Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Νικόλαος Δούμπας (1830-1900)


ΕΛΕΝΗΣ ΒΑΦΕΙΑΔΟΥ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ

Πολύ λίγοι φιλόμουσοι που επισκέπτονται την περίφημη βιεννέζικη αίθουσα συναυλιών Musikverein γνωρίζουν πως ο δρόμος μπροστά από το Μέγαρο των Φίλων της Μουσικής (Dumba Strasse) φέρει το όνομα ενός Έλληνα «Μαικήνα των Τεχνών».

Ο Νικόλαος Δούμπας γεννήθηκε στη Βιέννη το 1830 από Έλληνες γονείς της Διασποράς. Ο πατέρας του, Στέργιος Δούμπας, είχε γεννηθεί στη Βλάστη του νομού Κοζάνης [η οικογένεια του, όμως, καταγόταν από το Λινοτόπι του Γράμμου, βλ.εδώ]  και έφυγε γύρω στα 1817 για τη Βιέννη, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο, ίδρυσε με τα αδέρφια του εμπορική εταιρεία με την επωνυμία «Υιοί Μιχαήλ Δούμπα» και απέκτησε σημαντική περιουσία.
Υπήρξε ένας από τους ευεργέτες της Ελλάδας (κατά τον Γούδα διέθεσε κρυφά περιουσία για τον αγώνα του 21), όπως αργότερα ο γιός του Νικόλαος (Πανεπιστήμιο Αθηνών από τα θεμέλια ήδη, Αρσάκειο Παρθεναγωγείο, Νοσοκομεία, κληροδοτήματα για σπουδές, καθώς και τη δαπάνη για τη ζωγραφική της ζωφόρου του Πανεπιστημίου με βάση τα διασωθέντα σχέδια του Rahl και ζωγράφο τον Eduard Lebiedski που έστειλε ειδικά από τη Βιέννη).

Ο Νικόλαος άσκησε το επάγγελμα του εμπόρου και του Βιομηχάνου (Κλωστοϋφαντουργεία στο Tattendorf) αλλά ασχολήθηκε και με την πολιτική με την εκλογή του στην Βουλή της Κάτω Αυστρίας στην οποία υπήρξε και πρόεδρος, την εκλογή του στην Άνω Βουλή, τη συμμετοχή του σε διάφορες επιτροπές κυρίως οικονομικές ή σχετικές με την Παιδεία. Ανήκε στην παράταξη των Φιλελευθέρων. Σε αναγνώριση των καλών του υπηρεσιών ονομάστηκε από τον Κάϊζερ Φραγκίσκο Ιωσήφ ισόβιο μέλος της Γερουσίας, τιμή σπάνια και για λίγους εκλεκτούς, και τελικά μυστικοσύμβουλος του Αυτοκράτορα

