώσσας από Έλληνες, δηλαδή τους Βλάχους-Αρμάνους, ήδη από τους
χρόνους του Ιουστινιανού, είναι ο καθηγητής Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως
και διοικητής της Ευρώπης, όπως τότε ονομάζονται τα σημερινά Βαλκάνια, Ιωάννης Λυδός . Στο σύγγραμμά
του Περί των αρχών της Ρωμαίων
πολιτείας γράφει: «Νόμος αρχαίος ήν πάντα μεν τα οπωσούν πραττόμενα
παρά τοις επάρχοις, τάχα δε και ταις άλλαις των αρχών, τοις Ιταλών εκφωνείσθαι
ρήμασι…τα δε περί την Ευρώπην, πραττόμενα, δια το της αυτής οικήτορας, καίπερ Έλληνας εκ του πλείονος όντας, τη
των Ιταλών φθέγγεσθαι φωνή, και μάλιστα τους δημοσιεύοντας».
Αυτή η μαρτυρία του Ιωάννου Λυδού, κατά την οποία γνώστες και χρήστες
της λατινικής γλώσσας, «φωνής των Ιταλών», υπάρχουν Έλληνες, που μάλιστα
δημογραφικά υπερέχουν των άλλων λαών στην Ευρώπη (Βαλκανική) είναι παραδεκτή
πλέον και από Ρουμάνους επιστήμονες, π.χ.Lozovan, C. Poghirc, I.I. Russu, καθώς και από άλλους, π.χ.
τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Λιέγης M. Dubuisson, Απ. Ε.
Βακαλόπουλο…. Όμως ο Ρουμάνος ακαδημαϊκός Η Mihaescu σε
σειρά δημοσιευμάτων σβήνει από το βυζαντινό κείμενο την πλέον ενδιαφέρουσα λέξη Έλληνας. Επίσης επονείδιστη
είναι η αγνόηση της μαρτυρίας του Λυδού από τον εκρουμανισμένο Nicolae-Serban Tanasioca ‘επιμελητή’ του μεγάλου
συλλογικού έργου της Ρουμανικής Ακαδημίας, που συνεπεία των παραλείψεων
μεταβάλλεται από Fontes Historiae Daco-Romanae σε ….Funtes ! Διότι ο Tanasiοca, μολονότι γνωρίζει τον Ιωάννη Λυδό, όπως διαφαίνεται
από δημοσίευμά του, επιγραφόμενο “J.Lydos et la fibula latines”, δεν προβαίνει στον παραμικρό σχολιασμό της ιστορικά
και εθνολογικά σπουδαίας μαρτυρίας του, διότι προφανώς θα εξαναγκαζόταν στην
παραδοχή και της ελληνικότητάς του ως καταγόμενου από Βέροια Μακεδονίας, της οποίας οι Βλάχοι υπέστησαν έντονα τη ρουμανική
προπαγάνδα!
Δεύτερος Βυζαντινός χρονογράφος, τον οποίον επικαλούνται, είναι ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης , αλλά
παραθέτοντας λειψά τη μαρτυρία του, ως εξής: «Από Δακίας επί Πίνδον το ες
Θετταλίαν καθήκον έθνος Βλάχοι».
Το γνήσιο κείμενο του Χαλκοκονδύλη, με το οποίο αναιρείται
εξ ολοκλήρου το περιεχόμενο του προηγουμένου σπαράγματος, είναι το
ακόλουθο: «ώ δή από Δακίας επί Πίνδον το ες Θετταλίαν καθήκον. Βλάχοι δε
αμφότεροι [Θετταλίας και Δακίας] ονομάζονται
και ουκ αν δη έχω διεξιέναι, οποτέρους αν τούτων λέγοι μι επί τους
ετέρους αφικέσθαι». Διαλύει δε εντελώς τη φήμη
περί καθόδου των Βλάχων από Δακία
με τα επόμενα: «ούτε άλλου ακήκοα τούτου διασημαίνοντος σαφώς ο,τιούν ούτε
αυτός έχω συμβαλέσθαι ως αυτού ωκίσθη. Λέγεται μεν πολλαχή ελθόν το γένος τούτο
ενοικήσαι αυτού, ου μην ότι και άξιον
ες ιστορίαν ο,τιούν παρεχόμενον τεκμήριον».
