Γάμος στη Ροδόπη της Βουλγαρίας, τέλη 19ου αι. Πηγή φωτο: εδώ |
Τραγούδια Γραμμουστιάνων της διασποράς
από την Πέστερα (Ροδόπης) Βουλγαρίας στα βλάχικα
1). Ντουμίνικα πρίν ντου Λούνια {= Κυριακή πριν την Δευτέρα} :
Ντουμίνικα μόι πριν ντου λούνια {= Κυριακή βρε πριν την Δευτέρα}
σι σ' σκουλά μόι νοάπτια πρι λούνα {= και σηκώθηκε νύχτα με φεγγάρι}
κ' βριά σ' ντούκα μόι αν Σαρούνα. {= γιατί ήθελε να πάει στη Θεσσαλονίκη}
Καρά ντιάντι μόι ντι σ' κίντικλου, {= Μόλις άρχισε το τραγούδι}
σάπτι χοάρι μόι ντιστιαπτάλο, {= επτά χωριά ξύπνησαν}
νόουα κασαμπάτζ μόι λι αβτζάρα. {= εννιά πόλεις άκουσαν}
Ντιστιπτάς μόι 'να καλουγκριάουα, {= Ξύπνησες μια καλόγρια}
καλουγκριάουα μόι φιάτα αρμούνα : {= η καλόγρια (είναι μια) κοπέλα βλάχα}
- Ντουμνιτζάλι μ' μόι κάρι σ' κίντα {= Θεούλη μου, ποιός να τραγουδάει}
αχάτ μουσιάτ μόι σι αχάτ κου χάρη ; {= τόσο όμορφα και με τόση χάρη}
σ' ιάστι τζιόνι μόι μπούν, λιβέντου. {= και είναι παλικάρι καλό, λεβέντης}
Ντουμιτζάλιμ μόι παλκαρσέσκου, {= Θεούλη μου, σε παρακαλώ}
ντα νιι ανντρέπτου μόι σ' μι μαρίτ {= επέτρεψέ μου να παντρευτώ}
τι αιέστου τζιόνι μόι ζουγκραψίτου!! {= αυτό το παλικάρι που είναι σαν ζωγραφιά}.
2). Λένα ντούσι ν' βάλι {= Η Λένα πήγε στη λίμνη} :
Λένα ντούσι ν' βάλι {= Η Λένα πήγε στη λίμνη}
τα σ' μπάγκα καλντάρι {= για να βάλει καζάνι/καλδάρα να ζεστάνει νερό}
Λένω λιά σόρω λιά {= Λένω βρε αδερφή}
τα σ' μπάγκα καλντάρι {= για να βάλει καζάνι να ζεστάνει νερό}
τα σ' λα σι σ' σπιάλα {= για να πλυθεί και να μπανιαριστεί}
Λένω λιά σόρω λιά {= Λένω βρε αδερφή}
τα σ' λα σι σ' σπιάλα {= για να πλυθεί και να μπανιαριστεί}
τα σ' γκαργκαριάτζα. {= για να πλατσουρίσει (να παίξει με το νερό)}
Λένω λιά σόρω λιά {= Λένω βρε αδερφή}
Ντούτσι σ' Κόλη ακλότσι {= Πηγαίνει και ο Νικόλας εκεί}
σιάντι ιού ζμπουράστι {= κάθεται της μιλάει}
Λένω λιά σόρω λιά {= Λένω βρε αδερφή}
σιάντι ιού ζμπουράστι {= κάθεται της μιλάει}
Λένα νου ι σι γκριάστι {= η Λένα δεν του απαντάει}
Λένω λιά σόρω λιά {= Λένω βρε αδερφή}
Κόλη ου σπρουκουκιάστι {= ο Νικόλας την πιτσιλάει (με το νερό)}
Λένα κικουσιάστι {= η Λένα κακιώνει (θυμώνει)}.