Ο Νικόλαος Δούμπας υπήρξε μέγας φιλότεχνος και φιλόμουσος. Το όνομά του συνδέεται άμεσα με τη διαφύλαξη του έργου του Σούμπερτ. Διατηρώντας παγκοσμίως τη μεγαλύτερη συλλογή έργων του συνθέτη, απέτρεψε το διασκορπισμό και την καταστροφή τους, ενώ παράλληλα συνέβαλε αποφασιστικά στην προβολή και τη μελέτη του υλικού που είχε συγκεντρώσει. Κληροδότησε 200 αυτόγραφα του συνθέτη στον Δήμο της Βιέννης. Το 1884 υποστήριξε την πρωτοβουλία και εν συνεχεία την πραγματοποίηση της συνολικής έκδοσης των έργων του Σούμπερτ. Γι’ αυτό και το 1997, έτος Σούμπερτ, κατά την επέτειο της συμπλήρωσης 200 χρόνων από τη γέννηση του συνθέτη, η πόλη της Βιέννης και η Δημοτική και Κρατική Βιβλιοθήκη τίμησε παράλληλα και τον Νικόλαο Δούμπα, δημοσιεύοντας τη βιογραφία του και λεπτομερή περιγραφή του συλλεκτικού του έργου. Στο Λεύκωμα που εκδόθηκε τότε, με την εικόνα του Δούμπα στην μπροστινή όψη και του Σούμπερτ στην πίσω, υπήρχε η αφιέρωση «… από τον Δήμο της Βιέννης με ευγνωμοσύνη και εκτίμηση προς τον επιφανή αυτόν Έλληνα, τον Νικόλαο Δούμπα».
Για πολλά χρόνια υπήρξε πρόεδρος της ανδρικής χορωδίας. Ο ίδιος είχε θαυμάσια φωνή τενόρου και είχε εξελιχθεί σε εξαίσιο τραγουδιστή λιντ. Την περίοδο που ήταν πρόεδρος του συλλόγου, με τις συμβουλές και τη δυναμικότητά του συνέβαλε στην ανέγερση του Musikverein, έναν χώρο συναυλιών σήμερα θαυμάζουν όλοι. Από τους πρωτεργάτες για την ανέγερση του λαμπρού αυτού κτιρίου, ο Δούμπας ήταν επί τριάντα χρόνια αντιπρόεδρος της Εταιρείας των Φίλων της Μουσικής. Είχε μια ξεχωριστή αίσθηση του ωραίου και συνεργάστηκε άριστα με τον Θεόφιλο Χάνσεν (όπως και για το Μέγαρο του Κοινοβουλίου). Με το αλάνθαστο αισθητικό του κριτήριο μπορούσε να διακρίνει το ταλέντο προωθώντας τους νέους καλλιτέχνες (Μάκαρτ, Kλιμτ).

Ήταν ο ίδιος που φρόντισε να στηθούν σε διάφορα σημεία της πόλης της Βιέννης αγάλματα των μεγάλων μουσουργών – του Σούμπερτ, του Μότσαρτ, του Γιόχαν Στράους υιού, του Μπραμς, αλλά και των Σίλλερ και Γκαίτε, του ζωγράφου Χανς Μάκαρτ, του Ράιμουντ και του Ραντέτσκι. Στο σαλόνι του μεγάρου του σύχναζαν οι κορυφαίοι των γραμμάτων, της οικονομίας, της τέχνης και της μουσικής. Στο φιλικό του περιβάλλον συγκαταλέγονταν διάσημοι καλλιτέχνες της εποχής, ενώ τον συνέδεε στενή φιλία με τον Μπραμς, τον Μάλερ, τον Βάγκνερ και τον Γιόχαν Στράους υιό, ο οποίος μάλιστα του αφιέρωσε, για τη συμμετοχή του στην επιτροπή επέκτασης της πόλης, το βαλς Neu- Wien [Νέα Βιέννη]. Ο Άντον Κραλ του αφιέρωσε το Dumba Marsh, σε αναγνώριση του έργου του.

Όταν πέθανε όλοι οι σύγχρονοί του είχαν την πεποίθηση, ότι θα έμενε για πάντα αλησμόνητος. Σε νεκρολογία της γράφτηκε μεταξύ άλλων: «Ποιός ξέρει; Ίσως μια μέρα το όνομά του θα είναι σύνθημα και παράδειγμα, και για όλους εκείνους που αξιοποιούν τον πλούτο τους για ευγενείς σκοπούς δεν θα λένε αυτός είναι Μαικήνας των Τεχνών αλλά είναι ένας Δούμπας».

Ο Δούμπας άφησε την τελευταία του πνοή στη Βουδαπέστη, όπου υπέστη καρδιακή προσβολή ενώ συμμετείχε σε κάποια επιτροπή, την 23η Μαρτίου του 1900. Η νεκρώσιμη ακολουθία τελέστηκε στο ναό της Αγίας Τριάδος, στη Βιέννη, παρουσία όλων των επισήμων και πλήθος λαού. Η ανδρική χορωδία έψαλε μπροστά στο Musikverein το Aller-seelen και κατά τον ενταφιασμό του στο ελληνικό τμήμα του κεντρικού Νεκροταφείου, σε οικογενειακό τάφο, τραγούδησε σύμφωνα με την επιθυμία που είχε κάποτε εκφράσει ο Δούμπας το Grablied από το έργο «Ο Θάνατος και η Κόρη» και το Nebensonnen του Σούμπερτ.

