Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας
Μικρογραφίες
Το παλαιότερο δείγμα ζωγραφικής είναι οι μικρογραφίες του περίφημου πορφυρού Βερατινού κώδικος, σπανιότατου χειρογράφου Ευαγγελίου, πιθανώς 6ου αι., σε μεγαλογράμματη γραφή. Οι περισσότερες μικρογραφίες χειρογράφων χρονολογούνται μεταξύ 9ου - 14ου αι. και διακρίνονται για το κάλλος της χρυσογραφίας. Δείγματα έξοχης βυζαντινής τεχνοτροπίας, βρίσκονται σε δύο κώδικες του Αυλώνος (τέλος 11ου, αρχές 12ου αι.). Οι μορφές θυμίζουν ανάλογα έργα της Κωνσταντινουπόλεως 10ου αι.
~ (Φωτο) Μεταμόρφωση του Χριστού. Εικόνα του 16 ου αιώνα, έργο του Ονούφριου Νεοκαστρήτη από το Ελμπασάν. Εικόνα από τον Ναό της Ευαγγελίστριας στο Βεράτιο. Κορυτσά, Μουσείο Καλών Τεχνών του Μεσαίωνα.
Αγιογραφία
Βυζαντινή περίοδος
Οι παλαιότερες φορητές εικόνες στην Αλβανία, προέρχονται από τους 12ο - 14ο αι. Η Παναγία η Οδηγήτρια της Μπόριας στη Κορυτσά, και η Παναγία του Μπλάστι σε σπηλιά της Μεγάλης Πρέσπας, θεωρούνται από τις ωραιότερες δημιουργίες βυζαντινής τέχνης. Η τεχνοτροπία της εποχής της Μακεδονικής Δυναστείας και ιδιαίτερα των Παλαιολόγων (μέσα 13ου – τέλη 14ου αι.), που άνθησε στην Κωνσταντινούπολη και στην Θεσσαλονίκη, έχει βαθιά επηρεάσει και τα σωζόμενα στην περιοχή έργα. Ιδιαίτερα επιβλητική σε κάλλος είναι η μορφή του αρχαγγέλου Μιχαήλ της Μπόρια Κορυτσάς (14ος αι.).
Αξιόλογα δείγματα βυζαντινών τοιχογραφιών έχουν διασωθεί σε απόμερες τοποθεσίες, όπως των σπηλαίων Βλαστόνιε, Λέτμι, Κάλμετ κοντά στη Λέζα (12ος ). Στους 13ο και 14ο αι. δημιουργήθηκαν σημαντικά έργα, μεταξύ των οποίων οι τοιχογραφίες των Μονών Απολλωνίας και Ρουμπίκ – ΝΑ της Σκόδρας – των ναών στο Βάου-ι-Ντέγιες, επίσης της Σκόδρας, στο Μάλιγκραντ, νησάκι της μεγάλης Πρέσπας, και του κάστρου του Βερατίου. Η ζωγραφική τεχνοτροπία παρουσιάζει τοπικές, βυζαντινές αλλά και δυτικές επιδράσεις. Εντονότερη εμφανίζεται η στροφή προς τα αρχαιοκλασικά πρότυπα στις τοιχογραφίες της τράπεζας της Μονής Απολλωνίας (τέλος 13ου, αρχές 14ου αι.), που διακρίνονται για το υψηλό καλλιτεχνικό τους επίπεδο (π.χ. η προσευχή στη Γεσθημανή). Έξοχες τοιχογραφίες ανώνυμου ζωγράφου του 14ο αι. διατηρούνται στο εξωτερικό και εσωτερικό του ναού στο νησί Μάλιγραντ της μεγάλης Πρέσπας (1345 – 1369).
