Της Αρχαιολόγου Αντουανέττας Καλλέπα
Μέρος Α’
Οι Αρχαίοι Θράκες απο τον 8ο π.Χ. αιώνα ως τα τέλη της Αρχαιότητας
~ (Φωτο) Επιτύμβιο Ανάγλυφο με Προτομές Νεκρών και απεικόνιση του Θράκα Ιππέα. Φωτο: Μιλτιάδης Μπ. (Αρχ. Μουσείο Σερρών)
Κατά την διάρκεια του 8ου αιώνα ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες των Ελλήνων να ιδρύσουν αποικίες στην Χαλκιδική και την Προποντίδα. Οι Θράκες προέβαλαν σθεναρή αντίσταση και οι Έλληνες δεν μπόρεσαν αρχικά να θέσουν υπό τον έλεγχο τους τον Ελλήσποντο, τον κλοιό κατάφερε να σπάσει πρώτη η Μίλητος (Πρώτο μισό 7ου αιώνα) την οποία ακολούθησαν και άλλες Ελληνικές πόλεις. Μετά τις πρώτες πολεμικές συγκρούσεις, η εγκατάσταση των Ελλήνων αποίκων πρέπει να έγινε ειρηνικά, όπως φαίνεται απο τα αρχαιολογικά ευρήματα που δεν υποδεικνύουν μαζικές καταστροφές.
Ο 7ος π.Χ. αιώνας είναι η εποχή κατά την οποία οι Θράκες έρχονται σε επαφή με τους Ελληνες, και ο 6ος αιώνας με τους βόρειους γείτονες τους, Κιμμέριους, Σκύθες. Αγάθυρσους. Κατά τον 5ο αιώνα και το μεγαλύτερο μέρος του 4ου αιώνα οι Σκύθες, οι Θράκες του βορρά και οι Ελληνες του Πόντου πέτυχαν μια εξαιρετικά επωφελή συνεργασία: οι Θράκες προμήθευαν αγροτικά προϊόντα, δέρματα, ρούχα και κάνναβη, οι Ελληνες πολυτελή αγαθά (κοσμήματα, φίνα αγγεία) και κρασί, οι Σκύθες έδιναν δούλους και εξασφάλιζαν την ασφαλή διακίνηση ανθρώπων και προϊόντων
Η εκστρατεία του Δαρείου κατά των Σκυθών (513/2 π.Χ.) είχε ως αποτέλεσμα τον μερικό έλεγχο της νότιας Θράκης. Οι Πέρσες όμως αποχώρησαν από την περιοχή το 478 π.Χ., διωγμένοι από τους Αθηναίους. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Τήρης Α’ (450-431 π.Χ.) δημιούργησε την πρώτη πολιτική οντότητα στη Θράκη, το κράτος των Οδρυσών, και συνήψε εμπορικές σχέσεις με τους γείτονες Ελληνες και Σκύθες.
Αξιος διάδοχος του Τήρη ήταν ο Σιτάλκης Α’ (431-424 π,Χ.), ο οποίος επέκτεινε το βασίλειο, κατασκεύασε οδικό δίκτυο, οργάνωσε τακτικό στρατό και συνέβαλε τα μέγιστα στον εξελληνισμό των Θρακών. Ηταν επίσης πολύ πλούσιος: από φόρους εισέπραττε ετησίως 400 τάλαντα χρυσού και αργύρου. Διατήρησε τις καλές σχέσεις με τους Σκύθες και τους Αθηναίους: όταν οι τελευταίοι αντιμετώπισαν προβλήματα στη Χαλκιδική, ο Σιτάλκης έσπευσε να τους βοηθήσει με στρατό 150.000 ανδρών. Σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια εκστρατείας εναντίον των Τριβαλλών ή, ίσως, δολοφονήθηκε από τον ανηψιό του Σεύθη, ο οποίος τον διαδέχθηκε. Ο Σεύθης Α’ (424-415 π.Χ.) αύξησε τα πλούτη του εκμεταλλευόμενος τα μεταλλεία και τα κτηνοτροφικά προϊόντα της χώρας του και έκοψε χρυσά και ασημένια νομίσματα.
~ (Φωτο) Αττικός ερυθρόμορφος αμφορέας από το Βούλτοι (περί το 450 πΧ.). Ο μαθητής και φίλος του Ορφέα Μουσαίος κρατά τη λύρα του και παρακολουθεί την καθιστή Τερψιχόρη που παίζει άρπα (βρετανικό Μουσείο).
