Ο βαρώνος Σίμων Σίνας - Eszter B. Kerényi
Ú·Μ·Κ
Budapest, 2010
Η έκδοση χρηματοδοτείται από το Ινστιτούτο Ερευνών Ελλήνων Ουγγαρίας
© Eszter B. Kerényi, 2007
© Μετάφραση στα ελληνικά: Tamás Glaser 2010
Εκδόσεις ÚJ MANDÁTUM
Διευθυντής: István Németh
Επιμέλεια ουγγρικού κειμένου: Beáta Székely
Σελιδοποίηση: Tamás Krauter
Τυπογραφείο: Kánai
Διευθυντής: József Kánai
ISBN 978-963-287-036-6
Μνημείο θέλουμε να στήσουμε με την έκδοση τούτου του βιβλίου. Το μνημείο ενός ανθρώπου, μιας εποχής και μιας πνευματικότητας.
Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, Έλληνας έμπορος, γαιοκτήμονας και τραπεζίτης γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1810 στη Βιέννη. Ο παππούς του είχε ξεκινήσει στο τέλος του 18ου αιώνα από μία, κυρίως βλαχόφωνη, περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (στο νότιο μέρος της σημερινής Αλβανίας) για να εγκατασταθεί, ως Έλληνας, πλέον, έμπορος στη Βιέννη. Ο πατέρας του, Γεώργιος Σίνας, επεξέτεινε τις οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας σ' όλο το έδαφος της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Στην Ουγγαρία υποστήριξε τα σχέδια του κόμη István Széchenyi για την κατασκευή διώρυγας ανάμεσα στους ποταμούς Δούναβη και Tisza και το ξεκίνημα της ατμοπλοίας, και διεδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στη δημιουργία των οικονομικών προϋποθέσεων της ανέγερσης της Γέφυρας των Αλυσίδων, που έγινε το σύμβολο της ύπαρξης ενός σύγχρονου ουγγρικού έθνους.
Ποικίλες οικογενειακές ρίζες, επιχειρηματική δραστηριότητα που, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα εθνικά όρια, εκάλυπτε όλη την αυτοκρατορική επικράτεια, και, βέβαια, η ανατροφή στο σπίτι: αυτά διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του Σίμωνα Σίνα. Εκτός από τις γλώσσες που χρησιμοποιούσαν στην οικογένεια: ελληνικά, ουγγρικά και γερμανικά, μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στο Πανεπιστήμιο παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, ιστορίας και οικονομικής πολιτικής. Σήμερα θα λέγαμε ότι ο Σίμων Σίνας ήταν ένας γνήσιος κοσμοπολίτης. Ο ίδιος, πιθανώς, θεωρούσε εαυτόν ένα άτομο με πολλαπλές ταυτότητες. Αυτό επιβεβαιώνουν και οι επιλογές του.
Βοηθούσε την πατρίδα των προγόνων του. Χρηματοδότησε επί είκοσι χρόνια τη λειτουργία του ιδρυθέντος από τον πατέρα του Αστεροσκοπείου Αθηνών, με δικές του δαπάνες έγιναν οι τοιχογραφίες των προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών και οικοδομήθηκε το κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών.
Ποικίλες οικογενειακές ρίζες, επιχειρηματική δραστηριότητα που, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα εθνικά όρια, εκάλυπτε όλη την αυτοκρατορική επικράτεια, και, βέβαια, η ανατροφή στο σπίτι: αυτά διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του Σίμωνα Σίνα. Εκτός από τις γλώσσες που χρησιμοποιούσαν στην οικογένεια: ελληνικά, ουγγρικά και γερμανικά, μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στο Πανεπιστήμιο παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, ιστορίας και οικονομικής πολιτικής. Σήμερα θα λέγαμε ότι ο Σίμων Σίνας ήταν ένας γνήσιος κοσμοπολίτης. Ο ίδιος, πιθανώς, θεωρούσε εαυτόν ένα άτομο με πολλαπλές ταυτότητες. Αυτό επιβεβαιώνουν και οι επιλογές του.
Αναμνηστική πλάκα εις μνήμην τον Σίμωνα Σίνα στο κτίριο της Ουγγρικής
Ακαδημίας Επιστημών στην οδό Nádor
Βοηθούσε την πατρίδα των προγόνων του. Χρηματοδότησε επί είκοσι χρόνια τη λειτουργία του ιδρυθέντος από τον πατέρα του Αστεροσκοπείου Αθηνών, με δικές του δαπάνες έγιναν οι τοιχογραφίες των προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών και οικοδομήθηκε το κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών.
Μετάλλιο Σίμωνα Σίνα
Υποστήριξε όντως γενναιόδωρα και τα πολιτιστικά ιδρύματα της θετής του πατρίδας, της Ουγγαρίας. Ενστερνίστηκε επίσης την υπόθεση του Εθνικού Θεάτρου, της Σχολής Εικαστικών Τεχνών και του Εθνικού Μουσείου και απ' όλους τους δωρητές, πρόσφερε το μεγαλύτερο ποσό για την ανέγερση του κτιρίου της Ακαδημίας Επιστημών της Ουγγαρίας. Σε αναγνώριση της μεγάλης δωρεάς του βαρώνου, η Ακαδημία, στις 19 Δεκεμβρίου 1858 τον εξέλεξε ομόφωνα μέλος της Διευθύνσεως, ιδιότητα που διατήρησε έως το τέλος της ζωής του. Οι επιγενόμενοι τον τίμησαν όταν, το Νοέμβριο 2006, επ' ευκαιρία της Εορτής της Ουγγρικής Επιστήμης, η Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών και το Ινστιτούτο Ερευνών Ελλήνων Ουγγαρίας τοποθέτησαν, από κοινού, αναμνηστικές πλάκες εις μνήμην του István Széchenyi και του Σίμωνα Σίνα στο κτίριο της Ακαδημίας στην οδό Nádor.
Στη συνέχεια, αναγνωρίζοντας την επικαιρότητα του πνεύματος της ρήσης «ο πλούτος υποχρεώνει», που αντιπροσώπευε ο Σίμων Σίνας, ο Γενικός Γραμματέας της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών και ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Ελλήνων Ουγγαρίας, τον Σεπτέμβριο 2007 αποφάσισαν την ίδρυση Μεταλλίου Σίμωνα Σίνα. Το μετάλλιο απονέμεται, με την ευκαιρία της Εορτής της Ουγγρικής Επιστήμης, σε άτομα και ιδρύματα με εξέχουσα συμβολή στην υποστήριξη των ουγγρικών επιστημονικών ιδρυμάτων ή των επιστημονικών ερευνών.
Νίκος Φωκάς
Διευθυντής
του Ινστιτούτου Ερευνών Ελλήνων Ουγγαρίας
Το Μέγαρο της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών
Φωτογραφία: Μαρία Καραγεωργίο
Τον 17° και τον 18° αιώνα στη χώρα μας έφθασε μεγάλος αριθμός Ελλήνων εμπόρων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η οικογένεια Σίνα κατάγεται από τη Μοσχόπολη της Βόρειας Ηπείρου, πόλη φημισμένη για τη ζωηρή εμπορική δραστηριότητα και την ανθηρή πνευματική ζωή της. Πολλοί από τους κατοίκους της ήσαν Μακεδονοβλάχοι *, αλλά από γλωσσική άποψη καθώς και στα ήθη και τα έθιμα τους είχαν ταυτισθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου με τον ελληνισμό. Όταν οι Τούρκοι, το 1769, κατέστρεψαν τον οικισμό, οι περισσότεροι κάτοικοι του κατευθύνθηκαν προς την Ουγγαρία για να βρουν καταφύγιο. Η οικογένεια Σίνα εμπορευόταν στη Μοσχόπολη, τη Βιέννη και την Πέστη από τα μέσα του 18ου αιώνα. Η τελική εγκατάσταση τους στη Βιέννη έγινε γύρω στα 1785-1786. Ο Σίμων Σίνας ο πρεσβύτερος το 1798 ίδρυσε δική του εμπορική εταιρία με το όνομα «Σίμων Σίνας και Εταίρος». Στη συνέχεια η οικογένεια έγινε ο σημαντικότερος προμηθευτής δημητριακών και μαλλιού και ο μεγαλύτερος τραπεζίτης της Μοναρχίας των Αψβούργων. Στις 3 Απριλίου 1818 ο Αυτοκράτωρ Φραγκίσκος ο Α' χορήγησε τίτλο ευγενείας στον Σίμωνα Σίνα τον Πρεσβύτερο και στους δύο υιούς του, Γεώργιο και Ιωάννη, με οικόσημο και τα κτήματα Hódos και Kizdia του κομιτάτου Temes, σε αναγνώριση των υπηρεσιών τους. Στην χορήγηση του τίτλου έπαιξαν μεγάλο ρόλο οι πολεμικές προμήθειες με τις οποίες η οικογένεια υποστήριξε τον αυστριακό στρατό κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων.