Ο Δήμος της Βιέννης μετονόμασε προς τιμήν του την οδό Καλλιτεχνών μπροστά από το Μusikverein σε οδό Δούμπα (Dumba Strasse, φωτογραφία σελ. 13). To 1903 παραχώρησε τιμητικό τάφο στο κεντρικό Νεκροταφείο, δίπλα στα μνήματα των μεγάλων μουσουργών (Μπετόβεν, Μπραμς, Μότσαρτ, Σούμπερτ, Γιόχαν Στράους) και μετά τη μετακομιδή των λειψάνων του ανήγειρε μεγαλοπρεπές μνήμα προς τιμήν του.

Πώς ασχολήθηκα με τον Δούμπα

Γνωρίσαμε, ο άνδρας μου κι’ εγώ, τον αξέχαστο μαέστρο Μιλτιάδη Καρύδη τη χρονιά του 1997. Διηύθηνε τότε τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ. Η αφορμή και ο λόγος των συναντήσεών μας ήταν ο θαυμασμός και το ενδιαφέρον που είχαμε, όπως και εκείνος, για τον Νικόλαο Δούμπα, μαικήνα των τεχνών στη Βιέννη του 19ου αιώνα.

Για τον Νικόλαο Δούμπα (1830-1900), γεννημένο στη Βιέννη από Έλληνες γονείς της Διασποράς στην Αυστροουγγαρία, είχα πρωτοδιαβάσει το 1984 στο βιβλίο του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης κ. Π.Κ. Ενεπεκίδη με τον τίτλο «Μακεδονικές Πόλεις και Οικογένειες (1750-1930)» (εκδόσεις «Εστία» 1984), στο βιβλίο του ιδίου «Η Βιέννη σε Μείζονα και Ελάσσονα τόνο», καθώς και στο βιβλίο «Βίοι Παράλληλοι» του Αναστασίου Γούδα (έκδοσης 1870), ο οποίος μάλιστα καταθέτει την προσωπική του μαρτυρία για την προσωπικότητα του Νικολάου Δούμπα.
Ο Μιλτιάδης Καρύδης, όπως μας είπε στην πρώτη μας κιόλας συνάντηση, ήθελε να γίνει κάτι, ώστε να γνωρίσει ο κόσμος κι’ εδώ στην Ελλάδα για το πόσο σπουδαίος υπήρξε για τις Τέχνες και τα Γράμματα ο Νικόλαος Δούμπας. Ο ίδιος ήταν γοητευμένος με όσα είχε διαβάσει και ακούσει στη Βιέννη για το έργο και την πολύπλευρη προσωπικότητα του Δούμπα.
Μιλούσε με ενθουσιασμό για την Musikverein και τη Dumba Strasse, και μάλιστα την ίδια εκείνη χρονιά, Μάρτιο του 1997, η πόλη της Βιέννης γιόρταζε τα διακόσια χρόνια από τη γέννηση του Βιεννέζου συνθέτη Franz Schubert μαζί με μια τιμητική εκδήλωση για το Δούμπα σαν αναγνώριση στο Δούμπα της διάσωσης του μεγαλύτερου μέρους των αυτογράφων του συνθέτη.

