Του Γιώργου Συνεφάκη
Προέδρου του Συλλόγου Λιβαδιωτών Θεσσαλονίκης ‘Ο Γεωργάκης Ολύμπιος’
Όταν τα ‘παιδία παίζει’, η παιδεία χαμογελά
Το παιχνίδι από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα αποτελεί αντικείμενο μελέτης και έρευνας, κυρίως λόγω της επιρροής του στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Πάνω από 50 λαξευμένα παιχνίδια στα δάπεδα και στα σκαλιά των ναών της Ακρόπολης εντόπισαν οι αρχαιολόγοι κατά τις εργασίες αναστήλωσης του Παρθενώνα. Τα παιδία παίζει και μάλιστα, εκείνα τα παιδιά των αρχαίων χρόνων, κάθε ηλικίας, έπαιζαν παιχνίδια στα σκαλιά και στα δάπεδα των ναών του Ιερού Βράχου. Η Αθηνά και ο οίκος της ήταν πολύ οικείος χώρος γι’ αυτούς. Έτσι, χάραζαν στο δάπεδο και στα σκαλιά του παιχνίδια στρατηγικής και δεξιοτεχνίας. Η χρονολόγησή τους είναι ασαφής λόγω της διαχρονικότητάς τους.
Πράγματα απολύτως λογικά, μια που παιδί και παιχνίδι είναι έννοιες αλληλένδετες. Η σημασία του παιχνιδιού για το παιδί έγκειται στον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και του ψυχισμού του ήδη από τη βρεφική ηλικία. Το παιδί παίζει για να ανταποκριθεί σε μια πρόκληση της φύσης, προετοιμάζοντας τη βιολογική και ψυχική του εξέλιξη, να ανακαλύψει τον πραγματικό κόσμο και να προσαρμοστεί σ’ αυτόν. Λαμβάνει ερεθίσματα, εξασκεί την εφευρετικότητα και εκφράζει τη δημιουργικότητά του, αναπτύσσει σταδιακά τη γλώσσα, την κρίση και τη λογική. Παράλληλα, μέσω του παιχνιδιού, το παιδί εξετάζει και αντιλαμβάνεται με το δικό του τρόπο τις σχέσεις του με τους γονείς και τους συνομήλικούς του, κοινωνικοποιείται και μαθαίνει να συνεργάζεται. Το παιχνίδι είναι μία από τις κορυφαίες μορφές πολιτιστικής έκφρασης, γιατί δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως μέσο προετοιμασίας του νεαρού ατόμου για τη ζωή στην εκάστοτε εποχή. Το παιχνίδι των παιδιών είναι ο κόσμος των μεγάλων σε μικρογραφία, είναι ο διάλογος του κόσμου των ενηλίκων με τον κόσμο των παιδιών, είναι ο αντικατοπτρισμός του πολιτισμού, των ηθών και των αξιών κάθε εποχής.
Κάθε παιδί που παίζει, συμπεριφέρεται σαν ποιητής. Λέει τόσα πολλά πράγματα με τόσο λίγα λόγια. Δημιουργεί έναν κόσμο για εκείνο, καθώς ανακατατάσσει τα πράγματα του κόσμου στον οποίο ζει, με έναν νέο τρόπο που τον ευχαριστεί. Ο ποιητής κάνει ό,τι και το παιδί που παίζει: Δημιουργεί έναν κόσμο φανταστικό, τον φορτίζει με μεγάλες ποσότητες συναισθήματος και ταυτόχρονα τον ξεχωρίζει και από την πραγματικότητα.
Στις μέρες μας δυστυχώς, έχει παγώσει το ποιητικό αντίκρισμα του κόσμου που εκ φύσεως διαθέτει το παιδί, όπως άλλωστε έχει αμβλυνθεί ή και αδρανοποιηθεί η δημιουργική σκέψη των παιδιών, μια που η σύγχρονη μεταπρατική λογική των πάντων αφήνει στο περιθώριο ριζικές δημιουργικές δυνάμεις του παιδιού, όπως είναι η φαντασία, το όνειρο, το συναίσθημα. Η γοητεία του αυτοδίδακτου παιχνιδιού, η αυθόρμητη αξιοποίηση κάθε φυσικού υλικού και κάθε χρηστικού αντικειμένου από τα παιδιά ‘χάριν παιδιάς΄, έχει αντικατασταθεί από την πληθώρα αναλώσιμων πλαστικών αντικειμένων, τα οποία κατευθύνουν στη δημιουργία πλαστικών ονείρων. Τα παιδιά του πετροπόλεμου στις αδόμητες τότε αλάνες, τα παιδιά που μάτωναν και γελούσαν, τα παιδιά που είχαν για παιχνίδι τους ακόμη και τα προβλήματα των μεγάλων, σήμερα έχουν μεταλλαχθεί σε παιδιά των video games, όπως λέγονται νεοελληνιστί τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, όπου ο κόσμος τους πλέον είναι η οθόνη του υπολογιστή τους και η πραγματικότητά τους είναι εικονική.
