Πόσο λίγο ταξιδεύουμε στὰ Βαλκάνια!! Κι ὅμως ὅσοι εἶχαν τὴν ἔμπνευση καὶ τὴν περιέργεια νὰ περιηγηθοῦν ἢ κι ἁπλῶς νὰ ἐπισκεφθοῦν τὴν κεντρικὴ Μακεδονία κι ἰδίως τὰ μέρη γύρω στὶς μεγάλες λίμνες τῆς Ἀχρίδας, τῆς Πρέσπας, τῆς Καστοριᾶς, τοῦ Ὀστρόβου, καθὼς καὶ τῆς Μαλίκης, αἰσθάνθηκαν μίαν ἀπὸ τῆς ζωηρότερες καὶ βαθύτερες ἐκπλήξεις. Οἱ περιοχὲς αὐτές, μὲ τὰ καταγριὰ καὶ γραφικὰ βουνά, μὲ τὶς ἀπότομες κι ἀπρόσιτες κλεισοῦρες, μὲ τὰ φαράγγια, μὲ τὶς πρόσχαρες κοιλάδες, μὲ τὶς πηγές, μὲ τὰ ποτάμια καὶ πρὸ πάντων μὲ τὶς ἐξαίσιες λίμνες τους, ἀποτελοῦν τὰ μαγευτικότερα τοπία τῆς Βαλκανικῆς κι ἴσως καὶ τῆς Εὐρώπης. Ἡ Ἀχρίδα εἶναι μία ἀπὸ τὶς ὡραιότερες λίμνες τοῦ κόσμου καὶ μονάχα μὲ κείνη τῆς Γενεύης μπορεῖ νὰ παραβληθεῖ. Τὰ νερὰ τῆς εἶναι τόσο διάφανα καὶ κρυστάλλινα, ἑνὸς τέτοιου ἀσπρογάλαζου χρωματισμοῦ, μ’ ἀποχρώσεις, ποῦ κάθε στιγμὴ κι ἀλλάζουν, ὥστε ὅλοι ὅσοι τὴν περιηγήθηκαν ἔμειναν σὰ σαστισμένοι ἀπὸ τὴν ἀνείπωτη γοητεία της. Ἀπὸ τοὺς δικούς μας ὁ Καρμίτσης ὁ Δήμιτσας κι ἄλλοι· ἀπὸ τοὺς ξένους ὁ Πουκεβίλλ, ὁ Μπωζούρ, ὁ Ἀμὶ Μπουέ, ὁ Χᾶν κι ἄλλοι δὲν βρίσκουν λέξεις γιὰ νὰ τὴν ὑμνήσουν. Ἀλλὰ καὶ τὰ γύρωθε λεκανοπέδια κι οἱ πλαγιὲς τῆς περιοχῆς αὐτῆς προσφέρουν μίαν ἐκπληκτικὴ θέα στὸν ἐπισκέπτη ἢ τὸ στρατοκόπο, ποῦ δὲν περιμένει ποτὲ πὼς ἐκεῖ ψηλὰ καὶ σ’ ἕνα ὑψόμετρο, ποὺ κυμαίνεται ἀνάμεσα στὰ 800 καὶ 1000 μέτρα, στὸ κέντρο τῆς Μακεδονίας, μπορεῖ νὰ νοιώσει τόσες συγκινήσεις ποὺ τοῦ δίνει ἡ γύρω θαυμαστὴ φύση.