Ο Νικόλαος Δούμπας μαικήνας των Τεχνών, πολιτικός, βιομήχανος, επίτιμος δημότης της Βιέννης, λάτρης της μουσικής του Schubert, (με ταλέντο τενόρου στα Lieder του συνθέτη), κληροδότησε την πολύτιμη μεγάλη συλλογή του Αυτογράφων των έργων του Schubert στην αγαπημένη του γενέτειρα πόλη Βιέννη, για να διατηρηθεί και να παρουσιάζεται στο Δημοτικό Μουσείο. Αυτός ήταν που έθεσε το θεμέλιο για τη μεγαλύτερη, σε παγκόσμιο επίπεδο, συλλογή Αυτογράφων των έργων του Βιεννέζου συνθέτη.
Εκείνη τη χρονιά η Μουσική Βιβλιοθήκη της Βιέννης εξέδωσε κι’ ένα βιβλιαράκι με τίτλο «Nikolaus Dumba. Portrait eines Maezens», με τη φωτογραφία του Δούμπα στο μπροστινό εξώφυλλο και την εικόνα του Schubert στο τελευταίο.
 Το βιβλιαράκι αυτό καθώς και τη διατριβή της ιστορικού τέχνης Elvira Kοnecny, με τίτλο: «Die Familie Dumba und Ihre Bedeutung fur Wien und Oesterreich (1986)» μας τα διέθεσε ο Μ. Καρύδης να τα διαβάσουμε, να τα μεταφράσουμε, ώστε να φροντίσω εγώ κυρίως να μεταφερθεί η γνώση αυτή σε όποιους θα ενδιαφέρονταν να πραγματοποιήσουν κάποια εκδήλωση ή ότι άλλο θα μπορούσε να κάνει γνωστό το θέμα αυτό στο ευρύτερο ελληνικό κοινό.

Πράγματι με μεγάλη ευχαρίστηση έγινε το ξεκίνημα αυτό, είχαμε κι άλλες συναντήσεις μαζί του για το σκοπό αυτό μέχρι και τους πρώτους μήνες του 1998, όταν ξαφνικά το Μάρτιο εκείνου του χρόνου, τόσο άδικα, δυστυχώς έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος, ο μεγάλος μαέστρος που η πατρίδα του είχε την τιμή να τον έχει κοντά της τα τελευταία αυτά χρόνια της ζωής του μετά από μια λαμπρή διεθνή καριέρα.
Το όνειρο του Καρύδη ήταν στον ερχομό του 2000 και συγκεκριμένα το Μάρτιο, που θα συμπληρώνονταν τα 100 χρόνια από το θάνατο του Ν. Δούμπα, να είχαν αποδώσει οι προσπάθειές μας, ώστε να γίνονταν τελικά ένα αφιέρωμα στη μνήμη του Δούμπα και ο κόσμος να μάθει γι’ αυτόν και να τον θυμάται. «Μνήμη είναι το όνομα που δίνουμε στις ρωγμές της επίμονης λήθης» έλεγε ο Μπόρχες.

Συνέχισα λοιπόν ιδίως μετά το τραγικό γεγονός του θανάτου του Μ. Καρύδη την εκστρατεία για τον αρχικό αυτό σκοπό νοιώθοντας πολύ πιο έντονα την ευθύνη της υπόσχεσης που είχαμε δώσει, άλλωστε έγινε και δικό μας αγαπημένο θέμα. Ο άντρας μου μετέφρασε από τα γερμανικά και τα δύο βιβλία. (Μας τα είχε στείλει στο μεταξύ από τη Βιέννη η καθηγήτρια Elvira Konecny, με την οποία αλληλογραφούσαμε για αρκετό διάστημα, γιατί εκείνα που μας δάνεισε ο Μ. Καρύδης του τα είχαμε ήδη επιστρέψει όσο ζούσε). Μερικές πολύ σπάνιες και δύσκολες λέξεις τις στείλαμε σ’ ένα φίλο του Μ.Καρύδη, άριστο γνώστη της γερμανικής και της ελληνικής, που σύντομα μας έστειλε λεπτομέρειες γι’ αυτά που ρωτούσαμε μ’ ένα πολύ ευγενικό γράμμα. Όσο για μένα υπήρξε η υπόθεση αυτή, που είχα αναλάβει, μια πηγή έμπνευσης και ενθουσιασμού, κινητήριες δυνάμεις που χρειάζονταν για τα επόμενα βήματα, ώστε οι προσπάθειες να αποδώσουν καρπούς. Αλλά για την επίτευξη του σκοπού αυτού χρειάζονταν κάποια πρόσβαση σε μέσο ενημέρωσης ή σχετικό Οργανισμό.

