Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Οι Έλληνες Βλάχοι και η “Αρμάνικη Φάρα”


Άρθρο του τέως δημάρχου Μετσόβου και Ευρωβουλευτού Ι. Αβέρωφ
που δημοσιεύθηκε στις 8/7/06 στην εφημερίδα "Το Βήμα" σελ.7-8.
Οι Έλληνες Βλάχοι και η “Αρμάνικη Φάρα”

Ποιοί είναι και τι επιδιώκουν με την προπαγάνδα τους οι "Αρμάνοι"; 

Στο Αντάμωμα των Bλαxων της Ελλάδος από τις 7 ως τις 9 Ιουλίου στα Γιάννινα, στο Μέτσοβο και στη Μηλιά, έχει αυτοκληθεί η Αυτοαποκαλούμενη «Αρμάνικη Φάρα της Ρουμανίας», η οποία με έντυπό της καλεί τους «Αρμάνους»-μέλη της να εκδράμουν σε πολλά «όμορφα μέρη της Πίνδου» το διάστημα από 4 έως 11 Ιουλίου 2006.

Πριν από έναν μήνα περίπου, στις 23 Μαΐου, «Εθνική Ημέρα των Αρμάνων», δηλαδή των Βλάχων, περίπου δύο χιλιάδες μέλη της «Κοινότητας των Αρουμάνων (Βλάχων) της Ρουμανίας», η οποία ονομάζεται και «Αρμάνικη Φάρα της Ρουμανίας», ζήτησαν εκ νέου την αναγνώρισή τους ΩΣ εθνικής μειονότητας. Η «Αρουμανική Κοινότητα στη Ρουμανία» ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2004 στη Ρουμανία και είναι οργανωμένη σε ομοσπονδιακή βάση. Σύμφωνα με το Καταστατικό της ονομάζεται και «Αρμάνικη Φάρα στη Ρουμανία». Έχει την έδρα της στο Βουκουρέστι και χρησιμοποιεί στη σφραγίδα της δίγλωσσο ρουμανικό και «αρμάνικο» λογότυπο. Μέλη της είναι Ρουμάνοι πολίτες «αρμάνiκnς εθνικής καταγωγής». 
Μεταξύ των καταστατικών της σκοπών αναφέρονται: 
α) η αναγνώριση των «Αρμάνων» ως διακριτής εθνότητας με νεολατινική γλώσσα, 
β) η διατήρηση και καλλιέργεια της «αρμάνικης» γλώσσας, των παραδόσεων και της πνευματικής κληρονομιάς των «Αρμάνων» στη Ρουμανία και στις βαλκανικές χώρες όπου αυτοί διαβιούν και ιδιαίτερα στους τόπους της κοιτίδας της καταγωγής τους, 
γ) η ίδρυση παραρτημάτων της Κοινότητας σε περιφερειακό, κρατικό και διεθνές επίπεδο και 
δ) η δημιουργία ενός αντιπροσωπευτικού οργάνου στο οποίο να μετέχουν τα μέλη του δικτύου των «αρμάνικων» εθνικών οργανώσεων που θα ιδρύσει η Κοινότητα στις βαλκανικές χώρες όπου ζουν «οι Αρμάνοι».

Ο εθνικός μύθος της «Αρμάνικης Φάρας», που έχει την έδρα της στο Βουκουρέστι, συνοψίζεται στο ότι «οι Αρμάvοι είναι οι μόνοι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, που δεν ήταν Έλλnνες» και εκφράζεται συμβολικά στη σφραγίδα της που φέρει τον ήλιο της Βεργίνας, το σύμβολο της μακεδονικής δυναστείας, διότι η Μακεδονία και η Βεργίνα είναι ο τόπος καταγωγής του «αρμάνικου έθνους» εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια!!! «Εθνικός ύμνος» του «αρμάνικου έθνους» είναι το ποίημα του ρουμανοδιδασκάλου Κονσταντίν Μπαλαμάτσε, «Ντιμαντάρεα Παριντεάσκα» (Γονική Παραίνεση), γραμμένο το 1888 στα ρουμανικά και διασκευασμένο σήμερα στην «αρμάνικη γλώσσα» για τις ανάγκες του «έθνους».
Στην Ελλάδα εμφανίζονται ως ιδεολογικοί συνοδοιπόροι της «Αρμάνικης Φάρας της Ρουμανίας», για την πραγμάτωση των εθνικών της σκοπών, η «Εταιρεία Αρουμανικού (Bλάχικου) Πολιτισμού» με έδρα την Αθήνα και μεμονωμένοι «Αρμάνοι ακτιβιστές».

