Προφορά
συμβόλων : ə = αγγλικό άφωνο φωνήεν , Ѕ = παχύ σίγμα
(Εκτός από αυτά τα σύμβολα, προτιμούμε
την ελληνική γραφή για τα βλάχικα, απλά, γιατί απευθυνόμαστε σε δικούς μας Ελληνόβλαχους).
Έχουν γραφτεί πολλά για την
Πιρπιρούνα. Το έθιμο εντοπίζεται σε όλους του λαούς των Βαλκανίων και γίνεται
συνήθως σε εποχή ανομβρίας, όπου ένα
κορίτσι συνήθως μικρό, φτωχό και ορφανό με λουλούδια, πρασινάδες, βούζια, κλπ σε όλο της το σώμα, μαζί με την παρέα άλλων
κοριτσιών ,όλοι τους γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδάνε, παρακαλώντας
το Θεό να βρέξει (έχουμε πάρα πολλές παραλλαγές αυτού του εθίμου). Οι
νοικοκυρές ρίχνουν νερό επάνω στο
κορίτσι , προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο τη βροχή να έρθει. Ο συμβολισμός της
κατάβρεξης έχει ομοιοπαθητικό χαρακτήρα: Όπως «βρέχει» πάνω στην Πιρπιρούνα, να
βρέξει και στη διψασμένη γη.
Στην περίπτωση των Βλάχων έχουμε και μια άλλη παράδοξη παραλλαγή εκτός
από το έθιμο της γκəλιάτας που
περιγράψαμε σε άλλο μας σημείωμα (συνδυασμός πιρπιρούνας και κλήδονα για τους
Σαμαριναίους και τους Ξηρολιβαδιώτες Βλάχους). Και αυτό για τρεις λόγους: Πρώτον
,γιατί υπάρχει ένα σπάνιο βλάχικο
τραγούδι , δεύτερο, γιατί το τραγουδούσαν μεγάλοι (ενήλικες) που ντύνανε μια
Πιρπιρούνα, πάλι άντρα, και μάλιστα τον ψηλότερο της παρέας τους, και τρίτον,
γιατί εκτός από τις επικλήσεις για την αύξηση των αγαθών κλπ, έχει και αιχμές
κατά της τοπικής αρχής.
Γιατί, όπως η ανομβρία τους στερούσε αγαθά, έτσι και η τοπική
πολιτικοστρατιωτική αρχή τους αφαιρούσε αγαθά με τη μέθοδο της φορολογίας, και
μάλιστα την άδικη, αφού ο βοϊβόδας (Τούρκος διοικητής Καζά-Νομαρχίας θα λέγαμε
σήμερα) λογάριαζε και τους πεθαμένους μαζί με τους ζωντανούς! Και φαίνεται από
το τραγούδι ότι ο βοϊβόδας δεν τους έσβηνε ποτέ από τα φορολογικά του τεφτέρια.
Έτσι οι καημένοι ραγιάδες, με την ελπίδα στην Πιρπιρούνα, που πίστευαν
ότι θα τους έφερνε την ευλογημένη βροχή περίμεναν και τις ακόλουθες υλικές ή
ηθικές συνέπειες:
Πρώτον ,να μείνει η προίκα
απείραχτη και να μη χαλάσουν τα συνοικέσια.
Δεύτερον, να πάρει ο αφέντης
βοϊβόδας το λουφέ του (αμοιβή χωρίς κόπο) και τα τεφτέρια του.
Τρίτον, να γλυτώσει ο κοσμάκης, η
φτωχολογιά απ’τα σίδερα της φυλακής και
την ντροπή.
Τέλος, τους δίνονταν η ευκαιρία να υψώσουν (!),
κάτω από το έθιμο, μια φωνή διαμαρτυρίας, με αιχμές καλοστημένες, κατά της
άδικης κορυφής της εξουσίας.
Ιδού, λοιπόν,
γιατί άντρες αναλάμβαναν το
έθιμο, αφού υπήρχαν και άλλοι σκοποί.