Τον καιρό που ξεκίνησαν οι προσπάθειες παρακολουθούσαμε στο ραδιόφωνο του 9,84 την εκπομπή « Η Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη» του κ. Νίκου Κανελλόπουλου. Έτσι του τηλεφώνησα και με μεγάλο ενθουσιασμό δέχτηκε να κάνει αφιερώματα από την εκπομπή του για τον Νικόλαο Δούμπα. Στη συνέχεια πήγα στο γραφείο του στην Εθνική Τράπεζα και του έδωσα ένα δικό μου χειρόγραφο με πολλές λεπτομέρειες από τα βιβλία της Konecny, του Ενεπεκίδη και του Αναστασίου Γούδα καθώς επίσης και ένα αντίτυπο από το βιβλιαράκι της Μουσικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης το αφιερωμένο στο Σούμπερτ και τον Δούμπα, με τις εικόνες και των δύο. Αυτό το υλικό, άγνωστο ως τότε στο ελληνικό κοινό, χρησιμοποίησε ο κ. Κανελλόπουλος μαζί με τις λεπτομέρειες από το χειρόγραφό μου.

Ακολούθησαν πράγματι αφιερώματα από το σταθμό 9,84, έγραψε και ο ίδιος στο περιοδικό της Εθνικής Τραπέζης « Η Εθνική και ο Κόσμος της» στο τεύχος του Μάιου 2000 αριθ.15. Επίσης έκανε μια ομιλία στην αίθουσα της Λυρικής Σκηνής, την οποία παρακολούθησε πολύς κόσμος και εγώ. Στις 27 Νοεμβρίου του2003 ένα ακόμη αφιέρωμα από τον 9,84 με τίτλο «Η Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη και ο 9,84 πάει Μέγαρο».  Στο μεταξύ πήγα τα δύο φωτοτυπημένα αντίγραφα των βιβλίων στο Μέγαρο Μουσικής και συγκεκριμένα στη διευθύντρια της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» την κα Στεφανία Μεράκου.
Στις 9 Νοεμβρίου του 1998 έγραψα ένα γράμμα στον τότε πρέσβυ της Αυστρίας στην Αθήνα Dr. Hans Sabbadisch , σχετικά με το θέμα, και έλαβα απάντηση εκ μέρους αυτού και της συζύγου του με ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1998. 

Την άνοιξη του 1999 μίλησα τηλεφωνικά με την κα Λένα Σαββίδη σχετικά με το θέμα αυτό. Ζήτησε να της πάω ένα συνοπτικό άρθρο με τη μορφή γράμματος, που δημοσιεύτηκε στα «Νέα» της 15ης Ιουνίου του 1999. Επίσης έγραψα στον αείμνηστο πρόεδρο του Μεγάρου Μουσικής Χρήστο Λαμπράκη. (Μαικήνας κι’ εκείνος της Τέχνης στην Ελλάδα).  Την ίδια χρονιά επισκέφθηκα στο γραφείο του τον τότε πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών και του έδωσα σχετικό υλικό. (Αφορούσε τις δωρεές Δούμπα προς το Πανεπιστήμιο και την εικονογράφηση των Προπυλαίων). Δημοσιεύθηκε σχετικό άρθρο στο περιοδικό «Αθηνά» του Πανεπιστημίου στο τεύχος 15 του 1999. Eπισκέφτηκα τον τότε διευθυντή του Ωδείου Αθηνών και γνωστό βιρτουόζο του πιάνου Άρη Γαρουφαλή στο γραφείο του μετά από ραντεβού, που μου έκλεισε η δασκάλα του η αξέχαστη Μαρία Χαιρογιώργου-Σιγάρα. Μιλήσαμε για το Δούμπα, ήξερε κι’ ο ίδιος πολλά από τον καιρό που ήταν στη Βιέννη. Του έδωσα φωτοτυπημένο αντίγραφο από το βιβλιαράκι της Μουσικής Βιβλιοθήκης της Βιέννης. 