Ποιοι είναι στην πραγματικότητα οι εμφανιζόμενοι εθνικά ως «Αρμάνοι» σήμερα; Ποια η σχέση τους με την Ελλάδα κι εμάς τους Έλλnνες Βλάχους;

Οι αυτοπροσδιοριζόμενοι σήμερα εθνικά «Αρμάνοι» είναι μέρος των απογόνων των ρουμανιζόντων Βλάχων, που αποίκισαν ως Ρουμάνοι το Καντριλατέρ της Νότιας Δοβρουτσάς την περίοδο 1924-30, ύστερα από κάλεσμα της τότε βασιλικής ρουμανικής κυβέρνησης. Σε ότι αφορά τους αποίκους, επρόκειτο τότε για ρουμανίζοντες Βλάxoυς απ' όλες τις νοτιοβαλκανικές χώρες. 
Η πίστη που υποσχέθηκαν οι Ρουμανόβλαxοι άποικοι τότε στον βασιλικό οίκο της Ρουμανίας φαίνεται ότι είναι το μόνο στο οποίο ανταποκρίθηκαν πάντοτε με συνέπεια. Στη χώρα που τους υποδέχθηκε ως «Μεγάλη Μάνα» φαίνεται ότι δεν τα βρήκαν και τόσο βολικά ή - καλύτερα – δεν εκπληρώθηκαν οι προσδοκίες οι οποίες τους είχαν καλλιεργηθεί. Η ανάληψη της εξουσίας στη Ρουμανία από τους κομμουνιστές, πολιτικούς αντιπάλους των κατ' εξοχήν με τη ρουμανική Ακροδεξιά συνδεδεμένων αποίκων, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της σχέσης αρκετών από αυτούς με τη «Μεγάλη Μάνα» Ρουμανία. Είτε επιφανή είτε λιγότερο σημαίνοντα, αλλά πάντα δραστήρια μέλη της ρουμανικής φασιστικής «Λεγεώνας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ», γνωστής κυρίως ως «Σιδηράς Φρουράς», οι γόνοι των πατριαρχικά οργανωμένων ρουμανιζόντων Βλάχων αποίκων αναμείχθηκαν έντονα στην πολιτική ζωή τnς «Mητέρας Πατρίδας» Ρουμανίας.
Σήμερα ο ιδεολογικός και πολιτικός πυρήνας της μεταμοντέρνας «αρμάνικης» εθνογένεσης συγκροτείται από το δίκτυο των απογόνων αυτών των αποίκων, συνεπικουρούμενο ιδεολογικά και πολιτικά από γηραιούς ρουμανίζοντες Βλάχους, ακροδεξιούς σιδηροφρουρίτες, που εγκατέλειψαν τη Ρουμανία μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και κατέφυγαν στη Δυτική Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αναντίρρητα η συντελούμενη «αρμάνικn» εθνογένεση στη Ρουμανία και στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας μπορεί να θεωρηθεί και στο πλαίσιο τnς μεταμοντέρνας αντίληψης για τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Γι' αυτό και εμφανίζεται να έχει τη συνδρομή όλων εκείνων των φορέων που αυτόκλητα υποστηρίζουν τέτοιες κινήσεις.
Η «αρμάνικη» εθνική μυθολογία, όπως συμβαίνει με όλους τους εθνικισμούς, διατυπώνει μια ενιαία θεωρία καταγωγής για να νομιμοποιήσει τους εθνικούς πολιτικούς της στόχους. Το μαρτυρεί σειρά εντύπων και επίσημων διακηρύξεων της «Αρμάνικης Φάρας». Η εμφύσηση «αρμάνικης» εθνικής συνείδησης και η Καλλιέργεια ιδιαίτερης «αρμάνικης» εθνικής ταυτότητας στους Βλάχους της Ελλάδας και των άλλων βαλκανικών χωρών είναι ο πρωταρχικός της στόχος.