Τρίτος
Βυζαντινός χρονογράφος, τον οποίο η ρουμάνικη προπαγάνδα χρησιμοποίησε υπέρμετρα για τη επίτευξη του σκοπού της,
ήτοι της καταπείσεις των Βλάχων-Αρμάνων
ότι κατάγονται από Δακία, είναι ο Κεκαυμένος, στον οποίο επιστημονικά καθυστερημένοι αναφέρονται ακόμη, αν και η αιτία παρερμηνείας
επισημάνθηκε με αλλεπάλληλα και έγκυρα δημοσιεύματα.. Ήδη η πηγή αποδείχτηκε
παντελώς πλαστή. Διότι η επίμαχη πληροφορία για κάθοδο από Δακία προέρχεται από
εμβόλιμο χωρίο, το οποίο από τον 19ο
αιώνα επισημαίνουν πάμπολλοι, όπως ο W. Tomatschek το 1882, ο M.Gyoni το 1945, η G. Cankova-Petkova, η οποία παραπέμπει στην Ρωμαϊκή Ιστορία του Δίωνος Κασσίου (155-235 μ.Χ.), όπου η κάθοδος
αφορά τους Κοστοβώκους και όχι στους
Δάκες. Το δε ισχυρότερο αντεπιχείρημα μη ξενικής καταγωγής των Βλάχων προσφέρει
ο ίδιος ο Κεκαυμένος, κατά τον Γάλλο ακαδημαϊκό P.Lemerle, δοθέντος ότι δεν τους θεωρεί ξένους, αλλά εντοπίους,
αυτόχθονες Θεσσαλούς, διακρίνοντάς τους σε κτηνοτρόφους, γιαοκτήμονες και
αστούς στην θεσσαλική πρωτεύουσα Λάρισα.
Στην παραδοχή της αυτοχθονίας συντάσσονται επιφανέστατοι Ρουμάνοι και
εκρουμανισμένοι επιστήμονες, π.χ. A.D. Xenopol, V. Parvan, T. Papahagi, R. Vulpe, A. Procopovici, Th. Capidan. Ο τελευταίος, επιστημονικοφανώς πρωτοκάθεδρος και υπερθιασώτης της προπαγάνδας, έχει ενδώσει
μέχρι και αντιδικίας, πολεμικής κατά του διδασκάλου του στο Ρουμανικό
Ινστιτούτο Λειψίας G. Weigand, τον
επιχορηγούμενο, όπως αναγράφεται και σε ρουμανικές εγκυκλοπαίδειες, από
κυβερνήσεις της Ρουμανίας για αφελληνισμό των Βλάχων Ελλάδας, των Αρμάνων, και
παρουσίασής τους σαν ιδιαίτερης εθνότητας. Tο δε ανοσιούργημα συνεχίζεται και σήμερα από νεαρό Γερμανό
σπουδαρχίδη διερμηνέα και γεωγράφο, Thede Kahl ονομαζόμενο, μεταφραστή δίτομης
συγγραφής του προηγουμένου. Αλλά την αυτοχθονία των Αρμάνων δέχονται και
επιστήμονες πολλών χωρών, π.χ. R. Pinon, Wace και Thompson L.Niederle, Fred Taillez, T. Vukanovic, M. Sivignon, A. Failler κ.α.
Λοιπόν προσφυέστατα, κατά τον Ρουμάνο ακαδημαϊκό I.Coteanu το
λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα των
βλάχων-Αρμάνων ενδείκνυται να ερευνάται
αυτοτελώς και όχι σαν κάτι γνωστό
με το πρόσχημα ότι είναι διάλεκτος της ρουμανικής γλώσσας. Η γένεσή του άλλωστε
συντελείται στην Ήπειρο, Μακεδονία, Θεσσαλία, χώρους με υπόστρωμα ελληνικό σύμφωνα με διεπιστημονικές έρευνες
σύμφωνα, όπως των Cicerone Poghirc, J.Kalleris, N.G. Hammond, F Papazoglou, καθώς και του πρώτου Νεοέλληνα Κωνσταντίνου
Κούμα, ο οποίος με λαμπρές σπουδές στη Γερμανία, όπου αναγορεύτηκε
αντεπιστέλλον μέλος των ακαδημιών
Μονάχου και Βερολίνου, επιβεβαίωσε τόσο πρώιμα την ελληνικότητα των Βλάχων,
τονίζοντας ότι είναι « Έλληνες το γένος».