Την Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2000 το Μέγαρο Μουσικής διοργάνωσε, σε συνεργασία με τη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη», ρεσιτάλ πιάνου αφιερωμένο στα εκατό χρόνια από το θάνατο του Δούμπα, με πιανίστα το Γιάννη Ταξείδη σπουδαστή της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου, (ανερχόμενο ταλέντο 22 ετών). Ο ίδιος είχε δώσει συνέντευξη στον «Ελεύθερο Τύπο» λίγες μέρες πριν (Κυριακή 13 Φεβρουαρίου). Του ρεσιτάλ προηγήθηκε ομιλία του Μουσικολόγου της Βιβλιοθήκης κ. Πάνου Βλαγκόπουλου. Στη Μουσική Βιβλιοθήκη είχα δώσει τα βιβλία και ότι στοιχεία διέθετα σαν βοηθήματα για την ομιλία, και συναντηθήκαμε να μιλήσουμε σχετικά με την εκδήλωση. Επίσης στο περιοδικό «Ραδιοτηλεόραση» δημοσιεύθηκε στις 17 Μαρτίου 2000 άρθρο της δημοσιογράφου Ασπασίας Κακολύρη, μετά από γραπτά και φωτογραφίες που είχα εγχειρίσει στη διευθύντρια του περιοδικού, όταν την επισκέφθηκα στα γραφεία της ραδιοφωνίας (Βασ. Σοφίας και Ρηγίλλης). Το άρθρο αυτό αναφέρθηκε επίσης και στη συναυλία που θα γίνονταν στις 23 Μαρτίου στο Μέγαρο της Musikverein στη Βιέννη για τα 100 χρόνια από το θάνατο του Δούμπα με το όνομα Dumbakonzert, με έργα των: Johann Strauss, Frantz Schubert και Johannes Brahms.

Αρκετοί Έλληνες δημοσιογράφοι παραβρέθηκαν στην εκδήλωση αυτή και με την επάνοδό τους στην Ελλάδα έγραψαν σχετικά άρθρα, ώστε να γίνεται όλο και πιο πολύ γνωστό το όνομα του Δούμπα.
Ακούγοντας στην εκπομπή του Γ΄ Προγράμματος της ΕΡΤ «Μουσική και Πόλεις-Ήχος και Χώρος», τον αρχιτέκτονα-πολεοδόμο κ. Γιάννη Μιχαήλ, (παραγωγό της εκπομπής και βοηθό συνηγόρου του πολίτη τότε),του τηλεφώνησα στο σταθμό. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον, ήρθε στο σπίτι και του δώσαμε ένα φωτοαντίγραφο της διατριβής της Konecny. Αργότερα συναντηθήκαμε με τον μουσικοκριτικό κ. Κυριάκο Λουκάκο μετά από προτροπή του διάσημου Έλληνα βαθύφωνου Νικου Ζαχαρίου. ( Ήταν μαζί με τον κ. Μιχαήλ στα γραφεία του Συνηγόρου του Πολίτη). Σύντομα οι δυό τους έκαναν τέσσερα αφιερώματα, μιας ώρας το καθένα, στην εκπομπή του κ. Μιχαήλ για τα εκατό χρόνια από το θάνατο του Δούμπα. (15, 16, 22, 23 -7-2000). Λίγο καιρό πριν ο κ. Μιχαήλ είχε γράψει ένα άρθρο στην «Καθημερινή» με τίτλο «Νικόλαος Δούμπας, ένας Έλληνας Μαικήνας στη Βιέννη», στο οποίο με ανέφερε.