Σε μια πρώτη αντίδραση όλα αυτά προκαλούν το μειδίαμα. Τα πράγματα είναι όμως πιο σοβαρά καθώς ο «αρμάνικος» εθνικισμός συμβάλλει - και εξυπηρετεί- στην επαύξηση της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στα Βαλκάνια, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι εμφανίζoνται διεθνώς από τους ιδεολογικοπολιτικούς πάτρωνες των «Αρμάνων» οι Bλάχoι της Eλλάδoς ως ένας απειλούμενος με εξαφάνιση ή πογκρόμ λαός. Περιττό να αναφερθεί τι είδους συνειρμούς φέρνει στα διεθνή φόρα το άκουσμα τέτοιων εκφράσεων. Είναι φανερό ότι η «αρμάνικn» εθνική προπαγάνδα, όπως και η ρουμανική, της oπoίας συνιστά μετά την κατάρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού απότοκο και παράλλnλο υποπροϊόν, θεωρεί ότι «n ιστορία, n γλωσσολογία και n ανθρωπολογία είναι θεραπαινίδες των πολιτικών», για να τις εκμεταλλεύεται κατά το δοκούν. Η ανάγνωση, η ερμηνεία και η κατανόησή της δεν είναι δυνατή, ούτε και επιτρεπτή, στο υπεραπλουστευτικό επίπεδο του πλέγματος των αρχαϊκών κοινωνικών δομών ή των διαπροσωπικών σχέσεων και μόνο, όπου έντεχνα θέλει να τις προβάλλει η εθνικιστική «Αρμάνικη Φάρα».
Η αυτοπροσδιοριζόμενη ως εθνικά «αρμάνικη» συλλογικότητα έχει σαφές πολιτικό πρόγραμμα. Αποβλέπει, σύμφωνα με τις διακηρύξεις της, στη διάδοση της εθνικής της ιδέας, στην εφαρμογή του δικού της συστήματος εγγραμματισμού της «βλάχικης γλώσσας» με συνέπεια την εναρμόνιση, ομογενοποίηση και εξαφάνιση των βλάχικων διαλέκτων μια ώρα αρχύτερα, την πολιτιστική και πολιτική ποδηγέτηση των Βλάχων, ως και τη δημιουργία «αυτόνoμων αρμάνικων πολιτιστικών και πολιτικών οντοτήτων σε περιφερειακό επίπεδο».