Ο δε Ρουμάνος Poghirc ο οποίος έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή,
εγκεκριμένη από το πανεπιστήμιο Λένιγκραντ, αποδεικνύοντας ότι η αρχαία
μακεδονική διάλεκτος είναι ελληνική, ολοκλήρωσε την έρευνά του και με συγγραφή
επίτομη για το γλωσσικό και εθνολογικό υπόστρωμα όλου του ελλαδικού χώρου
συμπεραίνοντας ότι είναι απόλυτα ελληνικό.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη των λατινικών επιγραφών Θεσσαλίας
από την ευρείας συνθέσεως ερευνητική ομάδα με επί κεφαλής τον καθηγητή του 2ου
Πανεπιστημίου Λυών Bruno Helly και Ηπείρου–Μακεδονίας από τον
διευθυντή του Κέντρου ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητος του Εθνικού Ιδρύματος
Ερευνών Μιλτιάδη Χατζόπουλο, ο
οποίος έχει τεκμηριώσει τον
εκλατινισμό Ελλήνων, ήτοι γενέσεως Βλάχων-Αρμάνων. Για την Μακεδονία προηγήθηκε ο Ρουμάνος ακαδημαϊκός
και καθηγητής του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου
G.Bratianu, ο οποίος βεβαιώνει τα εξής: «Η Μακεδονία και ένα μεγάλο μέρος των νοτίων περιοχών της χερσονήσου
είχαν γίνει δίγλωσσοι. Εδώ η λατινική ήταν ομιλουμένη και γραφομένη όσο και η
ελληνική γλώσσα.».
Εξάλλου η χρήση της δημώδους ανατολικής λατινικής και στην ενδοχώρα ή
και στα ενδότερα της χερσονήσου του Αίμου από Έλληνες αυτόχθονες και επήλυδες
βεβαιώνεται πάλι από Ρουμάνους επιστήμονες συγκεκριμένα δε τους ακαδημαϊκούς D.M.Pippidi, R.Vulpe κ.α.
Αποδίδεται ακριβώς στην απώλεια των
στερουμένων γραφής γλωσσών γηγενών
πληθυσμών, μη ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι λατινοφωνούν, οπότε και οι
σύνοικοι Έλληνες για να επικοινωνούν επαγγελματικά μαζί τους, να αναγκάζονται
να χρησιμοποιούν τη λατινική, τη νέα γλώσσα του τόπου.
Βέβαια Έλληνες καταφεύγουν στη
χρήση της λατινικής γλώσσας παρωθούμενοι και από πρακτικούς σκοπούς, όπως
σημειώνει ο Bέλγος M.Dubuisson, και δικαιϊκές
δεσμεύσεις σε περιπτώσεις κατατάξεώς τους μεταξύ των Ρωμαίων πολιτών, για τους
οποίους η γνώση της λατινικής γλώσσας είναι υποχρεωτική. Ο αυτοκράτωρ Κλαύδιος, αν και θεωρούμενος ως κατ’
εξοχή φιλέλληνας, είχε επιβάλει και στους Έλληνες, που είχαν αποκτήσει το
δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη, να ομιλούν λατινικά. Μνημονεύεται μάλιστα εντολή
του για αφαίρεση του προνομιακού καθεστώτος από Έλληνα με το αιτιολογικό της άγνοιας της λατινικής
γλώσσας, όπως αναφέρουν οι Δίων Κάσσιος, Σουητώνιος, Λιβάνιος και πλείστοι των νεωτέρων χρόνων, Jean Brenous, Γιάννης Ψυχάρης …
Επιλογικά επιβάλλεται να
παρατεθούν και δεδομένα αδιαμφισβήτητα,
που δεν επιτρέπουν οποιεσδήποτε παρεμβάσεις Ρουμάνων πολιτικών στα εντεύθεν του
Δουνάβεως βαλκανικά κράτη, όπως οι πρόσφατες του Προέδρου της Ρουμανικής Δημοκρατίας στην Αλβανία, περιεργότατα δε
και στο Συμβούλιο της Ευρώπης διεκδικώντας
τους Βλάχους-Αρμάνους, Ελληνοβλάχους, συνάμα του υπουργού Εξωτερικών στα Σκόπια, καθώς επίσης και εκκλησιαστικών,
του ιδίου του Πατριάρχου της Ρουμανίας, ο οποίος χωρίς καν την έγκριση
του Πατριαρχείου της Σερβίας, χειροτόνησε επίσκοπο για διαποίμανση Βλάχων σερβικών μητροπόλεων, διάβημα
καλούμενο εισπήδηση σε ξένη εκκλησιαστική δικαιοδοσία και συνεπαγόμενο, κατά
τους Ιερούς Κανόνες, αυστηρή τιμωρία.