Γραμμουστιάνες από την Μπακίτσα (Κούρτοβο) Πηγή φωτο: εδώ |
3). Καρβανάριι μαράτς {= Καρβανάρηδες καημένοι} :
Καρβανάριι μαράτς {= Καρβανάρηδες* καημένοι}
άνντα β'ανκισιάτς- δις {= όταν ξεκινούσατε}
λα τσιάρκο νιτζιάτς-δις {= στην αποθήκη* πηγαίνατε}
Τσιάρκουλ μούλτου λάργκου- δις {= η αποθήκη (ήταν) πολύ μακρυά}
λάργκου του γκαρνίτσα*-δις {= μακρυά στα σύνορα}
νου βρούρα σ' ανκάρκα- δις {= δεν θέλησαν να φορτώσουν}
κ' ιαρά σαρμπατόρι- δις {= γιατί ήταν γιορτή}
τζούα ντι Ιγίου Τριάντα- δις {= ημέρα της Αγίας Τριάδος}
του μούρτζο ανκαρκάρα- δις {= το δειλινό φόρτωσαν}
νοάπτια ντισκαρκάρα- δις {= την νύχτα ξεφόρτωσαν}
λα φοκ σ' πριντνάρα- δις {= στη φωτιά (συ)μαζεύτηκαν}
γκρέου σόμνου καλκάρα- τρις {= βαρύ ύπνο (πάτησαν) έκαναν}
λι' ανβαρτίρα σι φούρι- δις {= τους περικύκλωσαν και κλέφτες}
φούριι κου αρμπινέσιι {= κλέφτες με Τουρκαλβανούς*}
γκριάστι σι Μίσσα αλ Πέτσκα {= φωνάζει και ο Μίσας (Μιχάλης) του Πέτσκα}
σοτς νου β' ασπαριάτς-δις {= φίλοι μη τρομάζεται}
νόι βα ιά σπανντίμο {= εμείς θα τους ξεφύγουμε}.
*Καρβανάρηδες = Αγωγιάτες, μεταφορείς με φορτηγά ζώα (άλογα, μουλάρια).*Τσιάρκο = αποθήκη γάλακτος, ο χώρος όπου συγκέντρωναν (αποθήκευαν) όλοι οι κτηνοτρόφοι μαζί το γάλα και στην συνέχεια απο εκεί έπαιρναν τις ποσότητες που θα χρησιμοποιούσαν για την παραγωγή τυριών, κασεριού κλπ.* <<κλέφτες με Τουρκαλβανούς>> = σ'αυτό το σημείο εννοεί ότι οι κλέφτες ήταν Βούλγαροι ή Τούρκοι παρέα με Τουρκαλβανούς. Σύμφωνα με μαρτυρίες Γραμμουστιάνων γερόντων της Πέστερα, κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρχαν στην περιοχή Τουρκαλβανοί που χρησιμοποιούνταν με αμοιβή ως ''στρατιώτες-προστάτες'' των Βουλγάρων και των Τούρκων. *Γκαρνίτσα = σύνορα, τοπικό χρησιδάνειο απο την βουλγάρικη γλώσσα (граница=σύνορα).
4). Ντάντα αμιά βριάι βαταμάρι {= Μάνα μου ήθελες σκότωμα} :
Ντάντα αμιά βριάι βαταμάρι {= Μάνα μου ήθελες σκότωμα}
κου ούνα κιάτρα κάμα μάρι- δις {= με μια πέτρα πιο μεγάλη}
τσι φιάτα βιάι τι μαρτάρι- δις {= τι κορίτσι είχες για παντρειά}
τσι στέπσου ν' τσ' φετς ατσία- δις {= τι φταίξιμο (σφάλμα) σου έκανα εσένα}
ν' μι ντιντές λάργκου τρου ξιάνι- δις {= μ'έδωσες μακριά στα ξένα}
τρου ξιάνι σ' του β'ργκαριάμι- δις {= στα ξένα και στους Βούλγαρους}
βαργκαριάστι νου ν' στιάμου- δις {= βουλγάρικα δεν ήξερα}
μα ν' μι ντραμ μι αρματοσιάμ- δις {= μα φτιαχνόμουν, στολιζόμουν}
λα μπισιάρικα άνιι νιτζιάμ- δις {= στην εκκλησία χρόνια πήγαινα}
ντι ανβαρλίγκα μα ν' μουτριάμ- δις {= τριγύρω κοιτούσα}
νάκα βεντ β'ρ ομ ντι νόστσα- δις {= μήπως δω κανέναν άνθρωπο απ' τους δικούς μας}
νόρι νου ομ, νόρι νου ζμπορ {= δεν έχει ούτε άνθρωπο, δεν έχει ούτε κουβέντα}.