Το οικόσημο της οικογένειας Σίνα
Αρχεία τον Ουγγρικού Κράτους
Το 1832 ο Αυτοκράτωρ Φραγκίσκος ο Α' επεκύρωσε εκ νέου τον τίτλο της οικογενείας με το οικόσημο και απένειμε στον Γεώργιο και τον Ιωάννη Σίνα τον ουγγρικό βαρωνικό τίτλο. Κάθε εικόνα του οικοσήμου έχει τη δική της σημασία: η θάλασσα με την ευμετάβλητη φύση και τους κινδύνους της συμβολίζει το εμπόριο και τη βιομηχανία (η οικογένεια διακρίθηκε και στα δύο) ενώ ο βράχος στη μέση της σημαίνει την εμπορική και προσωπική σταθερότητα, το μισοφέγγαρο πάνω της είναι η Οθωμανική Αυτοκρατορία με την οποίαν η οικογένεια είχε από πολλά χρόνια καλές οικονομικές σχέσεις, το χρυσό λιοντάρι, με το φυτό βαμβακιού στο δεξί χέρι, θυμίζει την εξέχουσα δραστηριότητα της οικογένειας στη βαμβακουργία. Ο λέοντας είναι δημοφιλές ζώο στους θυρεούς και στα οικόσημα και εμφανίζεται σε διάφορα σημεία και αυτού του οικοσήμου (στον θυρεό, ως κόσμημα σε κράνος, κρατώντας ασπίδα), τονίζοντας το συμβολισμό του: τη γενναιότητα και τον ηρωισμό. Ο αετός που εμφανίζεται δύο φορές (θυρεός, κόσμημα κράνους) είναι σύμβολο της Αυστριακής Αυτοκρατορίας αλλά συμβολίζει ταυτόχρονα και την ευγνωμοσύνη του ηγεμόνα για την προς αυτόν εκδηλωμένη πίστη της οικογένειας.
Κατά την παράδοση ο ρομαντικός Ούγγρος συγγραφέας του 19™ αιώνα Mór Jókai, όταν έγραφε το μυθιστόρημα του «Ο χρυσός άνθρωπος», στη σκιαγράφηση του κύριου χαρακτήρα χρησιμοποίησε την ιστορία του μυθώδους πλουτισμού ενός προγόνου της οικογένειας Σίνα, ο οποίος κληρονόμησε όλη την περιουσία του εταίρου του, ενός Τούρκου πασά, που εκτελέστηκε κατά διαταγή του Σουλτάνου.
Το οικόσημο της οικογένειας Σίνα από το βαρωνικό δίπλωμα
Αρχεία τον Ουγγρικού Κράτους
Ο βαρώνος Γεώργιος Σίνας (1783-1856) παρέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση το 1822. Τότε η οικογένεια ανέπτυσσε πλέον εκτεταμένη εμπορική και εξαγωγική δραστηριότητα, και εκτελούσε μεταφορές εμπορευμάτων και για λογαριασμό άλλων. Από την Τουρκία εισήγαγαν κυρίως προϊόντα της Ανατολής ενώ από την Αυστρία στην Τουρκία μετέφεραν βιομηχανικά προϊόντα. Τους ευνοούσε το γεγονός ότι γνώριζαν καλά τους τόπους προέλευσης των προϊόντων και τα κέντρα του εμπορίου και της βιομηχανίας: η οικογένεια ήταν υποστηρικτής και δωρητής αρκετών βιομηχανιών (π. χ. της βιομηχανίας νημάτων του Pottenáorf στη Νότια Αυστρία).
Κατά την εποχή των Ναπολεόντειων Πολέμων, η οικογένεια γρήγορα έγινε ιδιοκτήτρια ενός από τους πλουσιότερους εμπορικούς και τραπεζικούς οίκους της Μοναρχίας. Ο Γεώργιος Σίνας είχε στα χέρια του σημαντικό μέρος του εμπορίου καπνού και μαλλιού της Ουγγαρίας. Ως καπνέμπορος αγόραζε, στην περιοχή του Szeged, κατ' αποκλειστικότητα τα φορτία που κατευθύνονταν προς τις χώρες της Δύσεως. Ο καπνός μεταφερόταν κατευθείαν στο Αμβούργο. Μόνο τα δικά του πλοία μετέφεραν το αλάτι από το Szeged στο Pozsony (σημερινή Μπρατισλάβα). Με το χρόνο η εμπορική δραστηριότητα πέρασε σε δεύτερη μοίρα και από στη δεκαετία του '30 και του '40 η σημαντικότερη πηγή εισοδημάτων του Τραπεζικού Οίκου Σίνα έγινε η δανειοδότηση του κράτους. Σημαντική πηγή ήταν επίσης η δανειοδότηση ιδιωτών και η διαχείριση των περιουσιών άλλων.
Προσωπογραφία τον βαρώνου Γεωργίου Σίνα
Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών
Ο σκοπός του βαρώνου Γεωργίου Σίνα δεν ήταν ο γρήγορος πλουτισμός. Συνήθως υποστήριζε επιχειρήσεις που αργούσαν να καρποφορούν αλλά απέφεραν βέβαιο κέρδος. Σε αντίθεση με τους Ούγγρους αριστοκράτες της εποχής του, αντιλήφθηκε τη σημασία και τα οικονομικά πλεονεκτήματα των συγκοινωνιακών σχεδίων του κόμη István Széchenyi. Γι' αυτό ήταν και ο πρώτος να υποστηρίξει τις ιδέες του κόμη για τη Γέφυρα των Αλυσίδων, τη διώρυγα Δουνάβεως-Tisza, και την ατμοπλοία.
Ο Γεώργιος Σίνας, ως εκπρόσωπος της Ανώνυμης Εταιρίας «Γέφυρα των Αλυσίδων», υπέγραφε το συμβόλαιο λειτουργίας της γέφυρας το 1839 και το Κοινοβούλιο το επεκύρωσε το 1840. Βάσει του συμβολαίου η «Γέφυρα των Αλυσίδων Α. Ε.» μετά από 87 χρόνια λειτουργίας όφειλε να παραδώσει τη γέφυρα στο ουγγρικό κράτος. Ρύθμισαν και τα έξοδα συντήρησης καθώς και τις άλλες δαπάνες. Οι εργασίες ανέγερσης άρχισαν το 1839, η πανηγυρική κατάθεση του θεμέλιου λίθου έλαβε χώρα το 1842 και τα εγκαίνια έγιναν την 1η Νοεμβρίου 1849. Η Γέφυρα των Αλυσίδων ήταν η πρώτη μόνιμη γέφυρα η οποία εξασφάλισε την τόσο σημαντική για το εγχώριο εμπόριο σύνδεση μεταξύ Πέστης και Βούδας, του ανατολικού και του δυτικού μέρους της χώρας. Χάρη σε αυτήν μπόρεσε η πρωτεύουσα να εξελιχθεί και να γίνει το πνευματικό και οικονομικό κέντρο που είχε οραματισθεί ο Széchenyi.
Domokos Perlasca: Τα Ανάκτορα της Βούδας με τη
Γέφυρα των Αλυσίδων (μέσα του 19°" αιώνα)
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Ο Ιωάννης Σίνας (1804-;) δεν ήταν τόσο τυχερός στις οικονομικές του επιχειρήσεις όπως ο ετεροθαλής αδελφός του. Στο Szem Miklós της Ουγγαρίας ίδρυσε εργοστάσιο ζαχάρεως, το οποίο όμως δεν εκπλήρωσε τις αρχικές ελπίδες του. Ο πληθυσμός της Βιέννης - σε αντιπαράθεση με τον πλούτο και την επιτυχή δραστηριότητα του Γεωργίου - έλεγε τον Ιωάννη, ειρωνικά, «φτωχό Σίνα», μολονότι και τα δικά του έσοδα ήταν πολύ σημαντικά. Ο Ιωάννης Σίνας, ως ένας εκ των πρώτων μετόχων της Ανώνυμης Ατμοπλοϊκής Εταιρίας του Δουνάβεως, υποστήριζε τα σχετικά σχέδια του κόμη István Széchenyi. Παράλληλα - όπως και τα άλλα μέλη της οικογένειας - και αυτός βοηθούσε σε πολλά μέρη. Ως προστάτης της ενορίας στα έτη 1862-65 χρηματοδότησε την αποκατάσταση του - κατεστραμμένου από φωτιά το 1841 - ναού του Lébény.