Μια Πιρπιρούνα «αντρική και
δυνατή», όπως λέει το τραγούδι:
''Εαοα-έαοα Πιρπιροάνια, ούνə
ν’βιάστə ντι βερντιάτσə, ντι βερντιάτσə, Ѕι ντι-ν’φλοριάτσə. ΙάЅι ντοάμνε ,ιάЅι
ντοάμνə, ιάЅι αφέντι βοϊβόντα, κου τιφτέρλου σι κου κουντιίλου,κάρι σκριέЅτι μόρτουλ κου γίουλου. ΕЅίτσι
βίνιτσι, εЅίτσι άλμπι, εЅίτσι βιτЅίνι
,σου βιντέτЅ’, σου κəντάτЅ’ σου μιЅτέτσ’, κə
νə αντούτσε πλοάϊα βρούτə μπουνəτεάτσə λα λούμεα τούτə. Σə κρεάσκə
ιέργκιλε βερντέτσιλε, σι άφλə σə πάσχə όϊλε Ѕι πράβτζιλε. Τα σι κρεάσκə γκράνιλε, οάρτζιλε Ѕι οβεάσιλε, μπόμποτλε Ѕι πρəβτζιλε.Ѕι σι ούμπλə αλγκίνιλε ,σι
ουμπλέμə αμπάριλε σι ουμπλέμου
μπούτσιλε, φουάλιλε, βəτελάχιλε σə σι αλίνə στοάτζιλε. Σə χίμπә κάσα ιμπλινάτə
Ѕι ντι άσεντζə κάμα μσιάτə. Κου α φεάτελορ πριτЅίε νε ν-τЅιπούτə του γουνίε, σə
ντοάρμə κσόλτЅτι ισουσίτιλι. Σι σə χəρσεάσκə φεάτιλι, Ѕι σə αντούνə
κουλεάστρəντι, κουλεάστρəντι Ѕι γκουγκούτЅε. Ѕι σə χəρσεάσκə πικουράρλι,
γκəλινάρλι, Ѕι κəπράρλι, βəκάρλι, βəλμάτσəλι Ѕικəράτζəλι, βαϊνάτζəλι, άλμπιλι
Ѕι βίνιτσιλι. Ѕι σə χəρσεάσκə Ѕι βοϊβόντα κə βα σə λιά λουφέλə πουγκιάκə Ѕι
βəρə ντι νόϊ του πιτέκə. Κ’ούνə πλοάε πιρπιρούτə σə χίμπə γκίνι λούμεα τούτə''.
Μετάφραση: ''Νάτη, νάτη η Περπερούνα, καταπράσινη
νυφούλα, από χόρτα και λουλούδια. Έβγα, κύρη και κυρά, έβγα, αφέντη βοϊβόντα,
με κοντύλι και τεφτέρι, που και τον νεκρό ανασταίνει. Βγείτε, βένετοι (γαλαζοφορεμένοι
φουστανελάδες) και άσπροι, βγείτε γείτονες, να ιδείτε, τραγουδάκι να της πείτε,
που βροχή μας φέρνει μόνο και καλά στον κόσμο όλο. Να γενούν παχιά χορτάρια να
τα τρων τα πρόβατα, τα αρνιά και τα χαϊβάνια. Να τρανέψουν τα στάρια, τα
κριθάρια και οι βρώμες, τ’αραποσίτια, τα σφαχτάρια. Να μεστώσουν τα τσαμπιά, μέλι
η μελισσοφωλιά, να γεμίσουμε τ’ αμπάρια
και τα βαρελοπιθάρια, τα τουλούμια, τα ασκιά, να γενούνε τρανά σωριά. Να’ν’ το
σπίτι γεμισμένο κι από σήμερα πιο ωραίο. Των κοριτσιώνε τα προικιά ακέραια να
‘ναι στη γωνιά, να’χουν οι λογοδοσμένοι ξεγνοιασιά. Να χαρούν οι κοπελιές τις
κιτροανθοαγκαλιές, κιτρανθούς και κρίνα. Να χαρούν προβατοτρόφοι, οι κοτάδες κι
οι γιδοτρόφοι, αγελαδάρηδες κι αλογάδες, σικαλογεωργοί και βαϊνάδες,
ασπροντυμένοι ,γαλαζοφορεμένοι. Να χαρεί κι ο βοϊβόντας, σαν πάρει το λουφέ του
στο πουγκί, κανείς από εμάς στη φυλακή. Με μια βροχή πιρπιρουνάτη να’ν’ καλά
όλη η πλάση''.
Όταν το τραγούδι τελείωνε, το συγκεντρωμένο πλήθος άρχιζε κι αυτό να τραγουδάει ρυθμικά:
Εά μιЅτέτЅι , Πιρπιροάνια, Πιρπιροάνια αχəντοάσə, αχəντοάσə μπəρμπəτοάσə,
μπəρπəτουάσə σəνəτουάσə.
Μετάφραση: Για κεράστε την
Πιρπιρούνα, την Πιρπιρούνα τη βαθιά, τη βαθιά κι αντρειωμένη, αντειωμένη και γεροφτιαγμένη.
Η αντρική αυτή Πιρπιρούνα
ανέβαινε και σε ξυλοπόδαρα (τЅιοάτσι)
και το θέαμα γινόταν επιβλητικό .Τα
φτιάχνανε από κορυφές οξυάς (αλνέϊ ντι
φάγκου), αφού αφαιρούσανε όλα τα πλάγια κλαδιά, εκτός από ένα κλαδί, το πιο
κατάλληλο, σε ύψος και αντοχή, που το κονταίνανε. Πάνω σε αυτό το κλαδί πατούσε
το πόδι. Έτσι κάνανε δύο ξυλοπόδαρα για
τα δύο πόδια ,όπως είναι φυσικό.
Η οικογένεια του κάθε σπιτιού έδινε στην Πιρπιρούνα για αμοιβή μια
χούφτα αλάτι, που το κουβαλούσε ο τελευταίος της πομπής σε ένα σακκούλι. Η
τελετή της Πιρπιρούνας σταματούσε μόνο
όταν ολοκληρώνονταν οι επισκέψεις σε όλα
τα σπίτια του χωριού!
(πηγή: Γεώργιος Πλατάρης-Τζίμας Μετσοβίτης ερευνητής–Ζωγράφος)
Γιάννης Τσιαμήτρος
εκπ/κός–χοροδιδάσκαλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.