Η καταγραφή των παιχνιδιών των παιδιών ενός τόπου, αποτελεί στην ουσία και την καταγραφή ενός τοπικού πολιτισμού, στη συγκεκριμένη ιστορική του στιγμή. Ο Κώστας Προκόβας, με την ανεξάντλητη σε ευαισθησία και τρυφερότητα ψυχή του, μας μεταφέρει μέσω της πέννας του και αυτή την πτυχή του Λιβαδιώτικου πολιτισμού των νειάτων του, αφού με το λοιπό συγγραφικό του έργο, ‘Τα παιδιά της Μνημοσύνης’, ‘Λεξικό της Κουτσοβλαχικής του Λιβαδίου Ολύμπου’ και ‘Οι καιροί, ο τόπος και οι άνθρωποι. Οδοιπορικό στο Λιβάδι Ολύμπου’, κάλυψε διαχρονικά τις άλλες πολιτιστικές και ιστορικές παραμέτρους του τόπου του.
‘Προσπάθησα να καταγράψω τα λαϊκά παραδοσιακά παιχνίδια του Λιβαδίου – τα περισσότερα είναι τουλάχιστον πανελλήνια σε διάφορες παραλλαγές – όπως τα έπαιξαν οι προπολεμικές και οι πρώτες μεταπολεμικές γενιές. Όπως τα θυμήθηκα και όπως μου τα θύμισαν. Ήταν μια αποκάλυψη για μένα η διαπίστωση ότι το κάθε παιχνίδι είχε έναν ή περισσότερους παιδαγωγικούς σκοπούς. Όλα είναι σχολείο εποπτικό, πρακτικό’, λέει ο Κώστας Προκόβας στην εισαγωγή αυτού του πονήματός του ‘Λαϊκά παραδοσιακά παιχνίδια του Λιβαδίου Ολύμπου’.
Είναι σε απόλυτη γνώση του Κώστα Προκόβα, όταν η πέννα του καταγράφει τα παιχνίδια των παιδικών του μνημών, ότι διεγείρει τις μνήμες των παλαιοτέρων, μνήμες που ίσως σκούριασαν από τον αδυσώπητο χρόνο, αλλά που στην ουσία είναι μνήμες απέραντης τρυφεράδας, μνήμες γεμάτες νοσταλγία για μια ‘ανέμελη’ νιότη, που ούτε οι δύσκολοι καιροί των εποχών εκείνων μπόρεσαν να εξαλείψουν, μνήμες που αμέσως φέρνουν χαμόγελο στα χείλη.
Είναι σε απόλυτη γνώση του Κώστα Προκόβα, ότι καταγράφει κομμάτια του πολιτισμού της γενέτειράς του, ότι αποτυπώνει στο χαρτί τμήματα της ιστορίας του τόπου του, ότι δίνει πάλι αφορμή σε ειδικούς να προβληματιστούν για την ηλεκτρονική ‘παιχνιδολαγνεία’ και τις ‘αποθήκες πλαστικής, πλαστής και τελικά πλασματικής ευτυχίας’ που χαρακτηρίζουν σήμερα τα περισσότερα παιδικά δωμάτια.
Ο Κώστας Προκόβας δεν περιορίζεται μόνο στην καταγραφή των παιχνιδιών, αλλά τη συνδέει με την δημόσια παιδική -και όχι μόνον- αναψυχή που προσέφερε ο Καραγκιόζης, η μεγάλη αυτή παιδαγωγική μορφή της εποχής στην πληθυσμιακή μάζα του χωριού. Προχωράει περαιτέρω στην αναφορά της παρουσίας του θεάτρου στο Λιβάδι έως και σήμερα, προβάλλοντας όλο το διαχρονικό πλέγμα της ‘Αναψυχής’ που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει την κοινωνία του Λιβαδίου. Ενός τόπου ταλαιπωρημένου από τις ιστορικές συγκυρίες, αλλά πάντα όρθιου και ζωντανού, με ανθρώπους που έχουν τα χέρια τους γεμάτα ρόζους και γραφίδες, με νοικοκυραίους εσωστρεφείς που πίνουνε φθόγγους κλαρίνου με ιαματικό τσίπουρο και τον μεζέ τον χορεύουν συρτά στα 3, παράδοξοι απόγονοι μιάς παράδοσης κάτω από τη σκιά του Δία. Ενός τόπου, όπου ο λίγος χρόνος που διέθεταν τα παιδιά και οι μεγάλοι για χαμόγελα, ισορροπούσε τον πολύ χρόνο της στεναχώριας και των δακρύων της σκληρής καθημερινότητας της εποχής.