5). Αχ φιάτα κου όκλιου λάι {= Αχ κόρη μαυρομάτα} :
Αχ φιάτα κου όκλιου λάι {= Αχ κόρη μαυρομάτα}
ιουβά νου ν' τι βιτζούι {= πουθενά δεν σε είδα}
σουφραντζιάλι λάι, ιουβά νου ν' τι βιτζούι {= φρύδια μου μαύρα, πουθενά δεν σε είδα}
αχ φιάτα κου όκλιι λάι, μας λα ούνα νούμτα τι βιτζούι {=αχ κόρη μαυρομάτα, μόνο σ'ένα γάμο σ'είδα}
σουφραντζιάλι λάι, μας λα νούμτα ν' τι βιτζούι {= φρύδια μου μαύρα, μόνο στο γάμο σε είδα}
αχ φιάτα κου όκλιου λάιου, κλο ιού τρατζιάι κάπλου ντι κορ {= αχ κόρη μαυρομάτα, εκεί που τραβούσες (κουνούσες) το κεφάλι από το χορό}
αχ φιάτα κου όκλιου λάι, του καντίνιλι* ν'τι λιτζιάι {= αχ κόρη μαυρομάτα, (ανάμεσα) στις μουσουλμάνες ξεχώριζες}
σουφραντζιάλι λάι, ν' του καντίνιλι ν'τι λιτζιάι {= φρύδια μου μαύρα, (ανάμεσα) στις μουσουλμάνες ξεχώριζες}.
*καντίνιλι= οι σύζυγοι των Τούρκων / οι μουσουλμάνες.
Γραμμουστιάνες στο Μπεσμπουνάρ - Ρίλα της Βουλγαρίας. Πηγή φωτο: εδώ |
6). Ιού νιι αράι φιάτα πιν τώρα {= Που ήσουν κορίτσι μου μέχρι τώρα} :
Ιού νιι αράι φιάτα πιν τώρα {= Που ήσουν κορίτσι μου μέχρι τώρα}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι.* {=ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι)
Ιό νιι αράμ πιν λα φέντι {= Εγώ ήμουν μέχρι τον πατέρα/αφέντη (μου)}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι. {=ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
Ιό ιαράμου λα φρατς αμέι {= Εγω ήμουν στα αδέρφια μου}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι. {= ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
Ιό ιαράμου λα φράτς αμέι {= Εγώ ήμουν στα αδέρφια μου}
φρατς μέι σι σοράρλι μιάλι. {= (στα) αδέρφια μου και στις αδερφές μου}
Τώρα έσκου τρου μιγντάνι {= τώρα είμαι έξω στην πλατεία}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι. {= ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
Σ' μι βιάντα νιίκλου σ' μάρι {= να με δει μικρός και μεγάλος}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι. {= ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
Νιίκλου σ' μάρι σι χοάρα τούτα {= Μικρός, μεγάλος και όλο το χωριό}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι {= ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
Χοάρα τούτα σι τρέιλι χοάρι {= Όλο το χωριό και τα τρία χωριά}
ιό μόι μέση ντι αρμπινέσι {= ω εσύ, με μέση δαχτυλίδι}
*Μέση ντι αρμπινέσι= μτφ. με μέση δαχτυλίδι, επειδή οι γυναίκες των Τουρκαλβανών (αρμπινέσι) ήταν όμορφες, καλίγραμμες και με λεπτή μέση.