Μεταβυζαντινή περίοδος
Αξιοποιώντας με τρόπο μεγαλοφυή όλες τις προηγούμενες παραδόσεις, ο Ονούφριος ο Νεοκαστρίτης από το Ελμπασάν αναδεικνύεται τον 16ο αι. ο σημαντικότερος ζωγράφος της Αλβανίας. Από το έργο του διασώθηκαν οι εικόνες του εικονοστασίου των ναών Ευαγγελιστρίας και Αγίου Δημητρίου στο κάστρο του Βερατίου και οι τοιχογραφίες στον Άγιο Νικόλαο, Σέλτσαν και στους Αγίους Θεοδώρους Βερατίου. Ο μεγάλος καλλιτέχνης κινείται στη βυζαντινή παράδοση, αλλά αφομοιώνει δημιουργικά επιτεύγματα της δυτικής τέχνης της εποχής του. Στα έργα του Ονουφρίου εντυπωσιάζουν ο αρμονικός συνδυασμός ζεστών χρωμάτων με ισχυρούς τόνους και διαφάνεια, η μεταλλαγή των παραδοσιακών κανόνων, η ψυχολογική ένταση των προσώπων, η αντίθεση φωτός-σκιάς και το έντονο δραματικό στοιχείο που διαπνέει τις τοιχογραφίες του. Η καλλιτεχνική πνοή του Ονούφριου δημιουργεί μια αγιογραφική σχολή στην Αλβανία, που θα την ονομάζαμε «Σχολή του Βερατίου». Όσοι ακολούθησαν, ο γιος του Νικόλαος, ο Ιωάννης, συνεργάτης του τελευταίου, αργότερα ο Ονούφριος ο Κυπριώτης και άλλοι ανώνυμοι που αγιογράφησαν ναούς σε διάφορες περιοχές της Αλβανίας, είναι έντονα επηρεασμένοι από αυτόν, χωρίς να φθάνουν το ύψος του.
Τον 17ο αι. συνεχίζεται η καλλιτεχνική δημιουργία και πολλοί ναοί διακοσμούνται με φορητές εικόνες και τοιχογραφίες – περιοχή Βερατίου, χωριά της Μουζακιάς, Μοσχόπολη, Βιθκούκι, Λουμπόνια, Πόσταιναν, Ράντοβο, Λουντζηριά. Ο Ονούφριος Κυπριώτης αγιογραφεί (1622) τον Ναό της Παναγίας στη Βραχογοραντζή, με ήρεμο, ισορροπημένο τρόπο, που δείχνει ταλαντούχο καλλιτέχνη, που δεν συγκινεί όμως έντονα όπως ο συνώνυμός του. Τοιχογραφίες με ελληνικές υπογραφές διασώζουν ονόματα αρκετών αγιογράφων, όπως των Μιχαήλ Λινοτόπι και του συντρόφου του Νικόλα, στον Προφήτη Ηλία Στεγοπόλεως (1653), Μιχαήλ και Κωνσταντίνου Γραμόζη, Μιχαήλ Ζέρμα. Πολλοί ναοί αγιογραφήθηκαν από ανωνύμους, όπως η μονή Αγ. Ιωάννη Προδρόμου Μοσχοπόλεως (1659).
Από τους εντοπίους αγιογράφους του 18ου και 19ου αι. διακρίνονται οι: Δαβίδ Σελενίτσα από τη Σελενίτσα Κολώνιας, Κωνσταντίνος Σπαταράκος από τη Σπαθία, Κωνσταντίνος και Αθανάσιος Ζωγράφος από την Κορυτσά, μαζί με γιους και εγγονούς, Γεώργιος και Ιωάννης Τσετίρη από την Γκραμπόβα μαζί με γιους και εγγονούς, Νικόλα Γκούγκα από τα χωριά της Μουζακιάς. Έτσι, μετά τη «Σχολή του Βερατίου» των 16ου - 17ου αι., θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για ομάδα αγιογράφων της «Σχολής Κορυτσάς», των 18ου - 19ου αι. Στους καλλιτέχνες αυτούς είναι φανερές οι επιδράσεις της ζωγραφικής του Αγίου Όρους, αλλά και της δυτικής τεχνοτροπίας. Στα έργα των Κορυτσαίων Κωνσταντίνου και Αθανασίου Ζωγράφου (μέσα 18ου αι.) παρατηρούνται και τάσεις μπαρόκ, οι προσωπογραφίες είναι πιο πλαστικές, αφθονούν τα εθνογραφικά στοιχεία.