Και η σύζυγος του, η Μαρία Νικαρούση, ήταν ελληνικής καταγωγής αλλά δεν απόκτησαν παιδιά. Οι Σίνα ήσαν οι κύριοι υποστηρικτές του Széchenyi και στον τομέα των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών: η οικογένεια Σίνα ήταν εκείνη που πήρε άδεια από το κράτος για τη σιδηροδρομική γραμμή Biévv^-Wiener-NeusTadt-Sopron-Győr. Όμως ο τραπεζικός οίκος Σίνα δεν ήταν μόνο από τους σημαντικότερους υποστηρικτές των ιδεών του Széchenyi αλλά και διαχειριστής της προσωπικής του περιουσίας.
Πορτραίτο του βαρώνου Ιωάννη Σίνα
Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών
Το 1809 ο βαρώνος Γεώργιος Σίνας νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Δέρρα (1792-;), η οποία καταγόταν από εύπορη ελληνική εμπορική οικογένεια της Ουγγαρίας - αν και ο τίτλος ευγενείας απονεμήθηκε στην οικογένεια αργότερα, το 1820. Όπως προκύπτει από το δίπλωμα απονομής οικοσήμου, την τιμή αυτή τη δικαιολογούσαν η ενάρετη ζωή του Ναούμ Δέρρα, οι πολεμικές υπηρεσίες και η ακλόνητη πίστη του στον Αυτοκράτορα. Το σπίτι της οικογένειας Δέρρα - που καταστράφηκε κατά τη μεγάλη πλημμύρα της Πέστης αλλά ανοικοδομήθηκε εκ νέου αργότερα - βρισκόταν στη γωνία της σημερινής πλατείας Erzsébet και της σημερινής Οδού 6. Οκτωβρίου.
Ο βαρώνος Σίνας δεν ήταν φειδωλός όταν επρόκειτο για φιλανθρωπικές προσφορές, απέδειξε αρκετές φορές τη γενναιοδωρία του. Το 1838, μετά τη μεγάλη πλημμύρα της Πέστης, πρόσφερε 40.000 φιορίνια στους πλημμυρόπληκτους και έδωσε χαμηλότοκο δάνειο ύψους αρκετών εκατομμυρίων στην πόλη. Η ευεργετική του δράση δεν έμεινε χωρίς ανταπόκριση: στις 23 Ιανουαρίου 1839 η πόλη της Βούδας τον ανακήρυξε επίτιμο πολίτη της. Ο Γεώργιος Σίνας δεν λησμόνησε την πατρίδα του και υποστήριξε πολλές ελληνικές πρωτοβουλίες. Τα χρόνια αυτά ήταν τα χρόνια της ελληνικής αναγέννησης, της διαμόρφωσης του ελληνικού κράτους. Το 1842 ο βαρώνος ίδρυσε αστεροσκοπείο στην Αθήνα, τα έξοδα συντήρησης του οποίου εκάλυπτε ο ίδιος και, μετά τον θάνατο του, για 20 χρόνια, ο υιός του, Σίμων Σίνας.
Miklós Barabás: Το κτίριο Δέρρα μετά την κατάρρευση του
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Στις 25 Φεβρουαρίου 1839 η πόλη Szeged απένειμε δίπλωμα επίτιμου πολίτη στον βαρώνο Γεώργιο Σίνα. Στην αιτιολόγηση διαβάζουμε τα ακόλουθα: «Μελετήσαντες και λαβόντες υπ' όψιν τας εκάστοτε πατριωτικής υπηρεσίας της Αυτού Εξοχότητος, κυρίου κυρίου Γεωργίου Σίνα, Ελευθέρου Βασιλικού Βαρώνου του Hódos και του Kizdia, προς όφελος και συμφέρον της πατρίδος ημών, καθώς και την εξαιρετικήν προθυμίαν και ακαταπόνητον ζήλον όν έδειξεν εις την δημιουργίαν και ίδρυσιν διαφόρων κοινωφελών επιχειρήσεων και ιδρυμάτων - τας γενναιόδωρους αυτού θυσίας ας προσήνεγκεν εις τον βωμόν της ανθρωπότητος, βοηθήσας τοις εις πτωχείαν καταπεσούσιν κατοίκοις των εκ της επικινδύνου εκχειλίσεως του ποταμού Δουνάβεως αμέτρως ζημιωθεισών αδελφών πρωτευουσών Βούδας τε και Πέστης καθώς και τον ενθουσιασμόν μεθ' ου εβοήθησεν το εγχώριον εμπόριον όπως φθάση εις μεγαλυτέραν ακμήν -, ιδίως δε την υπ' αυτού αναζωογόνησιν, δια της διανομής αναγκαίας βοηθείας, της ήδη σχεδόν παρηκμασάσης παραγωγής καπνού προς όφελος χιλιάδων παραγωγών...»
Ο Γεώργιος Σίνας στην ουσία ήταν ο πρώτος επίτιμος πολίτης του Szeged, ο οποίος έλαβε αυτήν την τιμητική διάκριση από την πόλη για την οικονομική δραστηριότητα του. Η αποθήκη καπνού του βαρώνου ανεγέρθηκε στην όχθη του ποταμού Tisza στο τμήμα Νέο Szeged. Ο καπνός παραγόταν από τους κατοίκους των γύρω οικισμών και μεταφερόταν σε πλοία του Σίνα στην πόλη Tolna και από εκεί στη Δύση.
Το δίπλωμα επίτιμου πολίτη του βαρώνου Γεωργίου Σίνα, Szeged, 25 Φεβρουαρίου 1838
Αρχεία του Νομού Csongrád, Szeged
Ο Γεώργιος Σίνας αγόρασε κτήματα από τους πτωχευμένους αριστοκράτες σε όλη σχεδόν την επικράτεια της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, και έτσι έγινε κύριος περίπου 1.368.000 στρεμμάτων. Η εστία της οικογένειας ήταν στο Rappoltenkirchen της Αυστρίας. Το μέγαρο αγοράστηκε το 1814 από τον Γεώργιο Σίνα και μετασκευάστηκε από τον Δανό Θεόφιλο Hansen το 1854. Τότε, σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα, στον κήπο ανεγέρθηκε ένα μικρό παρεκκλήσι και μία οικογενειακή κρύπτη.
Στην Ουγγαρία είχαν σημαντικά κτήματα στα κομιτάτα Trencsén, Πέστη και Fejér. Παρά το γεγονός ότι στην Ουγγαρία της εποχής υπήρχε ο φόβος ότι η απόκτηση κτημάτων από ξένους θα είχε ως αποτέλεσμα τη μεταφορά των κερδών στο εξωτερικό και την παραμέληση των αναπτυξιακών έργων, κατά τη μαρτυρία των συγχρόνων στην περίπτωση του Γεωργίου Σίνα οι ανησυχίες αυτές δεν φαίνονταν να επαληθεύονται. Στα κτήματα του έκανε επενδύσεις για να τα καταστήσει κερδοφόρα, και ανέθεσε τη διαχείριση τους σε ειδικευμένους, ικανούς διαχειριστές.
Ο βαρώνος Γεώργιος Σίνας αγόρασε τα λουτρά του Trencsénteplic από τον βαρώνο Illésházy στη δεκαετία του '30. Συνέχισε την ανάπτυξη του οικισμού, δημιούργησε τον κήπο της λουτρόπολης και άνοιξε μία πηγή με άφθονα νερά, η οποία ονομάστηκε Πηγή Σίνα.
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Όταν, το 1856, ο Γεώργιος Σίνας πέθανε στη Βιέννη, κληροδότησε στον υιό του Σίμωνα 29 τσιφλίκια, συνολικά περίπου 80 εκατομμύρια φιορίνια. Παραλαμβάνοντας την πατρική κληρονομιά ο βαρώνος Σΐμων Σίνας μοίρασε, εις μνήμην του πατέρα του, μία μικρή περιουσία στους φτωχούς της Βιέννης και έδωσε ενισχύσεις σε πολυάριθμα πολιτιστικά ιδρύματα.