Ασφαλώς κανένας δεν υπενθύμισε στον Πρόεδρο της Ρουμανικής Δημοκρατίας
ότι ο πρώτος αρχηγός του ρουμανικού κράτους A.A. Sturdza προειδοποιούσε για την ανυπαρξία Ρουμάνων στην Αλβανία,
καθώς και στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, με τον τίτλο της υπέροχης και περιεκτικής συγγραφής του: Η Ρουμανία δεν ανήκει στην καθ’αυτήν βαλκανική χερσόνησο, ούτε ως
έδαφος, ούτε ως φυλή, ούτε ως κράτος. (Βουκουρέστι 1904). Την ελληνικότητα
άλλωστε των αποδήμων στην Πολωνία Βλάχων της Αλβανίας, προ της ιδρύσεως του
ελληνικού κράτους, έφερε στο φως κατόπιν έρευνας στα Πολωνικά Αρχεία με δημοσίευμα
επιγραφόμενο Note Polone o ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου Ν. Iorga, o οποίος είχε διατελέσει
υπουργός των Εξωτερικών και πρωθυπουργός της Ρουμανίας. Ο ίδιος σοφός, όταν
προσκλήθηκε από τον Αλέξανδρο
Παπαναστασίου στην ελληνική πρωτεύουσα για το διαβαλκανικό συνέδριο,
αρνήθηκε απαντώντας ως εξής : ή είμαστε βαλκανικοί και τότε πρέπει να
μετοικήσουμε από τα Καρπάθια, ή είμαστε καρπαθιακοί και δεν έχουμε τίποτε στα Βαλκάνια Αν και πολιτεύομαι, τούτο δεν
με υποχρεώνει σε τόση άγνοια, όπως άλλους, που πήγανε στο Συνέδριο».
Πρόσθετη προειδοποίηση, επιστημονικά η πλέον ενδεδειγμένη, οφείλεται
στον I.Haikin, «Η Ρουμανία δεν είναι χώρα
βαλκανική». Εξ ίσου εξειδικευμένα μας ενημερώνει ο Ioan Mitrea, κατά τον οποίο «Η
εθνογένεση του ρουμανικού λαού έλαβε χώρα στην καρπαθιο-δουναβική περιοχή, η
οποία εν γένει συμπίπτει με το έδαφος της αρχαίας Δακίας».
Εν τέλει προκαλεί οπωσδήποτε κατάπληξη και η άποψη ενός Ρουμάνου, ο
οποίος ως καθηγητής του Πανεπιστημίου Κοπεγχάγης συμμετέχει σε διεθνές συνέδριο
στο Μόναχο, όπου ανακοινώνει ότι η ρουμανική γλώσσα δεν είναι βαλκανική..
Πρόκειται δε για τον Eugene Lozovan. Ρουμάνος επίσης, ο C.Poghirc εντοπίζει στη
Βόρειο Ήπειρο την έναρξη εκλατινισμού Ελλήνων ήδη το 229 π.Χ. συνακόλουθα
ελληνορωμαϊκών συμπράξεων προς ευχερέστερη περιστολή ιλλυρικών επιδρομών, η
οποία απαιτούσε στοιχειώδη τουλάχιστον μύηση των Ελλήνων στην πολεμική ορολογία, απαρχή λατινομάθειάς
τους. Άλλη δυνατότητα εξοικειώσεώς τους με την ξένη γλώσσα, την λατινική, έχουν
Έλληνες, συνήθως Ηπειρώτες αγωγιάτες-μεταφορείς γνώστες περιφερειακών δρόμων
και της Εγνατίας, σύμφωνα με σωρεία πληροφοριών διακεκριμένων επιστημόνων, π.χ.
S.I.Oost, N.G.L. Hammond, G. Cheesman, P. Cabanes … Και αυτοί συνιστούν και
Βλάχους Αλβανίας, ακριβέστερα Βορείου Ηπείρου, την δε ελληνικότητα διακηρύσσει
ο N.G.L. Hammond σε ογκώδες σύγγραμμά του
επιγραφόμενο Epirus (Ήπειρος), τα δε συμπεράσματά
του επιδοκιμάσθηκαν και από το αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας των Σκοπίων,
την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου F.Papazoglou. O Βούλγαρος δε ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πανεπιστημίου
Σόφιας Vladimir Georgiev χαρακτηρίζει την τοπωνυμία
της Βορείου Ηπείρου πανάρχαια και πληρέστατα ελληνική. Καθ’ολοκληρίαν ελληνική
είναι και η ανθρωπωνυμία των Βορειοηπειρωτών
κατά τον Olivier Masson. Πάντως προηγείται σ’αυτό ο Radu Vulpe, ο οποίος ενωρίτερα από όλους είχε εντοπίσει και
στοιχεία λατινικής ανθρωπωνυμίας στη Βόρειο Ήπειρο για τον οποίο ιδέα δεν είχε
ο Πρόεδρος της Ρουμανικής Δημοκρατίας κατά την πρόσφατη επίσκεψή του.