Η ψύχραιμη αυτή προσέγγιση ίσως θεωρηθεί από κάποιους ως εκδήλωση ή επιχείρηση καλλιέργειας «φοβικών συνδρόμων». Και αυτό διότι αρεσκόμαστε στον τόπο μας συχνά στον μύθο, ο οποίoς είναι θελκτικός και παραμυθητικός καθώς μπορεί να κολακέψει και να νανουρίσει, ενώ η γνώση και η αυτογνωσία είναι συχνά οδυνηρές. 
Ο ιδιότυπος «αρμάνικος» μειονοτικός εθνικισμός, που κατασκευάζει και μετατρέπει τον μυθολογικό λόγο για το παρελθόν σε πολιτικό εργαλείο και μέσο προπαγάνδας, μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί. Ο «αρμάνικος» εθνικισμός λειτουργεί αποπροσανατολιστικά καθώς συσκοτίζει τα πράγματα στο επίπεδο του θεωρητικού προσδιορισμού της όποιας βλάχικης παράδοσης και πολιτισμού εν γένει. 
Η διαστρέβλωση του ιστορικού παρελθόντος αλλά και η παραπληροφόρηση για τα σύγχρονα βλάχικα πράγματα είναι βασικά χαρακτηριστικά του «αρμάνικου» εθνικιστικού λόγου. Σε αυτό το πλαίσιο επιχειρείται, για παράδειγμα, να εμφανιστεί η δράση της ρουμανικής προπαγάνδας και η ύπαρξη των ρουμανικών μειονοτικών ιδρυμάτων (1860-1945) ως δράση της «αρμάνικης» εθνικής κίνησης. 
Επίσης, η μη δεσμευτική Σύσταση (1333/1997) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά «με τη γλώσσα και τον πολιτισμό των Αρωμούνων», που υποβλήθηκε από τον καταλανό εθνικιστή βουλευτή Ντε Πoυΐγκ, προβάλλεται τεχνηέντως ως αναγνώριση της «αρμάνικης εθνότητας», πράγμα που δεν ισχύει.
Η αυτόκλητη επίσκεψη των «Αρμάνων» στο Αντάμωμα των Βλάχων εντάσσεται στις δράσεις της αυτοαποκαλούμενη «Αρμάνικης Φάρας της Ρουμανίας» στην προσπάθειά της να σφυρηλατήσει τους «εθνικούς της δεσμούς» με τους απανταχού Βλάχους, στο πλαίσιο του αγώνα «για τnv αναγνώρισn των εθνικών μειονοτικών τους δικαιωμάτων». Το ίδιο καθεστώς διεκδικεί η «Αρμάνικη Φάρα» τόσο για την ίδια στη Ρουμανία όσο και για τους διάφορους και διαφορετικούς μεταξύ τους βλάχικους πληθυσμούς στα Βαλκάνια, δίχως βέβαια να της έχει ζητηθεί ποτέ κάτι τέτοιο και από κανέναν. 

Σε ό,τι αφορά την Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων Ελλάδας και τους άλλους βλάχικους φορείς ή βλάχικης καταγωγής πολιτικούς παράγοντες, οι δηλώσεις για την αυτονόητη ελληνικότητα των Βλάχων της Eλλάδος δεν αρκούν. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι «η καταγωγή δεν προκαθόρισε την ιστορική εξέλιξη των Βλάχων, αλλά αντίστροφα, n πορεία αυτής τnς εξέλιξης γέννησε τον αντίστοιχο προβλnματισμό και για την όποια καταγωγή τους». Θα πρέπει να ξεκαθαριστεί το πλαίσιο των υπαρκτών ή ανύπαρκτων σχέσεων με τις φερόμενες γενικά ως βλάχικες και τις εθνικά «αρμάνικες» οργανώσεις του εξωτερικού. Διότι ό,τι σήμερα φέρεται ως βλάχικο εκτός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, το ίδιο δεν προσλαμβάνει τον εαυτό του πάντοτε και ως ελληνικό. Το γεγονός αυτό πιστοποιεί η ύπαρξη και η δράση τω ποικιλώνυμων «αρμάνικων» εθνικών οργανώσεων στις γειτονικές χώρες. Για οποιονδήποτε λόγο, που δεν μπορεί να αναλυθεί εδώ διεξοδικά, τα μέλη της «Αρμάνικης Φάρας» αντιλαμβάνονται το παρελθόν τους διαφορετικά και αυτοπροσδιορίζονται αντίστοιχα. Με την ουσιαστική διαφορά ότι δεν αρκούνται μόνο σε αυτό. 
Η «Αρμάνικη Φάρα» υποστηρίζει σαφείς εθνικούς πολιτικούς στόχους και χρησιμοποιεί όλα τα δυνατά μέσα για να τεκμηριώσει στο παρελθόν το ιστορικά ανυπόστατο, πρόσφατα επινοημένο εθνικό «αρμάνικο» αίσθημα. Καθώς κάτι τέτοιο δεν μπορεί να σταθεί στην Ελλάδα, καλλιεργείται τo ιδεολόγημα ενός «αδικημένου», επαρχιώτικου «αρμάνικου» / βλάχικου «Εμείς», που το επιβουλεύονται όλοι και πρωτίστως εμείς οι Έλληνες Βλάχοι. Για την ειλικρίνεια των ανειλικρινών της προθέσεων η «Αρμάνικη Φάρα» προβάλλει ιδιαίτερα την όποια θεωρούμενη κοινή τοπική καταγωγή από τις μητροπολιτικές εστίες των Βλάχων στην Ελλάδα. Μέσω του «παραρτήματος» τnς στην Αθήνα και των «Αρμάνων ακτιβιστών» παρεμβαίνει με διεκδικητικό λόγο για τα πολιτιστικά πράγματα των Βλάχων της Eλλάδος.
Γι' αυτό και φροντίζει αυτόκλητα να κάνει αισθητή την παρουσία της στην όποια συλλογική εκδήλωση των βλάχικων πολιτιστικών φορέων. Ευτυχώς που στην εποχή μας οι δυνατότητες επικοινωνίας είναι πολλές και διαφoρετικές. Το γεγονός αυτό καθαυτό, ότι στο Αντάμωμα των Βλάχων θα επισκεφθούν τα μέρη της Πίνδου και οι άλλοι, οι διαφορετικοί, δεν πρέπει να ενοχλεί. Κάθε άλλο. Και αυτό όχι μόνο επειδή η φιλοξενία είναι ελληνική παράδοση.