«Αφ' ής στιγμής παρέλαβεν την μεγάλην κληρονομίαν έως της τελευτής του βίου του ανήκεν εις την ομάδα εκείνην των ανθρώπων οίτινες αεί πρώτοι εβοήθουν εις πάντα τα ωφέλιμα εις την πατρίδα οικονομικά και πολιτιστικά έργα, ίνα ηνωμένοι μετ άλλων δυνατής θελήσεως και φιλοπάτριδων ανδρών του έθνους, προωθούντες την συνεχή ανάπτυξιν και ωρίμανση, αναβιβάσωσι την καθυστερημένην πλην ενθουσιωδώς προοδεύουσαν και ακολουθούσαν την καθοδηγητικήν φλόγα τον Széchenyi «Αφ' ής στιγμής παρέλαβεν την μεγάλην κληρονομίαν έως της τελευτής του βίου του ανήκεν εις την ομάδα εκείνην των ανθρώπων οίτινες αεί πρώτοι εβοήθουν εις πάντα τα ωφέλιμα εις την πατρίδα οικονομικά και πολιτιστικά έργα, ίνα ηνωμένοι μετ άλλων δυνατής θελήσεως και φιλοπάτριδων ανδρών του έθνους, προωθούντες την συνεχή ανάπτυξιν και ωρίμανση, αναβιβάσωσι την καθυστερημένην πλην ενθουσιωδώς προοδεύουσαν και ακολουθούσαν την καθοδηγητικήν φλόγα τον Széchenyi φυλήν ημών επί τηλικοντου υψώματος εφ' ού δεν θα πρέπη να αιαχννηται εν τη συναυλία των πεπολιτισμένων λαών της Ενρώπης» -» - έγραφε ο Lőrincz Tóth. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, από τον Μάϊο 1856 - όταν ο Σίμων Σίνας παρέλαβε την κληρονομιά του πατέρα του - έως το Μάρτιο 1876, οι δωρεές του στην Αυστρία και την Ουγγαρία ανήλθαν σε 500.000 φιορίνια, χωρίς, φυσικά, να υπολογίσουμε τις ενισχύσεις στην Ελλάδα (τη χρηματοδότηση του κτιρίου του Πανεπιστημίου, της λειτουργίας του Αστεροσκοπείου και του κτιρίου της Ελληνικής Ακαδημίας).
Thomas Ender: Το κάστρο τον Trencsén ιδωμένο από την άνω πύλη της πόλης
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Ο Lőrincz Tóth, όταν εκφώνησε, στην Ακαδημία, τον επιμνημόσυνο λόγο του για τον Σίμωνα Σίνα, συνέκρινε τον υιό με τον πατέρα με τα ακόλουθα λόγια: «Ορθώς, ίσως, ήθελον περιγράφει την διαφοράν των χαρακτήρων του αποκτήσαντος την περιουσίαν μεγάλου Γεωργίου, και του συντηρήσαντος και μετά σοφίας και ευγενούς καρδιάς απολαύσαντος αυτήν Σίμωνος, λέγων ότι αμφότεροι όντες «βαρώνοι και τραπεζίται» ο μεν ήτο μάλλον τραπεζίτης, ο δε μάλλον βαρώνος, ή, εν ετέροις λόγοις, περισσότερον αριστοκράτης παρά έμπορος. Ο γέρων Γεώργιος δικαίως εθεωρείτο οικονομική και εμπορική ευφυΐα πρώτης τάξεως: ήτο προ πάντων άνθρωπος των υλικών συμφερόντων και πολίτης του κόσμου, όστις καλών εις την τράπεζάν τον ή εις το θεωρείον του επισκέπτας, ενώ οι υπηρέται έχεον εις τα ποτήρια την τεριρίψυχον σαμπάνιαν και η Malibran ή άλλη τις αηδών της σκηνής συνήρπαζεν το ακροατήριον με τα τερετίσματα της, συνήθως έκαμνεν σπουδαίας και επιτυχείς συναλλαγάς...»
Ένας άλλος σύγχρονος, ο Béla Tóth σημείωσε το εξής ανέκδοτο για τον πατέρα και τον υιό: «Όταν ο βαρώνος Σίμων Σίνας ετύγχανε να δίδη πάρα πολλά προς υποστήριξη επιστημονικού τίνος ή καλλιτεχνικού σκοπού, ο πατήρ του, ο γέρων Γεώργιος επαναλάμβανε πάντοτε την ήδη παροιμιώδη ευφυολογίαν του. - Ο υιός μου ημπορεί να το κάμη, επειδή έχει πλούσιον πατέρα.»
Thomas Ender: Το μέγαρο των Σίνα στο Vágtapolca
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Ο Σίμων Σίνας γεννήθηκε στη Βιέννη, στις 15 Αυγούστου 1810. Οι γονείς του φρόντισαν να του παρέχουν γερή παιδεία που θεμελίωσε την κλίση του προς τις τέχνες και τις επιστήμες. Τελείωσε το γυμνάσιο στη Βιέννη όπου στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, ιστορίας και οικονομικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο. Μεγάλη επίδραση άσκησε πάνω του ο Ludwig Remboldt, ο οποίος αργότερα υποχρεώθηκε να φύγει από το Πανεπιστήμιο λόγω των φιλελεύθερων ιδεών του. Είχε εξαιρετικό ταλέντο στις γλώσσες: εκτός από τα ελληνικά, τα ουγγρικά και τα γερμανικά - γλώσσες που ήταν σε χρήση στην οικογένεια - ήξερε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του προφανώς άσκησε μεγάλη επίδραση η ατμόσφαιρα της Βιέννης της εποχής, ο πνευματικός και καλλιτεχνικός αναβρασμός της πόλης αλλά, ασφαλώς και οι άστατες πολιτικές συνθήκες: οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, το Συνέδριο της Βιέννης, ο ελληνικός Αγώνας της Ελευθερίας του 1821, τα γεγονότα του 1848, η παρακμή της φεουδαρχικής οικονομίας και η άνοδος της αστικής τάξης.
Χάρη στην αυστηρή, υποδειγματική ανατροφή του εκτός από την αρχή „noblesse obiige" (n ευγένεια υποχρεώνει) υιοθέτησε και τη „richesse obiige" (ο πλούτος υποχρεώνει). Το χρήμα γι' αυτόν ήταν μόνο ένα μέσο με τη βοήθεια του οποίου μπορούσε να ζει ζωή αρμόζουσα σ' έναν μεγιστάνα και να επιδίδεται σε ευεργετικά έργα.
Miklós Barabás: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Ο Σίμων Σίνας είχε ισχυρούς δεσμούς με την Ουγγαρία. Είχε δίπλα του και έναν Ούγγρο παιδαγωγό, τον Zsigmond Józsa, «ο οποίος τον εδίδαξε την ουγγρικήν γλώσσαν και τω εξήγηοεν περί των θεσμών, ηθών, εθίμων και αρετών της Ουγγαρίας. Και προς τούτο τοιαύτη ήτο η φροντίς των σοφών γονέων, ώστε να στέλλουν τον υιό τους επί σειράν ετών εις τα κτήματα των ευρισκόμενα εν Simontornya της Ουγγαρίας, εν τω νομώ Tolna, δια τας θερινάς διακοπάς δια να γνωρίση και δια να αγαπήση επί τόπου την ωραίαν ουγγρικήν γην, τον εύρωστον και έντιμον λαόν της: την εύηχον γλώσσαν του, τον ιδιότυπον τρόπον ζωής και τον ιδιαίτερον εθνικόν χαρακτήρα του.» (Lőrincz Tóth). Με τον Ούγγρο παιδαγωγό του έως τον θάνατο του τελευταίου συνδεόταν με δεσμούς βαθειάς, στενότατης φιλίας. Επίσης είχε φιλία με τον József Eötvös και τον Ferenc Deák - φέρεται ότι στην κηδεία του πατέρα του ζήτησε από τον τελευταίον «να είναι οδηγός και σύμβουλος τον εις τον δρόμον του ουγγρικού πατριωτισμού διότι αυτός θέλει να γίνη μάλλον Ούγγρος μεγαλοκτηματίας και πατριώτης παρά επιχειρηματίας και πολίτης του κόσμου.» (Lőrincz Tóth)
Ένα από τα σημάδια των ουγγρικών αισθημάτων του ήταν το γεγονός ότι είχε στην κατοχή του μερικά εξαιρετικά πολύτιμα παραδοσιακά ουγγρικά εορταστικά ενδύματα: το ωραιότερο το είχε παραγγείλει με την ευκαιρία της πρώτης επίσκεψης του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ στην Ουγγαρία.