Συνεπώς, μετά βαθείας λύπης, διαπιστώνεται ότι τόσο ο Πρόεδρος της
ρουμανικής Δημοκρατίας όσο και ο Πατριάρχης της Ρουμανικής Εκκλησίας
προβάλλονται να αγνοούν πορίσματα της ακραιφνούς επιστήμης, ρωμανολογίας, της
χώρας τους και να ανέχονται παρωχημένα φληναφήματα, τα οποία κατά τον M.Kogalniceanu θα ίσχυαν ‘επί του
παρόντος’, δηλαδή έως την ένωση της Τρανσυλβανίας στη Ρουμανία, και όχι στο
διηνεκές, όπως συμβαίνει με τον Nicolae-Serban Tanasioca, o οποίος
εκθέτει και την Εθνική Επιτροπή UNESCO της Ρουμανίας, εφ’όσον φέρεται να αποδέχεται σαν αληθινά
όσα κατάλοιπα ξεπερασμένης προπαγάνδας απέμειναν. Αρκούντως δε
πείθει και γρήγορη ματιά στην πρόσφατη σχετικά συγγραφή: UNESCO/CEPES- Studies on Science and Culture, Politics
and Culture in Southeastern Europe. Razvan Theodorescu and Leland Conley
Barrows. Bucarest 2001(ISBN 92-9069-161-6) UNESCO 2001, σσ.71-42 και
προ πάντων 94-158, όπου ο εκρουμανισμένος συντάκτης ‘διαφημίζει’ σεσηπότα
προπαγανδιστικά, παραγνωρίζοντας τον επιστημονικό μόχθο διαπρεπών ειδικών
επιστημόνων της Ρουμανίας, οι οποίοι και αναφέρονται παραπάνω ονομαστικά.
Εν τέλει η τόσο νωπή εκδήλωση ενδιαφέροντος για τους Βλάχους Σερβίας από
την Ρουμανική Εκκλησία συνιστά κίνηση απρονοησίας και προκλήσεως, δοθέντος ότι
αδιαφόρησε παντελώς, όταν υπό συνθήκες ανελέητης και απάνθρωπης ομηρίας οι κατά
Tanasioca ‘Μακεδο-Ρουμάνοι’, ήτοι οι
Βλάχοι της Μακεδονίας (περιοχή Σερρών, Τζουμαγιάς), στο διάστημα του Α
παγκοσμίου πολέμου, μεταφέρθηκαν από τους Βουλγάρους σε παραδουνάβιο σερβικό
έδαφος, υπό βουλγαρική κατοχή, στο Ποζάρεβιτς,
σε απόσταση αναπνοής από την Ρουμανία, η οποία οπωσδήποτε ήταν
πληροφορημένη για την εξοντωτική μετακίνηση, ολόϊδια με εκείνες των Ελλήνων της
Μικράς Ασίας ή των Εβραίων στο Β Παγκόσμιο πόλεμο.
Ωστόσο οι Σέρβοι έσπευσαν να συμπαρασταθούν παντοιοτρόπως
ριψοκινδυνεύοντας, ακόμη δε και Γερμανοί στρατιώτες έδειξαν κάποια ανθρωπιά
δίνοντας από το σιτηρέσιό τους για τα Βλαχόπουλα, που έκλαιγαν, διότι
πεινούσαν. Ουδέν έπραξεν Πολιτεία και Εκκλησία της Ρουμανίας!
(Ο ενδιαφερόμενοι για τεκμηρίωση βλ. Ευρετήριο ονομάτων στην
τετράτομη συγγραφή Αχ. Λαζάρου, Ελληνισμός
και λαοί νοτιοανατολικής Ευρώπης, Αθήνα 2009-10)
Απόδοση ηλεκτρονικά Τσιαμήτρος Γιάννης, εκπ/κός-χοροδιδάσκαλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.