‘Πώς να κρυφτείς απ' τα παιδιά; Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα’, λέει ο Διονύσης Σαββόπουλος στο τραγούδι του για το Λαύριο. Οι ειδικοί πάλι λένε ότι το να στερήσουμε από ένα παιδί το παιχνίδι, είναι σαν να στερούμε από έναν ενήλικα τη δυνατότητα να σκεφτεί και να μιλήσει. Τα τότε παιδιά του Λιβαδίου αντιστάθηκαν στην ‘άνωθεν’ στέρηση των παιχνιδιών τους που η εποχή επέφερε από μόνη της, δημιουργώντας πρωτοβουλιακά τη δική τους δυνατότητα να σκέφτονται και να μιλούν.
Τα παιδιά του Λιβαδίου της εποχής εκείνης δεν είχαν αφεντικά, όπως αφεντικά δεν έχουν τα παιγνίδια και τα τραγούδια, λέει ο Προκόβας. Τα παιδιά του Λιβαδίου, όπως ίσως και όλα τα παιδιά της γης, ήταν ήδη μεγάλα όταν έπαιζαν με τα αυτοδημιούργητα παιχνίδια-τιμαλφή τους, τα αντικείμενα των ονείρων τους. Γιατί τα παιδιά αυτά έφτιαχναν από μόνα τους τα όνειρά τους. Τα παιδιά του Λιβαδίου και του κόσμου της εποχής εκείνης έπλεκαν μόνα τους τις ονειροπαγίδες τους με γήινα υλικά της φτωχής τους καθημερινότητας. Και γι’ αυτό τα όνειρα δεν πρόδιδαν ποτέ τα παιδιά, γιατί δεν πήγαιναν και με τους ύπνους των μεγάλων. Τα παιδιά του Λιβαδίου δεν είχαν την πολυτέλεια της αγοράς των παιγνιδιών τους και επομένως την πλαστή και εκμαυλιστική εμπορική εξαγορά τους από άλλους.
Κι εμείς οι μεγάλοι που γεράσαμε πλέον και πιάσαμε τα στασίδια, εμείς οι ιδανικοί αυτόχειρες της γενιάς μας που την ιστορία παίξαμε στα 5 δάχτυλά μας και βάλαμε τη χώρα μας ενέχυρο και θα την παραδώσουμε για πρώτη φορά φτωχότερη στα παιδιά μας, ας αναλογιστούμε μέσα από τη γραφή του Κώστα Προκόβα το τι κάναμε, το τι καταφέραμε και το τι παραδίδουμε. ‘Το φάρμακον της μετανοίας κατασκευάζεται πρώτον από καταγνώσεως των οικείων αμαρτημάτων’ έγραφε ο Μέγας Βασίλειος.
Ελάχιστη ανταπόκριση και ανταπόδοση στην πνευματική προσφορά του Κώστα Προκόβα, η υποχρέωσή του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου μας, να αποδεχθεί, ευγνωμονώντας, τη ευγενή δωρεά των δικαιωμάτων του όμορφου αυτού πονήματος, όπως και των προηγουμένων, αλλά να προστρέξει και σε αυτή την έκδοσή του, μία έκδοση που διαβάζοντάς την, θα τρυφερέψει την ψυχή μας και θα βουρκώσει τα μάτια μας από εκείνη την ανατριχίλα που πολλές φορές ο αδυσώπητος χρόνος την έχει παραχώσει στα έγκατα της σκέψης μας.
Κώστα Προκόβα, σ’ ευχαριστούμε από καρδιάς. Το δικό σου παιγνίδι εκείνης της δύσκολης και ιδρωμένης από κακουχίες και καημούς εποχής, έχει ως αποτέλεσμα τη σημερινή μας συγκίνηση, έχει ως αποτέλεσμα μια γεύση από τρυφερό χαμόγελο, μια όαση στο γκρίζο τοπίο της καθημερινής μας σοδειάς από στεναγμούς και θλιβερές ειδήσεις, που είναι πλέον η ρουτίνα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.