Η επαφή με την πραγματικότητά μας θα θέλαμε να ελπίζουμε ότι θα τους βοηθήσει να αντιληφθούν πόσο διαφορετικός είναι ο αληθινός βλάχικος κόσμος από αυτόν που παρουσιάζεται στα έντυπα της «αρμάνικης» εθνικής προπαγάνδας. Είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να δουν και να αντιληφθούν την πραγματική διαφορά ανάμεσα σε μας τους Έλλnνες Βλάχους και στους εθνικά «Αρμάνους». 
Κατά πόσο όμως οι συμπεριφορές και οι πολιτικές επιδιώξεις της «Αρμάνικης Φάρας» και του ελλαδικού της «παραρτήματος» επιτρέπουν κάτι τέτοιο και είναι ικανές να συμβάλουν στη διαμόρφωση και διασφάλιση ενός αμοιβαίου σεβασμού; Κάτι τέτοιο θα παραμείνει για πολύ καιρό ακόμη ζητούμενο, καθώς δεν μοιάζει να ανήκει στις άμεσες προθέσεις της. 
Οι τελευταίες τους διακηρύξεις, οι οβιδιακές μεταμορφώσεις του ιδεολογήματός τους, σε συνάρτηση με τις συμπεριφορές και προτεραιότητες των πολιτικών και ιδεολογικών τους πατρώνων, προσιδιάζουν στoυς εθνικά «Aρμάνους», με τον χαρακτηρισμό του χαμαιλέοντος των Βαλκανίων. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των αρουμάνικων φορέων στη Ρουμανία δεν συμμερίζεται την πολιτική της «Αρμάνικης Φάρας» και τα μέλη τους αλλάζουν μετερίζι με μεγάλη ευκολία. 
Ο πρόεδρος της Αρμάνικης Αδελφότητας της Δοβρoυτσάς «Ο βοσκός της Πίνδου», με έδρα την Κονστάντσα, δήλωνε σχετικά «Στη Ρουμανία, οι Αρμάνοι δεν είναι μειονοτικοί, ήταν, είναι και θα είναι Ρουμάνοι. Πρόκειται, για την ακρίβεια, για Pουμάνους καταγόμενους από τα Βαλκάνια ... 
Η ονομασία της "Aρμάνικης Φάρας" είναι στην πραγματικότητα το περιτύλιγμα μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που κατάφερε έτσι να αποσπάσει σεβαστή οικονομική επιχορήγηση». Tις τελευταίες απόψεις συμμερίζεται και η πολιτική τάξη της Ρουμανίας, η οποία θεωρεί ότι «το ενδιαφέρον της χώρας για τις κοινότητες των Ρουμάνων/Βλάχων/ Αρμάνων στις γειτονικές Χώρες και στα Βαλκάνια προήλθε από τηv αποφασιστική συγγένεια και τους πολιτιστικούς, γλωσσικούς και θρησκευτικούς δεσμούς με αυτές. Γι' αυτό και το υπουργείο Εξωτερικών συντρέχει τις προσπάθειες των Κοινοτήτων των Ρουμάνων/ Βλάχων/Αρμάνων στις γειτονικές χώρες και στα Βαλκάνια για τη διατήρnσn της εθνικής, γλωσσικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής τους ταυτότητας υποστηρίζοντας την πραγματοποίηση προγραμμάτων που αφορούν: τη ρουμάνικη γλώσσα, τα ρουμανικά σχολεία, τα μέσα μαζικής ενnμέρωσnς και την τέλεση των ιερών ακολουθιών στη μητρική γλώσσα, τη διατήρnσn και εμπλουτισμό της ρουμανικής πολιτιστικής κληρονομιάς».