Τον Σεύθη Α’ διαδέχθηκαν οι γιοι του Αμάδοκος, Μαισάδης και Ευρύξελμις Α’, που μοιράστηκαν τα εδάφη, και από το 405 ως το 391 π.Χ. ο γιος του Μαισάδη, Σεύθης Β’. Ακολουθεί ένα χάσμα μέχρι το 384 π.Χ., οπότε βασιλιάς έγινε ο Κότυς Α’, που επανίδρυσε ουσιαστικά το κράτος του, αμφισβητώντας την ισχύ των Αθηναίων στον Ελλήσποντο. Η δολοφονία του το 359 π.Χ. ήταν το αποτέλεσμα της επιλογής του να υποστηρίξει αντίπαλο του Φιλίππου Β’ για τον μακεδόνικο θρόνο. Ακολούθησε νέα περίοδος χάους, με τρεις παράλληλους ηγεμόνες, τον Κερσοβλέπτη, τον Βηρισάδη και τον Αμάδοκο, που υποτάχθηκαν σταδιακά στον Φίλιππο, ο οποίος έθεσε τέλος στην ανεξαρτησία του κράτους των Οδρυσών το 342/1 π.Χ. Ο Μακεδόνας βασιλιάς κατέκτησε όλη τη Θράκη νότια του Δούναβη και, για να ισχυροποιήσει τη θέση του, πήρε σύζυγο του την κόρη του βασιλιά των Γετών, Μήδα.
Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η περιοχή παραχωρήθηκε στον στρατηγό Λυσίμαχο. Τότε ο γιος του Κερσοβλέπτη, Σεύθης Γ’ πέτυχε να επανιδρύσει το βασίλειο των Οδρυσών, με πρωτεύουσα τη Σευθόπολη. Ομως, το κράτος αυτό δεν είχε την ισχύ του προκατόχου του. Μετά τον θάνατο του Λυσιμάχου, οι Γαλάτες που επέδραμαν στον ελληνικό χώρο, με αρχηγό τον Κομοντόριο, ίδρυσαν ένα γαλατο-θρακικό κράτος με πρωτεύουσα την Τύλη ή Τυλίδα, το οποίο διατηρήθηκε επί 60 χρόνια (273-213 π.Χ.). Ακολούθησε νέα μακεδόνικη επικυριαρχία και μια σειρά ηγεμόνων που δεν μπορούσαν να επιβληθούν: Κότυς Β’, Κότυς Γ’, Ραισκούπορις Α’ και Ράσκος. Ροιμητάλκης Α’, Ραισκούπορις Β’, Κότυς Δ’ ο Μέγας (12-19 μ.Χ.), Ραισκούπορις Γ’ και Κότυς Ε’, Ροιμητάλκης Β’ και οι γιοι του Κότυος Ε\ Ροιμητάλκης Γ’. Ολοι αυτοί οι βασιλείς ήταν κατ’ ουσία πειθήνια όργανα της Ρώμης.
Τέλος, το 46 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Κλαύδιος κατέστησε τη Θράκη ρωμαϊκή επαρχία με πρωτεύουσα την Πέρινθο. Δύο αιώνες αργότερα, ο Διοκλητιανός δημιούργησε τη «Διοίκηση» της Θράκης (Dioecesis Thracia) που διαιρέθηκε σε 6 επαρχίες : (1) Επαρχία Κάτω ή Δευτέρας Μοισίας, μεταξύ Δούναβη και Αίμου, με πρωτεύουσα τη Μαρκιανούπολη (σημ. Πρέστλαφ), (2) Επαρχία Σκυθίας, στα βορειοανατολικά παράλια του Εύξεινου Πόντου, με πρωτεύουσα την Τόμις (σημ. Κωνστάντζα), (3) Επαρχία Θράκης, από τον Αίμο μέχρι τον Εβρο, με πρωτεύουσα τη Φιλιππούπολη (σημ. Πλόβντιβ), (4) Επαρχία Αιμιμόντου, στο ανατολικό τμήμα της Θράκης μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, με πρωτεύουσα την Αδριανούπολη (σημ. Εντιρνε), (5) Επαρχία Ροδόπης, στο νότιο τμήμα, με πρωτεύουσα την Αίνο (σημ. Ενέζ), (6) Επαρχία Ευρώπης, με πρωτεύουσα την Ηράκλεια (αρχ. Πέρινθος, σημ. Εσκί Ερεγλί).
[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Περισκόπιο της Επιστήμης”, Τεύχος 301]
Μέρος B’
H Γλώσσα των Αρχαίων Θρακών
Oι θράκες δεν άφησαν γραπτά μνημεία. Από την άποψη αυτή, η ιστορία τους θα μπορούσε να ανήκει σχεδόν αποκλειστικά στη σφαίρα της προϊστορίας, αφού -ως γνωστόν- η γραφή είναι το στοιχείο που διαχωρίζει την προϊστορία από την πρωτοϊστορία και την ιστορία. Επομένως, ο όρος “θρακική” γλώσσα είναι καθαρά τεχνητός.
~ (Φωτο) Χρυσή Προτομή του Ρωμαίου Αυτοκράτωρα Σεπτίμιου Σεβήρου που βρέθηκε στην περιοχή του Διδυμότοιχου (αρχ. Πλωτινόπολη). Τώρα βρίσκεται στο Μουσείο Κομοτηνής
Ασαφής είναι ακόμη κα η προέλευση του ονόματος “Θράκη” και “θράκες“. Πιθανότατα υπήρχε ένας αρχικός τύπος θράσικες (πβ αρχ. ελλ, θρασκίας / θρακίας [άνεμος που πνέει από τη Θράκη) και ποντ. Θρασκέας) Από αυτόν, με σίγηση του ο-, προέκυψε το Θράικες /θράκες και η χώρα θράικη /Θράκη ή θραίκη (στην ιωνική διάλεκτο Θρηίκη). Αλλη εκδοχή θεωρεί ότι η λέξη αποτελεί παραφθορά της λέξης τραχεία, η οποία αναφέρεται στο βαρύ κλίμα της περιοχής. Αντίθετα η μυθολογία αποδίδει το όνομα οτη Θράκη, κόρη του Ωκεανού και της Παρθενόπης, αδελφή της Ευρώπης και ετεροθαλή αδελφή της Ασίας και της Λιβύης.