Σ’ ἕνα τέτοιο λεκανοπέδιο 1200 μέτρων πάνω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας καὶ σ’ ἀπόσταση πέντε ὡρῶν ἀπὸ τὴ λίμνη τῆς Ἀχρίδας κᾶ τριῶν ἀπὸ τὴν Κορυτσὰ εἶναι χτισμένη ἢ καλλίτερα ἦταν χτισμένη ἢ περίφημη Μοσχοπόλι, σὲ μία παραφυάδα τοῦ Τομάρι, τὴν Ὄπαρη. Ἡ τοποθεσία τῆς ἄλλοτε θάταν μοναδικὴ μὲ τὰ δασωμένα γύρω βουνά, μὲ τὶς λευκὲς ποῦσαν φυτεμένες στὶς ὄχτες τῶν τριῶν ποταμῶν, ποὺ διέσχιζαν τὴν πόλη καὶ τὴν ἄλλη πλούσια βλάστηση τοῦ κάμπου της. «Ἢ Μοσχοπόλι, γράφει κάποιος, ποῦ πιθανῶς τὴν γνώρισε, εἶναι πόλι μεγάλη καὶ ὄμορφη, ἀνάμεσα εἰς βουνά, εἰς μίαν πεδιάδα χαριέστατη, καταρρυτη ἀπὸ νερὰ θαυμάσια Τρέχουν ἀπὸ μέσα τῆς τρεῖς ρύακες, οἱ ὅποιοι χύνονται εἰς ἕνα ποταμό, ὅπου ἀπερνὰ ἀπὸ κάτω της πρὸς τὸ Βορρᾶ. Ὃ ἀέρας τῆς εἶναι καθαρότατος καὶ ὑγιεινότατος καὶ τεκμήριο εἶναι οἱ ἄνθρωποι, ὅπου εἶναι σχεδὸν ὅλοι ὄμορφοι, ἀσπροκόκκινοι καὶ εὐεκτικοί. Τὰ πέριξ βουνὰ εἶναι χαριέστατα, κατάφυτα ἀπὸ πεύκους καὶ ἐλάτια ὑψηλότατα». Δυστυχῶς σήμερα τὰ βουνὰ ἔχουν ἀποψιλωθεῖ, τὰ ποτάμια τρέχουν ἀνάμεσα σὲ λευκὲς πέτρες κι’ ο κάμπος εἶναι σχεδὸν ἀκαλλιέργητος. Ἡ σύγχρονη Μοσχοπόλι δίνει τὴν ἐντύπωση μίας ἐρειπωμένης νεκρουπόλεως, μὲ τὶς λίγες καλύβες της καὶ τὰ πολλά της χαλάσματα. Κι ὅμως στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τῆς Ὄπαρης καὶ κλιμακωτὰ χτισμένη, σὲ τρεῖς διαδοχικὲς σειρὲς σπιτιῶν βρίσκονταν ἡ Μοσχοπόλι, ποὺ περνοῦσε σὰν ἄλλη Ἀθήνα τῶν χρόνων τῆς τουρκοκρατίας μὲ τὶς πολλὲς χιλιάδες τῶν κατοίκων της, μὲ τὸ λαμπρὸ κοινοτικό της σύστημα, μὲ τὶς ὀργανωμένες συντεχνίες της, μὲ τὴ θαυμαστὴ βιοτεχνία τῶν χαλιῶν κι ἄλλων μάλλινων εἰδῶν, ὀνομαστῶν στὴν Ἀνατολὴ καὶ στὴν Εὐρώπη, μὲ τὰ φημισμένα σχολειά της, μὲ τὶς ἰδιόρρυθμες καὶ μεγάλες ἐκκλησιές της, ὑποδείγματα ἀρχιτεκτονικῆς στὰ Βαλκάνια καὶ μὲ τὰ πλούσια ἰδιωτικὰ σπίτια της, τὰ καλλίτερα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Τουρκίας. Βλέποντας κανεὶς τὴ σημερινὴ κατάντια τοῦ τόπου, μονάχα μὲ τὴ φαντασία, μὲ τὶς ἀναπαραστάσεις τῶν παλαιῶν περιγραφῶν καὶ μὲ τὴ βοήθεια τῶν ἀξιόπιστων πηγῶν, μπορεῖ νὰ συλλάβει τὸ τί ὑπῆρξε στὴν ἀκμή της ἡ Μοσχοπόλι. Μὲ τὴ συνδρομὴ τῶν τριῶν αὐτῶν στοιχείων, ἂς προσπαθήσουμε νὰ παρασύρουμε τὸν ἀναγνώστη στὸν ἱστορικό μας περίπατο στὴ θρυλικὴ Μοσχοπόλι.
(Από τον πρόλογο του συγγραφέα)
*Ο Φάνης Μιχαλόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1901 και σπούδασε νομικά χωρίς ποτέ να ακολουθήσει το επάγγελμα του δικηγόρου. Υπήρξε ιστορικός, συγγραφέας και δημοσιογράφος. Από πολύ νέος δημοσίευσε φιλολογικά και ιστορικά μελετήματα. Το πρώτο του βιβλίο κυκλοφόρησε το 1930 με τίτλο Τα Γιάννενα και η νεοελληνική αναγέννησις 1648/1820. Ακολούθησαν τα βιβλία,Ρήγας ο Βελεστινλής, 1930, Διονύσιος Σολωμός 1931, Ο Παπαδιαμάντης 1933, Παπαδόπουλος Βρεττός, 1938, Το Αττικό ύπαιθρο και τοπίο, 1940, Κοσμάς ο Αιτωλός. 1940. Η Μοσχόπολις, 1941, Εκδόσεις και μεταποιήσεις του Εθνικού μας Ύμνου 1941, Κωστής Παλαμάς, 1943, και πολλά άλλα. Μια από τις τελευταίες εργασίες του υπήρξε το βιβλίο Οι τελευταίες στιγμές του Μεσολογγίου, το 1957. Η εργασία του για τον Κοσμά Αιτωλό θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα του. Απεβίωσε το 1960.
Περισσότερες πληροφορίες: Εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.