Εκφραστικά φανερώνεται ο πλούτος των μεταβυζαντινών τοιχογραφιών στους 7 σωζόμενους ναούς της Μοσχοπόλεως. Ιδιαίτερα στους τοίχους του Αγίου Νικολάου, που «ιστόρησε» ο Δαβίδ Σελενίτσα (1726), συναντούμε 2000 μορφές σε ποικιλία συνθέσεων. Στα έργα του εντύπωση προξενούν τα χρώματα, η λακωνική σύνθεση, η ρεαλιστική του διάθεση, το ενδιαφέρον για το περιβάλλον και την προοπτική, η προσπάθεια να γίνουν οι άγιοι οικείοι στο εκκλησίασμα (π.χ. η μορφή του αρχιδιακόνου Στεφάνου). Ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες σώζονται και σε άλλες περιοχές, π.χ. μονής Αγίας Τριάδος Πέπελης, που εικονογραφήθηκε από τον Αδάμη Θεοτόκη (1754), Παναγίας Πέτσας (1770), Αγ. Σπυρίδωνος, Βουνό (τέλος 18 ου αι.). Την ίδια εποχή αγιογραφήθηκαν πολλοί ναοί στη Μουζακιά, όπως Αγ. Γεωργίου, Λιμπόφς (1782) από τον Κορυτσαίο Κωνσταντίνο και τον γιο του Τέρπο, Αγ. Νικολάου, Βανάϊ (1795) και Αγ. Αθανασίου Καραβαστά (1797) από τους αδελφούς Γεώργιο και Ιωάννη Τσετίρη.
Στις αρχές του 19ου αι. ο Ιωάννης Τσετίρη και ο ανηψιός του Νικόλαος αγιογραφούν τον Ναό Αγίου Γεωργίου στη Στρούμα· ο Νικόλαος Τσετίρη τον Ναό Αγίου Νικολάου στη Κρούτια (1811)· ο Ιωάννης Τσετίρη και ο γιος του, Ναούμ, τον Άγιο Νικόλαο στο Τόσκεζ, (1813). OΙωάννης και ο ανιψιός του, Νικόλαος, (1801) τον Άγιο Θεόδωρο στο Κατιπασάι. Μεθοδική έρευνα ίσως προσδιόριζε και μια τρίτη τάση αγιογραφίας, τη «Σχολή Μουζακιάς».
Ιστορικά βιβλία παλαιοτέρων εποχών περιγράφουν πολύτιμα κειμήλια μεταλλοτεχνίας, μικρογλυπτικής, κεντητικής. Από αυτή την εκκλησιαστική καλλιτεχνική δημιουργία, σώζονται αρκετά έργα ξυλογλυπτικής: εικονοστάσια, άμβωνες, δεσποτικά, επιτροπικά (τέμπλα Κορυτσάς, Μοσχοπόλεως, Αρδενίτσας, Λάμποβου, Αργυροκάστρου, Λιμπόφς, Βερατίου, Ελμπασάν, Λεούσας, Λασόβας, Σωπικής, Βiθκούκι), αργυροχοϊας, μεταλλουργίας (ιερά σκεύη, καλύμματα Ευαγγελίων), κεντητικής, (π.χ ο Επιτάφιος της Γλαβενίτσας). Αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν επαρκώς μελετηθεί.
Η ορθόδοξος αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας δείχνει έμπρακτο ενδιαφέρον για την έρευνα, την καταγραφή και αναστήλωση των διασωθέντων ορθοδόξων μνημείων. Πάρα πολλοί ναοί και μονές, κυρίως σε απομονωμένες ορεινές περιοχές, με πλούτο τοιχογραφιών υπό την απειλή του χρόνου και των δυσμενών καιρικών συνθηκών, αναμένουν μελετητές και αναστηλωτές. Τα πολύτιμα ορθόδοξα κειμήλια της τέχνης της δυτικής αυτής ακριτικής περιοχής του Βυζαντίου και αργότερα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όσα δεν λεηλατήθηκαν από διάφορους κατά καιρούς επιδρομείς, παραμένουν πολιτιστικός πλούτος της Αλβανίας αλλά και, γενικότερα, σημαντικά μνημεία της βαλκανικής και της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.