Θέα τον Simontornya, περί το 1898
Μουσείο Wosinszky Mór, Szekszárd
Ο βαρώνος, όπως και ο πατέρας του, είχε καλές σχέσεις με τον κόμη István Széchenyi, βοήθησε τον Széchenyi στην υλοποίηση των σχεδίων του: έγινε ένας από τους μεγαλύτερους μαικήνες των δημόσιων οργανισμών που ιδρύθηκαν και άρχισαν να ανθούν την εποχή εκείνη.
Είναι πολύ τιμητικό για έναν άνθρωπο εάν ένας εκ των συγχρόνων του (ο Lőrincz Tóth) εκφράζει γι' αυτόν μία γνώμη σαν την ακόλουθη:
«Όπως έχω ήδη αναφέρει, συνεδύαζε εν τη καλλίστη αναλογία τον βαρώνον και τον τραπεζίτην, παραχωρών, κατά τας ευγενείς τον κλίσεις, μεγαλύτερον ρόλον εις τον πρώτον παρά εις τον δεύτερον. Ηγάπα το χρήμα ουχί δια το χρήμα αλλ' ως μέσον του καλού και του ωραίου: ήτο φίλος των ηδονών αλλά πάντοτε μετ ευπρεπείας. Τω ήρεσεν η χλιδή διότι δι' αυτόν η προώθησις της βιομηχανίας και των τεχνών συγκατελέγετο μεταξύ των καθηκόντων των πλουσίων. Το λεπτόν αισθητικόν του κριτήριον και η αγάπη της πολυτελείας οπού έμαθεν εις τας πόλεις του κόσμου τον ηκολούθησαν έως της τελευτής του. Δεν επολλαπλασίασεν τα εκατομμύρια οπού εκληρονόμησεν από τον πατέρα του, δεν εκόμισεν ύδωρ εις την θάλασσαν, η πατρική περιουσία ίσως και ηλαττώθη εν ταις χερσί του γενναιόδωρου υιού, αλλ' αύτη Ά έλλειψις, μη ούσα αισθητή δι' αυτόν λόγω της μεγαλειώδους διαστάσεως του πλούτου του, υπηρέτα την ευτυχίαν των καλλιτεχνών και βιοτεχνών και διεσκορπίσθη εις χιλιάδας πεινώντα στόματα πτωχών.»
Antal Vietoris: Antal Tasner
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Ήταν ταχύς και γενναιόδωρος να βοηθάει κάθε φορά όταν υπήρχε ανάγκη άμεσης θεραπείας των κακών, π. χ. ζημιών από πλημμύρες ή φωτιά - ακόμα και όταν κάποιο εργοστάσιο κινδύνευε από κλείσιμο. Μερικές φορές, όταν η σοδειά κατεστράφη από ανομβρία ή πλημμύρα, χάρισε το ενοίκιο στους μισθωτές των κτημάτων του. Κατάλαβε όμως ότι μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην ανάπτυξη του ουγγρικού πολιτισμού και της οικονομίας μπορούν να επιτευχθούν με την υποστήριξη των εγχώριων ιδρυμάτων. Γι' αυτό και βοήθησε πρόθυμα κάθε εγχώρια οικονομική πρωτοβουλία. Στην Ουγγρική Οικονομική Ένωση, κατά την ίδρυση της το 1857, έδωσε 10.000 φιορίνια. Υποστήριξε, μεταξύ άλλων, και την Εμπορική Ακαδημία της Πέστης.
Με την απονομή βραβείων και την επιβράβευση εφευρέσεων ευρεσιτεχνιών υποστήριξε την εγχώρια γεωργία. Τα κτήματα του Σίμωνα Σίνα συμμετείχαν αρκετές φορές σε οικονομικές εκθέσεις, με καλά αποτελέσματα. Στις 3 και 4 Ιουνίου 1859 ο διαγωνισμός αρότρων της Ουγγρικής Οικονομικής Ένωσης διοργανώθηκε στο Ercsi, στο εκεί κτήμα του Σίμωνα. Επί σειρά ετών τα περιοδικά «Οικονομικά Φύλλα» και «Βουδαπεστινή Επιθεώρηση» εκδίδονταν χάρη στη δική του τακτική βοήθεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο βαρώνος υποστήριζε τα «Οικονομικά Φύλλα» και με άλλον τρόπο: παρήγγειλε το περιοδικό για τους διαχειριστές των κτημάτων του, δηλαδή, παράλληλα με την υποστήριξη του περιοδικού βοήθησε και την επιμόρφωση των υπαλλήλων του.
András Schossel: Σίμων Σίνας
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης,
Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Ο βαρώνος Σίμων Σίνας επιχορηγούσε τα σημαντικότερα, υπό διαμόρφωση τότε, πολιτιστικά ιδρύματα του ουγγρικού έθνους, έχοντας συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα τους στην πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη του ουγγρικού λαού. Έτσι έγινε υπέρμαχος της υπόθεσης του Εθνικού Θεάτρου, της Ανωτάτης Σχολής Εικαστικών Τεχνών και του Εθνικού Μουσείου.
Το Εθνικό Μουσείο είχε ιδρυθεί το 1802 από τον κόμη Ferenc Széchenyi, πατέρα του István Széchenyi. Η συλλογή, επί μακρό χρονικό διάστημα, «εφιλοξενείτο» σε άλλα κτίρια. Η προσφορά του κοινοβουλίου που συνεδρίασε από το 1832 έως το 1836 δημιούργησε τις οικονομικές βάσεις για την ανέγερση αυτοτελούς κτιρίου, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1847 βάσει των σχεδίων του Mihály Pollack. Η επίπλωση του, ελλείψει πόρων, προχωρούσε με πολύ αργό ρυθμό/Οταν, το 1857, ο Σίμων Σίνας έμαθε για τον φτωχικό εξοπλισμό της συλλογής νομισμάτων του μουσείο, έδωσε 2000 φιορίνια για την αναπλήρωση των ελλείψεων. Χάρη και στη δωρεά του το 1860 η συλλογή τελικά μπόρεσε να ανοίξει τις πόρτες της για το κοινό. Το 1857 έδωσε μεγάλο ποσό στο Εθνικό Μουσείο για την αγορά αντικειμένων από τις Κάτω Χώρες. Αξίζει ιδιαίτερη μνεία ότι, το 1875, όταν διαμόρφωσαν τον κήπο του Εθνικού Μουσείου, τα ωραιότερα δέντρα του πάρκου μεταφέρθηκαν εκεί από τα δάση του Gödöllő ως προσφορά του βαρώνου Σίνα.
Franzjosef Sandmann (βάσει σχεδίου τον Rudolf Alt): Το Εθνικό Μουσείο στην Πέστη
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Υποστήριξε επανειλημμένες φορές τo Εθνικό Θέατρο, συνολικά με 25.000 φιορίνια περίπου. Βοήθησε με δωρεές και το Ινστιτούτο Συντάξεων του θεάτρου και αγαπούσε να χαροποιεί τους προικισμένους καλλιτέχνες του θεάτρου με αναμνηστικά αντικείμενα μικρότερης ή μεγαλύτερης αξίας μετά τις παραστάσεις τους. Βοήθησε αρκετούς ηθοποιούς αν είχαν οικονομικά προβλήματα ή είχαν ανάγκη από ιατρική περίθαλψη. Ενίσχυσε με 6000 φιορίνια περίπου το Εθνικό Καζίνο επειδή - αν και ο ίδιος σπάνια εμφανιζόταν εκεί - κατάλαβε τη σημασία του.
Όταν δέχθηκε την επίσκεψη μιας επιτροπής που ήθελε να τον τιμήσει εκ μέρους διάφορων δημόσιων ιδρυμάτων, απέρριψε τις τιμές λέγοντας ότι «Ακόμη δεν αξίζει την ευγνωμοσύνην, ελπίζει να γίνη άξιος, βοηθούντος του θεού, μετά από χρόνια.» (Ταχυδρόμος των Κυριών, 12 Μαΐου 1857).