Διαβάζοντας το άρθρο αυτό ο αείμνηστος Μιχάλης Παπακωνσταντίνου ο γνωστός τέως υπουργός Εξωτερικών ζήτησε μέσω της εφημερίδας και του κ. Μιχαήλ το τηλέφωνό μου και με κάλεσε στο γραφείο του για περισσότερες λεπτομέρειες και του έδωσα όλα τα σχετικά στοιχεία. Έδειξε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και την πρόθεση να βοηθήσει. Τα ίδια πάλι στοιχεία και βιβλία σε φωτοαντίγραφα πήγα στο Μουσείο Μπενάκη για τη Μουσική βιβλιοθήκη που σχεδίαζαν να δημιουργήσουν τότε, όπως μου είχε πεί ο διευθυντής του Μουσείου κ. Άγγελος Δεληβοριάς. (Πήρα μάλιστα και ευχαριστήρια επιστολή με ημερομηνία 13 Μαρτίου 2002 από τον Πρόεδρο της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου κ. Δημ. Αρβανιτάκη).

Για τη διοργάνωση σχετικής εκδήλωσης στο νεοσύστατο τότε Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, απευθύνθηκα στην αείμνηστη Μαρία Χαιρογιώργου-Σιγάρα, δασκάλα, ως γνωστόν, του Άρη Γαρουφαλή, του Δημήτρη Σγούρου αλλά και του Νίκου Αθηναίου, που είχε αναλάβει διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Με πολύ θέρμη υποστήριξε αυτή την πρόταση και πήρε υπόσχεση από τον κ. Αθηναίο για την πραγματοποίηση αυτής της προοπτικής.
Σε τηλεφωνική μας επικοινωνία ο κ. Στέλιος Νέστορας ανταποκρίθηε με μεγάλη προθυμία και είπε ότι ήταν κιόλας στα σχέδιά τους. Την ίδια θερμότατη ανταπόκριση βρήκα και στον τωρινό δήμαρχο Θεσσαλονίκης κ. Γιάννη Μπουτάρη. Του είχα στείλει σημειώσεις και άρθρα και υποστήριξε την πραγματοποίηση μιάς τέτοιας εκδήλωσης. Αυτή τελικά έγινε τον επόμενο χρόνο δηλαδή στις 19 Μαρτίου 2001 στο καινούργιο τότε Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Και μάλιστα ήταν καλεσμένη η Elvira Konecny, που ήρθε από τη Βιέννη για το σκοπό αυτό και μίλησε μάλιστα για την προσωπικότητα και το έργο του Νικολάου Δούμπα.

Όταν διάβασα το βιβλίο «Βαλκάνιος Πραματευτής» (έκδοση Εξάντας 1998) του φιλολόγου και συγγραφέα κ. Χρήστου Ζαφείρη του τηλεφώνησα στη Θεσσαλονίκη (είχε λίγες αναφορές στο βιβλίο και για τον Δούμπα). Ήταν τότε διευθυντής της εφημερίδας «Αγγελιοφόρος» της Θεσσαλονίκης, και του έθεσα το θέμα. Σ’ ένα ταξίδι του στην Αθήνα μας επισκέφθηκε στο σπίτι, του έδωσα σημειώσεις μου και λεπτομέρειες που αφορούσαν τον Δούμπα, αλλά και μια φωτοτυπία απ’ το Βιβλιαράκι της Βιέννης. Στην επιστροφή του στη Θεσσαλονίκη δημοσίευσε στον «Αγγελιαφόρο» ένα ολόκληρο άρθρο μου. Αργότερα γυρίστηκε ένα ντοκυμαντέρ (σκηνοθεσίας Κρυωνά) βασισμένο στο βιβλίο «Βαλκάνιος Πραματευτής», που προβλήθηκε από την ΕΡΤ σε ωριαία περίπου επεισόδια. Ένα απ’ αυτά ήταν αφιερωμένο στο Δούμπα. Έκτοτε έχουν γίνει αρκετές επαναλήψεις της προβολής του ντοκυμαντέρ αυτού.