Αντιλαμβάνεται ο καθένας μας ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τη δική μας πραγματικότητα, αυτή των Βλάχων Ελλάδας. Για μας, που μεγαλώσαμε τα παιδιά μας και μεγαλώνουμε τα εγγόνια μας στις προγονικές εστίες των Βλάχων, προτεραιότητα έχει η αγωνία του υλοτόμου του κτηνοτρόφου, του τυροκόμου, της υφάντρας, που κρατούν ζωντανούς τους τόπους μας και μαζί και τις τοπικές μας παραδόσεις. Η συζήτηση για τους τρόπους ανάδειξης της πλούσιας πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεν επιτρέπεται να γίνει αντικείμενο της όποιας εθνικιστικής πολιτικής της «Αρμάνικης Φάρας» και της οικονομικής εκμετάλλευσης από τους δήθεν ενδιαφερόμενους και συνδεδεμένους με αυτή ελλαδικούς, εθνικά «αρμάνικους» και μη, παράγοντες.

Σε ό,τι αφορά το ετήσιο Αντάμωμα των Βλάχων, κορυφαία πολιτιστική διοργάνωση της Ομοσπονδίας των Πολιτιστικών Συλλόγων των Βλάχων της Ελλάδας, είναι καιρός να αναζητηθούν και άλλες μορφές πραγματοποίησής του. Θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για περισσότερους λόγους.
Πρώτον, για να διασφαλιστεί και να αναδειχθεί ο πολιτιστικός του χαρακτήρας. Δεύτερον, γιατί είναι ανεπίτρεπτη για την εποχή μας η συντελούμενη επιφανειακή προσέγγιση του βλάχικου πολιτιστικού ζητήματος, που συντηρείται και τροφοδοτεί τη μικροπολιτική εκμετάλλευση του από τους Βλάχους και μη πολιτικούς παράγοντες, σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, ακόμη και για φθηνούς ψηφοθηρικούς λόγους. Η βλάχικη πολιτιστική κληρονομιά μας είναι συνδεδεμένη άμεσα με πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ τους χωροχρόνους. Η γνωριμία μαζί της δεν μπορεί να γίνει στη βάση της φολκλορικής ή μουσειακής αντιμετώπισης. Γίνεται κατανοητό ότι σε αυτό το πλαίσιο δεν χωρούν τυχοδιωκτισμοί και δεν μπορούν να γίνουν παραδεκτές οι όποιες προσωπικές ή άλλες στρατηγικές και λογικές.

Ι. Αβέρωφ
τ. δήμαρχος Μετσόβου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 8/7/06 στην εφημερίδα "Το Βήμα" σελ. 7-8

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.