Έδωσε βοήθεια, χωρίς να του τη ζητήσουν, και σ' ένα παιδιατρικό νοσοκομείο, νηπιαγωγεία και το Ωδείο της Βουδαπέστης. Το 1857 παρήγγειλε, με δικές του δαπάνες, και την φωταγώγηση της Γέφυρας των Αλυσίδων. Επίσης, στο ίδιο έτος, πλήρωσε τις στολές των υπαλλήλων της γέφυρας.
C. W. Medau (βάσει σχεδίου του V. Röthig): Η πρόσοψη και η ανατολική
πλευρά του Ουγγρικού Θεάτρου της Πέστης
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Στα τρικυμιώδη χρόνια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα πλήθη τραυματιών επέστρεψαν από τα μέτωπα και, δυστυχώς, ήταν τεράστιος ο αριθμός των ορφανών και των χηρών. Στην κατάσταση αυτή ο βαρώνος εξέφρασε ταυτόχρονα την πίστη του προς τον Αυτοκράτορα και τη συμπόνια του για τους υποφέροντες. Π. χ. το 1859 έδωσε 65.000 φιορίνια για το στρατό, 20.000 στους τραυματίες της ιταλικής εκστρατείας, μοίρασε 5.000 ανάμεσα στους συγγενείς των πεσόντων του πολέμου του Schleswig-Holsten και άλλα 5000 στα σώματα εθελοντών γι' αγορά αλόγων. Την ευγενική του διάθεση μαρτυρεί το γεγονός ότι κάθε χρόνο φρόντιζε για το χριστουγεννιάτικο πεύκο των αναπήρων πολέμου. Υποστήριζε κάθε πρωτοβουλία που απέβλεπε στην κηδεμονία και την εκπαίδευση των τέκνων των αναπήρων πολέμου και των ορφανών των πεσόντων.
«Ητο ο πρώτος όστις έσπευσε να μετρίαση με σημαντικά ποσά την πολύμορφον ανέχειαν.» (Lőrincz Tóth).
Η πόρτα του ήταν πάντα ανοιχτή για κείνους που είχαν ανάγκη από χρήματα ή βοήθεια. Ο γραμματέας του προετοίμαζε κάθε μέρα φακέλλους με μικρά ποσά για να μπορεί να τα δίνει στους ενδεείς σε περίπτωση ανάγκης.
Άγνωστος καλλιτέχνης: Ludovicea. Πρώτο Ουγγρικό Εθνικό 'Ιδρυμα
Στρατιωτικής Εκπαιδεύσεως, 1833
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Ο βαρώνος Σίμων Σίνας θεωρούσε την υποστήριξη της εθνικής παιδείας ως μία από τις σπουδαιότερες υποθέσεις του καιρού του. Εκτός από την πρακτική (π. χ. κηπουρική, αμπελουργική) διδασκαλία παρακολουθούσε και τη λειτουργία των ιδρυμάτων στοιχειώδους και ανώτερης παιδείας. Θεωρούσε απαραίτητο εκείνοι που ζούσαν στα κτήματα του να λαμβάνουν την κατάλληλη παιδεία, γι' αυτό αρκετές φορές σπούδασε παιδιά με δικές του δαπάνες. Όταν, το 1853, ο Ferenc Entz, ο ονομαστότερος αμπελουργός και κηποτέχνης της εποχής, άνοιξε πρακτικό σχολείο κηπουρικής, έστειλε εκεί για σπουδές πέντε παιδιά.
Σε αρκετά μέρη δημιούργησε ιδρύματα, τέτοιο ήταν π. χ. εκείνο που ίδρυσε στις 20 Ιουλίου 1857 στο μεγάλο αγρόκτημα του στο Gödöllő-Hatvan-Lőrinc, που απέβλεπε στην παροχή διδακτικών μέσων και υποτροφιών στα φτωχά παιδιά, και την βράβευση των διδασκάλων. «Επειδή η ευτυχία των λαών - η κοινή ευημερία - έγκειται ευθέως εν τη λαϊκή παιδεία, επιθυμών να υποστηρίξω και να φέρω εις επιτυχίαν, εν τω μετρώ των δυνατοτήτων μου και μει' ειλικρινούς καλής θελήσεως, και υπό ταύτην την έποψιν τα προνοητικά και σοφά σχέδια της Υψηλής Κυβερνήσεως, απεφάσισα ότι εν τοις σχολίοις των κτημάτων μου θέλω προωθήσει, υπό τους κάτωθι όρους, άνευ θρησκευτικής τίνος διακρίσεως, την ιερόν της σχολικής παιδείας υπόθεσιν δι' υποτροφιών και βραβείων επιδόσεως, βιβλίων και γραφικών μέσων... » - γράφει στο Προοίμιο του ιδρυτικού εγγράφου
Άγνωστος καλλιτέχνης: Το Ινστιτούτο των Τυφλών
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Παράλληλα με τα δημόσια ιδρύματα και τα θρησκευτικά ιδρύματα μπορούσαν να υπολογίζουν στη βοήθεια του βαρώνου Σίμωνα Σίνα. Αν και ο ίδιος ήταν ελληνορθόδοξου θρησκεύματος, βοηθούσε όλες τις εκκλησίες, όλα τα θρησκεύματα. Υποστήριξε με 2000 φιορίνια την ανέγερση ίου ναού στο ραγδαία αναπτυσσόμενο συνοικισμό της πρωτεύουσας Lipótváros της πρωτεύουσας, και έκανε επανειλημμένες δωρεές στην Καθολική, τη Λουθηρανική και την Προτεσταντική εκκλησία. Το 1857 π. χ. βοήθησε τους προτεστάντες του Dunaföldvár στην ανακαίνιση του οίκου προσευχής τους και την ορθόδοξη εκκλησιαστική κοινότητα του Rácalmás στην ανέγερση σχολείου.
Το 1856 έδωσε σημαντικά ποσά σε μερικά λουθηρανικά σχολεία και τον επόμενο χρόνο στο δημοτικό σχολείο των Προτεσταντών της Πέστης. Βοήθησε επανειλημμένες φορές και εκκλησιαστικά νοσοκομεία.
Προς το τέλος του πρώτου μισού του 19ου αιώνα άρχισε να διαμορφώνεται η περιοχή της σημερινής πλατείας Vörösmarty. Οι Έλληνες έμποροι της Πέστης αναγνώρισαν με καλό ένστικτο ότι αυτό το μέρος θα γινόταν μία μέρα το κέντρο της ραγδαία αναπτυσσόμενης πόλης. Στην περιοχή της πλατείας Vörösmarty η οικογένεια Σίνα είχε τρία σπίτια - άλλωστε, την εποχή εκείνη, σχεδόν τα μισά κτίρια της περιοχής ανήκαν σε Έλληνες εμπόρους.
Εικονογραφία σε έκδοση των Rohn και Grund βάσει σχεδίου τον József Hild: Η υπό
ανέγερση καθολική εκκλησία της Lipótváros στην Πέστη, 1863
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Τη σημαντικότερη, όμως, και μεγαλύτερη προσφορά στη χώρα μας την έκανε για την Ουγγρική Ακαδημία των Επιστημών. Αυτή η Ακρόπολη του ουγγρικού πολιτισμού, η οποία έταξε ως στόχο της την πνευματική καθοδήγηση της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής και επιστημονικής ανάπτυξης της χώρας, ακόμα και στη δεκαετία του 1850 δεν διέθετε μόνιμη έδρα. Ανάμεσα σία 1825 και στα 1830 οι συνεδριάσεις της γίνονταν ακόμα στο κοινοβούλιο του Pozsony, στην αίθουσα της Άνω Βουλής. Στην Πέστη για τις συνεδριάσεις του Προεδρείου βρέθηκε χώρος μόλις το 1830 και για τις ολομέλειες το 1831. Η βιβλιοθήκη στεγαζόταν σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους (για ένα διάστημα π. χ. στο μέγαρο της ελληνικής οικογένειας Νάκου), όπου γίνονταν και οι συνεδριάσεις της Διεύθυνσης και των επιτροπών.