7). Ντι πιτ βτζιτ ν' βιτζούμ {= Φεύγοντας ειδοθήκαμε} :
Ντι πιτ βτζιτ ν' βιτζούμ {= Φεύγοντας ειδωθήκαμε}
νίκα ντόι νου ν' στιάμ- δις {= ως τώρα οι δυό μας δεν γνωριζόμασταν}
ντόι νου ν' στιάμ νίκα {= οι δυό μας δεν γνωριζόμασταν ως τώρα}
τώρα ν' βιτζούμ- δις {= τώρα ειδωθήκαμε}
τώρα ν' βιτζούμ νίκα {= τώρα ειδωθήκαμε (για πρώτη φορά)}
πρι αιέστου μούντι ανάλτου- δις {= πάνω σ'αυτό το βουνό}
πρι αιέστου μούντι ανάλτου νίκα {= πάνω σ'αυτό το βουνό (για πρώτη φορά)}
σ' του αιέστα έρνιι {= και σ'αυτό το χειμώνα}.
8). Κα κασαμπάλου ντι Ατήνα {= σαν την πόλη της Αθήνας} :
Κα κασαμπάλου ντι Ατήνα {= σαν την πόλη της Αθήνας}
ιουβά νου σ’ αβιά ντάντω, ιουβά νου σ’ αβιά {= πουθενά δεν υπήρχε μάνα, πουθενά δεν υπήρχε}
πατρουτζάτς ντι σιχάτς ι λάργκου {= σαράντα ώρες είναι μακριά}
σι ουνασούτα ι λούνγκου ντάντω, σι ‘νασούτα ι λούνγκου. {= και εκατό είναι κοντά, και εκατό είναι κοντά}
Σ’ κα λάια φιάτα αλί Τίνκα {= Και σαν την καημένη την κόρη της Τίνκας}
ιουβά νου σ’ αβιά ντάντω, ιουβά νου σ’ αβιά {= πουθενά δεν υπήρχε μάνα, πουθενά δεν υπήρχε}
βίνιρα προξινίτς ντι Ατήνα {= ήρθαν προξενητάδες από την Αθήνα}
βίνιρα ντι ου καφτά ντάντω, βίνιρα ντι ου καφτά. {= ήρθαν και την ζητούσαν, ήρθαν και την ζητούσαν}
Μάσα έι νου σ’ καντισιά {= η μάνα της δεν συμφωνούσε}
Ατήνα σ’ ου ντα ντάντω, Ατήνα σ’ ου ντα. {= στην Αθήνα να την δώσει μάνα, στην Αθήνα να την δώσει}
Σι άβντι Τούρκουλ μουχμιντάνλου {= και άκουσε ο Τούρκος μωαμεθανός}
Βίνι ντι ου καφτά ντάντω, βίνι ντι ου καφτά. {= ήρθε και την ζήτησε μάνα, ήρθε και την ζήτησε}
Μάσα αέι μα σ’ κανντισιάστι {= Η μάνα της όμως συμφωνεί}
λα Τούρκουλ σ’ ου ντα ντάντω, λα Τούρκουλ σ’ ου ντα. {= στον Τούρκο να την δώσει μάνα, στον Τούρκο να την δώσει}
Άβντι σι φιάτα ντι ιού σ’ τσισιά : {= Άκουσε και το κορίτσι από εκεί που ύφαινε}
ν’ μι τάιου, ν’ μι ντινίκου ντάντω σι ιό Τούρκουλ νου ν’ ιάου. {= θα κοπώ, θα κομματιαστώ μάνα και εγώ τον Τούρκο δεν τον παίρνω}
Φίλιι ντι φίλιι βα νιι τι αντούνου {= Φύλλο φύλλο (κομμάτι - κομμάτι) θα σε μαζέψω}
σι λα Τούρκουλ βα νιι νετζ φιάτανιι {= και στον Τούρκο θα πας κορίτσι μου}
σι λα Τούρκουλ βα νιι νετζ. {= και στον Τούρκο θα πας}
{Πέστερα (Ροδόπη) Βουλγαρία - Κυράτσα Τζίμα, ετών 74}
Γκούντας Ντίμα (Guda Dima)
Γραμμουστιάνος
Πέστερα - Βουλγαρία / Peshtera - Bulgaria
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.