Οι γνώσεις μας για τη γλώσσα αυτή, που προφανώς αποτελείτο από ένα σύνολο διαλέκτων, είναι εξαιρετικά περιορισμένες, Τα στοιχεία που διαθέτουμε από τις αναφορές των Ελλήνων συγγραφέων περιλαμβάνουν 43 διαλεκτικές λέξεις (γλώσσες) και 1.500 κύρια ονόματα. Βρέθηκαν επίσης επιγραφές σε δύο χρυσά δακτυλίδια οπό το Εζέροβο και το Ντιβανλί και σε αργυρά σκεύη από το Ντιβανλί και την περιοχή του Καζανλάκ. Για την απόδοση των λέξεων είχε χρησημοποιηθεί το ελληνικό αλφάβητο, το οποίο το θρακικά φύλα είχαν υιοθετήσει από πολύ νωρίς, για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες επικοινωνίας με τους γείτονες τους. Ελληνικές επιγραφές συναντούμε και στα αργυρά σκεύη από το Ρογκόζεν.
Η μελέτη του υλικού έδειξε ότι η γλώσσα των Θρακών άνηκε στη μεγάλη ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, επομένως ήταν συγγενής και της ελληνικής. Αυτό αποδεικνύεται επίσης από ελληνικές λέξεις που διαβάστηκαν σε πινακίδες της Γραμμικής Β και παράλληλα εντοπίζονται και στη Θράκη. Τοπωνύμια που λήγουν σε -dava-dew. -bria και ονόματα οε -geri -para θεωρούνται θρακικής προέλευσης.
Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας στη Θράκη ξεκίνησε με τον αποικισμό του 7ου πΧ αιώνα. Ωστόσο, ο Αιλιανός αναφέρει ότι οι Θράκες όχι μόνο δεν γνώριζαν να γράφουν αλλά θεωρούσαν τη χρήση της γραφής μεγάλη ντροπή. Πάντως, τα ανώτερα μέλη της θρακικής κοινωνίας είναι βέβαιο ότι ήταν περισσότερο καλλιεργημένα. Ο Ξενοφών, κατά την επιστροφή των Μυρίων από την Ασία συναντήθηκε με τον βασιλιά Σεύθη Β’. Αν και η μεταξύ τους συνομιλία έγινε με τη βοήθεια διερμηνέα, ο Σεύθης ήταν σε Θέση να κατανοήσει την ελληνική γλώσσα. Μάλιστα, ο ίδιος ο Σεύθης διακήρυξε τη συγγένεις και τους κοινούς δεσμούς που συνέδεαν τους Θράκες με τους υπόλοιπους Ελληνες και δη τους Αθηναίους.
Η κατάσταση άλλαξε ριζικά από την εποχή του Φιλίππου και τη σταδιακή ενσωμάτωση των θρακικών φύλων στο μακεδονικό βασίλειο. Η δημιουργία νέων πόλεων και οι στενές εμπορικές σχέσεις είχαν ως αποτέλεσμα την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας με τη μορφή της ελληνιστικής κοινής. Η γλωσσική αφομοίωση είχε ήδη ολοκληρωθεί τη Ρωμαϊκή εποχή, όταν το κεντρικό και το νότιο τμήμα της αρχαίας Θράκης ήταν ελληνόφωνο (σε αντίθεση με τα τμήματα βόρεια του Αίμου, όπου η λατινική ήταν πιο διαδεδομένη). Μάλιστα, ο ποιητής Οβίδιος αναφέρει oτι ο βασιλιάς Κότυς Δ’ ο Μέγας συνέθεσε ποιήματα σε ελληνικούς στίχους τόσο καλούς ώστε δυσκολα θα πίστευε κάποιος ότι ήταν έργο Θράκα.
Η κεντρική Θέση της Θράκης στο ελληνόφωνο ανατολικό ρωμαϊκό κρότος και η γειτνίαση με την Κωνσταντινούπολη συνέβαλαν ώστε η ελληνική γλώσσα να καθιερωθεί οριστικά και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο. Μόνο στα ορεινά, όπου είχαν αποσυρθεί οικογένειες Θρακών επιβίωσαν θρακικά ονόματα τον 4ο μ.Χ αιώνα. Ομως, οι εισβολές ξένων λαών έθεσαν τέλος στο θρακικό υπόστρωμα και αποτέλεσαν το έναυσμα της άφιξης των Σλάβων τον 6ο και 7ο αιώνα.
[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Περισκόπιο της Επιστήμης, Τεύχος 301]
Πηγή: History Of Macedonia
~ Σχετικές αναρτήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.