Τελικά, το 1859, μετά από έκκληση του κόμη Emil Dessewffy, Προέδρου της Ακαδημίας άρχισε έρανος. Αλλά πριν ακόμα αρχίσει η δημόσια συλλογή χρημάτων, στις 14 Αυγούστου 1858, ο βαρώνος Σίμων Σίνας έκανε την προσφορά του, ύφους 80.000 φιορινιών, η οποία ήταν η πρώτη και μεγαλύτερη ιδιωτική δωρεά. Η σχετική επιστολή του βαρώνου και το «Ιδρυτικό'Εγγραφο» που περιείχε τους όρους της δωρεάς, συντάχθηκαν στη Βιέννη.
Chr. Steinecken (βάσει σχεδίου του Hermann Lüders): Το κτίριο της
Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών στην Πέστη, 1856
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Σεβαστή Ουγγρική Επιστημονική Εταιρία,
Η επιστήμη είναι εξουσία: εξουσία η οποία επιτυγχάνει όλον και περισσοτέρας νίκας αφ' ενός, δια των ερευνών και των εφευρέσεων της κατά της αψύχου Φύσεως, την οποίαν καθιστά οίον φόρου υποτελή της, αφ' ετέρου, δια της φωτεινής αυτής ακτινοβολίας, εν τω πνευματικό και ηθικώ κόσμω, όταν, διαρρηγνύουσα τας ομίχλας της αμάθειας και των προκαταλήψεων, αναπτύσσουσα την νοημοσύνην, εξευγενίζουσα την καρδίαν οδηγεί εις την γνώσιν και την αγάπην της πραγματικότητος, και θεραπεύει, συνάμα, και τα προερχόμενα εκ των κοινωνικών ατελειών κακά. Τοιουτοτρόπως δε δύναται να αναβίβαση άτομα, έθνη και, τέλος, παν το γένος των ανθρώπων εις την τελειότητα και ευτυχίαν τας οποίας ήθελε να επιδαψιλεύση εις τα νοήμονα πλάσματα του εν τη Γη ταύτη ο Δημιουργός δια των χαρισμάτων του - εάν ηξεύρουν και θέλουν να τα εκμεταλλευθούν πρεπόντως. Δια τον λόγον αυτόν εθεωρούντο εις τα πεπολιτισμένα έθνη τόσον εις τους παλαιούς όσον και εις τους νεωτέρους χρόνους, άξια κοινής προσοχής και ιδιαιτέρας προστασίας τα προάγοντα την επιστήμην μέσα και ιδρύματα. Εις αυτά δύναται να συγκαταλεχθή και η ουγγρική ακαδημία, η οποία ιδρύθη τη συναινέσει και στηρίξει προθύμων εις θυσίαν, δεδοξασμένων πατριωτών και σοφών ηγεμόνων και της οποίας τους κανονισμούς περισσότερον πάντων ο νυν βασιλεύων μεγαλειότατος ημών Ηγεμών ηυδόκησε μεγαλοψύχως να επικύρωση. Εις την αύξησιν του χρηστού τούτου ιδρύματος θέλω να συμβάλω και εγώ, ώστε η Ακαδημία δυνηθή να απόκτηση το ταχύτερον αξίαν αυτής στέγην, και προς τούτο αφιερώνω ογδοήκοντα χιλιάδας φιορινιών όπως μαρτυρεί η συνημμένη εδώ ιδρυτική επιστολή μου.
Ας ευδοκήση η Σεβαστή Εταιρία να δεχθή εγκαρδίως την προσφοράν μου και την ειλικρινή ευχήν μου όπως η δράσις τον επιστημονικού τούτου ιδρύματος στεφθή υπό της μεγαλυτέρας δυνατής επιτυχίας προς όφελος του έθνους. Μετ' ιδιαίτερου σεβασμού ο ταπεινός Υμών δούλος Βαρώνος Σίμων Σίνας Εν Βιέννη, τη 14η Αυγούστου 1858.
Ο Σίμων Σίνας κοινοποιεί την προσφορά του, αξίας 80.000 φιορινιών, στην Ουγγρική
Ακαδημία Επιστημών, 14 Αυγούστου 18S8
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Επιθυμών να αποδείξω εμπράκτως το θερμόν μου ενδιαφέρον δια την υπόθεσιν της ουγγρικής εθνικής μορφώσεως και επιστήμης και την προς προώθησιν των ιερών τούτων σκοπών συσταθείσαν ουγγρικήν ακαδημίαν, οδηγούμενος δε από την πεποίθησιν ότι είναι επιθυμητόν όπως το προαναφερθέν ουγγρικόν κεντρικόν ίδρυμα διαθέτη ιδικήν του μόνιμον έδραν, ίνα εν αυτή συνέχιση μετ ανέσεως το ευγενές αυτού έργον και παράσχη ασφαλή στέγην εις τας συλλογάς του, προβαίνω εις την σύστασιν της ακολούθου δωρεάς:
Κατατάσσομαι νυν εις την σειράν των ιδρυτών προσφέρων ογδοήκοντα χιλιάδας φιορινιών, ποσόν, το οποίον θα καταβάλλω εις το ταμείον της Ακαδημίας επί οκτώ έτη εις δόσεις δέκα χιλιάδων φιορινιών ανά έτος.
Η πρώτη δόσις δέκα χιλιάδων φιορινιών θέλει καταβληθή υπ' εμού τη 1" Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους 1858, αι δε λοιπαί δόσεις εις τα επόμενα επτά έτη, εκάστη 1" Νοεμβρίου, έως ότου εξοφληθή όλον το κεφάλαιον
Δια τας υπολειπομένας δόσεις θα καταβάλλω τόκον ύψους πέντε τοις εκατόν.
Επιθυμώ δε τούτο το ίδρυμα μου, συν τοις τόκοις αυτού, να διατεθή αποκλειστικώς δια το κτίριον της Ακαδημίας, ούσα μία εκ των θερμότερων πόθων της ψυχής μου όπως η Ακαδημία ανθίση επί μακρόν εντός των τοίχων του, ανταποκρινόμενη ολονέν και περισσότερον και ολονέν και επιτυχέστερον εις τον υψηλόν αυτής προορισμόν - διαβάζουμε στην ιδρυτικήν επιστολή του βαρώνου Σίμωνος Σίνα.
Το ιδρυτικό δίπλωμα της προσφοράς του βαρώνου Σίμωνα Σίνα 14 Αυγούστου 1858
Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων
Σε αναγνώριση της πλουσιοπάροχης δωρεάς του βαρώνου, η Ακαδημία, στις 19 Δεκεμβρίου 1858, τον εξέλεξε, με ομόφωνη ψήφο, μέλος της Διοικητικού Συμβουλίου. Ο βαρώνος παρευρέθηκε σε όλες τις τακτικές ετήσιες συνεδριάσεις, όσο η κατάσταση της υγείας του το επέτρεπε.
Άλλωστε, αργότερα συμπλήρωσε τη δωρεά του με μικρότερα ή μεγαλύτερα ποσά, π. χ. όταν έλειπαν τα χρήματα για τη βαφή της αίθουσας τελετών.
Ο βαρώνος Σίμων Σίνας ήταν μέλος της Διεύθυνσης της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά το θάνατο του, στη συνεδρίαση της 29ης Μαΐου 1876, ο Lőrincz Tóth έβγαλε γι' αυτόν επιμνημόσυνο λόγο που παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις σπουδαιότερες πηγές για τη ζωή και τις δωρεές του.
Μετά από παράκληση της Ακαδημίας η κόμισσα Hedvig Wimpffen-Zichy, σύζυγος του κόμη Ágost Zichy, μία από τις εγγονές του βαρώνου, έστειλε, το 1888, μία ελαιογραφία που παρίστανε τον Σίμωνα Σίνα. Ο πίνακας κοσμεί και σήμερα την αίθουσα της Διεύθυνσης της Ακαδημίας.
K. Stauffer-Bern: Βαρώνος Σίμων Σίνας, 1874
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Με την ολοκλήρωση του κτιρίου της Ακαδημίας το 1865 στα επόμενα χρόνια ο κύριος σκοπός έγινε η αρμόζουσα διακόσμηση των εσωτερικών χώρων της Ακαδημίας. Η αίθουσα τελετών και η αίθουσα διαλέξεων, όπου διεξάγονταν οι συνεδριάσεις και οι σημαντικότερες εκδηλώσεις, είχαν ανάγκη κατάλληλης διακόσμησης. Αυτός είναι ο λόγος που τα έργα τέχνης που προορίστηκαν για εδώ εκφράζουν την τόσο χαρακτηριστική για την εποχή τάση ανασκόπησης του εθνικού παρελθόντος.