Γνώριζα τον συνθέτη και μουσικολόγο Τάκη Καλογερόπουλο. Όταν έγραφε το «Λεξικό της Μουσικής, από τον Ορφέα ως σήμερα», (εκδόσεις Γιαλελή 1998), του πήγα τα σχετικά στοιχεία και φωτοτυπίες από τα δύο προαναφερόμενα βιβλία, αλλά στην πρώτη έκδοση είχε ήδη τυπωθεί ο τόμος που περιλάμβανε το σχετικό λήμμα, που αναφέρονταν στο Δούμπα και είχαν γραφτεί όσες λίγες πληροφορίες είχε ο ίδιος. Όταν όμως διάβασε τα στοιχεία που του πήγα μου είπε ότι είχε σκοπό να τα συμπεριλάβει στην επόμενη έκδοση. Δυστυχώς όμως ο Τάκης Καλογερόπουλος χάθηκε άδικα και νέα έκδοση δεν έγινε.

Ο κ. Μιχαήλ ενημέρωσε για το θέμα του Δούμπα την ιστορικό Τέχνης Κα Μαριλένα Κασιμάτη, όταν αυτή ετοίμαζε, σε συνεργασία με το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, στην Εθνική Πινακοθήκη (Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου) την έκθεση «Αθήνα-Μόναχο, Τέχνη και Πολιτισμός στη Νέα Ελλάδα». Μου ζήτησε να συναντηθούμε στο γραφείο της στην Εθνική Πινακοθήκη. Την ενδιέφεραν ορισμένες λεπτομέρειες για το ρόλο του Δούμπα σαν χορηγού για την φιλοτέχνηση των Προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών. (Ο Rahl είχε φιλοτεχνήσει τις ζωγραφιές με παραγγελία του Συμεών Σίνα, αλλά δεν είχαν ζωγραφηθεί από τον ίδιο. Μετά το θάνατο του Rahl τα σχέδια των τοιχογραφιών βρέθηκαν στην κατοχή κάποιας συγγενούς του Σίνα κας Υψηλάντη. Μετά από παράκληση του Χαριλάου Τρικούπη ο Δούμπας διέθεσε το ποσόν και έστειλε ο ίδιος άλλον ζωράφο τον Eduard Lewinsky για την εκτέλεση των τοιχογραφιών). Της έδωσα φάκελλο με όλα τα γραπτά στοιχεία και φωτογραφίες και της εξέθεσα προφορικά αυτά που αφορούσαν τον Νικόλαο Δούμπα αλλά και τον πατέρα του Στέργιο σαν ευεργέτες στο νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πρόσφατα πάλι η κα Κασιμάτη μου ζήτησε να της δώσω, αν έχω, στοιχεία ή πληροφορίες και υλικό για ενδεχόμενη φιλία και συνεργασία μεταξύ Δούμπα και Θεοφίλου Χάνσεν ,προκειμένου να τά συμπεριλάβει σε βιβλίο που γράφει, με αφορμή την Έκθεση «Ερνέστος Τσίλερ». Της έδωσα κείμενο αρκετών σελίδων και φωτογραφίες.

Τέλος δημοσίευσα πολλές φορές άρθρα στην τοπική εφημερίδα «ΟΔΟΣ» της Καστοριάς. Το τελευταίο «Μια ωραία έκθεση ζωγραφικής διηγείται στην αθέατη πλευρά της, τη δική της ιστορία», εμπνευσμένο από την έκθεση στο Μέγαρο Μουσικής με επιμέλεια της κας  Έφης Ανδρεάδη με τίτλο «Klimt, Schiele, Kokoschka και η εποχή τους». Και τελευταία λίγο πριν κλείσει στο περιοδικό ΑΝΤΙ άρθρο με τίτλο «Νικόλαος Δούμπας και Σουμπερτιάδα», δημοσιευμένο την Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008 στο τεύχος 918. Αφορμή μια μουσική βραδιά στο Μουσείο Μπενάκη την 3 Μαρτίου 2008 με έργα Schubert από το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο.-
Πηγή: εδώ

Βαλκάνιος Πραματευτής Επ. 5 ~ Βιέννη και Τεργέστη



Πηγή βίντεο: εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.