Τα ιστορικά τοπία του Antal Ligeti είναι παραδείγματα της ηρωικής, ιστορικίζουσας ζωγραφικής τοπίων, οι τέσσερις πίνακες του, αναρτημένοι στην αίθουσα διαλέξεων παριστάνουν σημαντικές τοποθεσίες της ουγγρικής ιστορίας. Οι δύο πρώτοι πίνακες μεγάλου σχήματος - Το κάστρο του Hricsó και Η λίμνη Balaton στο Szigliget - ολοκληρώθηκαν το 1867, δαπάνη του επίτιμου μέλους Ferenc Kubinyi και αποτελούν τα δύο πρώτα κομμάτια μιας σειράς απεικονίσεων ουγγρικών κάστρων. Το 1870 φιλοτεχνήθηκαν ακόμα δυο πίνακες από την ίδια σειρά, με δαπάνες του βαρώνου Σίμωνα Σίνα: Το Κάστρο του Trencsén και Το Κάστρο του Szepes με τα Καρπάθια Όρη. Ο πιο εντυπωσιακός από τους πίνακες που ολοκληρώθηκαν είναι «Το Κάστρο του Trencsén». Στην αίθουσα υπήρχε χώρος για έναν ακόμα πίνακα, που θα ήταν πιθανώς το Visegrád ή το Vajdahunyad αλλά αυτός ο πίνακας δυστυχώς δεν ετοιμάστηκε.
Antal Ligeti, Το κάστρο του Trencsén, 1870
Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών
Ο Σίμων ήταν επί 8 έτη πρεσβευτής του βασιλιά Όθωνα στην Αυστρία, τη Βαυαρία και την Πρωσία. Το 1864, όταν και η Αυστρία αναγνώρισε τον νέο βασιλιά Γεώργιο, παραιτήθηκε από το πρεσβευτικό αξίωμα του. Τότε ο Βασιλεύς των Ελλήνων, σε αναγνώριση της δραστηριότητας του ως πρέσβη, του απένειμε το Μεγαλόσταυρο του ελληνικού Τάγματος του Σωτήρος, ενώ παράλληλα, με την ίδια αιτιολόγηση, έλαβε από τον Αυστριακό αυτοκράτορα το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σιδηρού Στέμματος. Στις 5 Δεκεμβρίου 1870, κατόπιν ουγγρικής εισηγήσεως, έλαβε το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Λεοπόλδου για την επιστημονική και άλλη κοινωφελή δραστηριότητα που είχε αναπτύξει στην Ουγγαρία και έγινε κάτοχος και πολλών άλλων (μεταξύ άλλων: τουρκικών, μεξικανών, γαλλικών, πρωσικών και βαυαρικών) διακριτικών τίτλων. Το 1874 έγινε μέλος, δια βίου, του Σώματος των Ευγενών του Αυτοκρατορικού Συμβουλίου.
Το επιβλητικό μέγαρο του στη Βιέννη σχεδιάστηκε από τον Θεόφιλο Hansen και ο βαρώνος ανέθεσε στον Kari Rahl, τον ονομαστότερο Βιεννέζο ζωγράφο της εποχής, την εσωτερική διακόσμηση. Δυστυχώς το κτίριο καταστράφηκε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο - σήμερα στη θέση του υπάρχει μόνο μία αναμνηστική πλάκα.
J. F. Stock: Το μέγαρο του Βαρώνου Σίμωνα Σίνα, 1860
Ιδιωτική συλλογή
Η Ιφιγένεια Γκίκα σύζυγος του Σίμωνα Σίνα καταγόταν επίσης από ελληνική οικογένεια. Οι Γκίκα, όπως και οι Σίνα κρατούσαν από τη Μοσχόπολη της Βόρειας Ηπείρου. Θεμελίωσαν την περιουσία τους ως έμποροι γουναρικών. Είχαν κτήματα στα κομιτάτα Temes και Krassó. Η οικογένεια έλαβε τίτλο ευγενείας από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Α' το 1813, πρώτ' απ' όλα για την εμπορική δραστηριότητα τους και την περίθαλψη των φτωχών.
Από το γάμο του βαρώνου Σίμωνα Σίνα και της Ιφιγένειας Γκίκα γεννήθηκαν έξι παιδιά αλλά μόνο τέσσερις κόρες έζησαν μέχρι την ενηλικίωση.
Η Ιφιγένεια Γκίκα, όπως και ο σύζυγος της, υποστήριξε πολλές φορές διάφορες ευεργετικές πρωτοβουλίες (σωματεία γυναικών, νοσοκομεία) και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το 1860 και η βαρώνη Σίνα έκανε κληροδότημα στα κτήματα Gödölló-Hatvan-Lőrinc για την ίδρυση ιδιωτικού διδασκαλείου όπου μία δασκάλα δίδασκε διάφορα επαγγέλματα αναγκαία για φτωχά κορίτσια, σε 12 κοπέλλες καθολικού και άλλες τόσες προτεσταντικού δόγματος. Στήριξε και ταλαντούχους καλλιτέχνες: βοήθησε και τον νεαρό, προικισμένο ζωγράφο György Palinay κατά τις σπουδές του στη Βιέννη.
György Suhajdy: Ιφιγένεια Γκίκα, σύζυγος του βαρώνου Σίμωνα Σίνα
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Ο Σίμων Σίνας ήταν ένας εκ των πλουσιότερων μεγιστάνων και των μεγαλύτερων ευεργετών της εποχής του, γι' αυτό πολλοί καλλιτέχνες τον απαθανάτισαν. Η πρώτη γνωστή προσωπογραφία - έργο του Joseph Kriehuber (1800 - 1870) - τον παρουσιάζει σε καθημερινό περιβάλλον. Η εικόνα του στον τόμο «Το λεύκωμα μου» του Gyula Sárossy (1857) είναι έργο του Miklós Barabás. Αυτή είναι και η γνωστότερη απεικόνιση του βαρώνου. Το ίδιο έτος, στο περιοδικό Napkelet («Ανατολή») δημοσιεύθηκε λιθογραφία ενός λιγότερο γνωστού καλλιτέχνη, του Ι. Μ. Kayser - το έργο αυτό όμως δεν ανήκει στις καλύτερες απεικονίσεις του βαρώνου. Το 1863 ο Rezső Grimm σχεδίασε το πορτραίτο του βαρώνου για το βιβλίο «Βιογραφική και Προσωπογραφική Πινακοθήκη Ούγγρων Μεγιστάνων». Μία, λίγο τροποποιημένη, παραλλαγή της λιθογραφίας αυτής εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο στο τυπογραφείο των αδελφών Pollák.
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη:
Joseph Kriehuher: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1845
Kayser: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1857
Rezső Grimm: 0 βαρώνος Σίμων Σίνας, 1863
Rezső Grimm: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1863
Ο Σίμων Σίνας υποστήριξε με βοήθειες και παραγγελίες τους πιο προικισμένους καλλιτέχνες της εποχής του. Στην Ουγγαρία έκαμε δωρεά στη σχολή ζωγράφων του Jakab Marastoni, έδωσε γρήγορη βοήθεια στον γλύπτη Miklós Izsó και τακτικές παραγγελίες στον ζωγράφο György Palinay. Είχε την πρόθεση να ιδρύσει μία πινακοθήκη από έργα Ούγγρων ζωγράφων στο μέγαρο ίου Gödöllő που, εκτός από την υποστήριξη των ντόπιων ζωγράφων θα χρησίμευε και για την κατάλληλη διακόσμηση του μεγάρου. «Ο βαρώνος Σίνας, εις το εν Gödöllő ωραίον μέγαρόν του θα δημιουργήση μίαν μεγάλην πινακοθήκην δια την οποίαν εκέρδισε τους πλέον διακεκριμένους ζωγράφους μας. Δια τον ίδιον σκοπόν έκαστον μήνα θα αγοράζη πίνακας από την έκθεσιν.» (Ταχυδρόμος των Κυριών, 22 Μαΐου 1857). Πρόθυμα υποστήριζε τον φτωχό, τον ανήμπορο, τον ολιγοχρήματο αλλά ταλαντούχο καλλιτέχνη, όμως πάντα με περίσκεψη. Αυτό δείχνει και το εξής ανέκδοτο: «(Για τον βαρώνο Σίνα κυκλοφορεί ένα ανέκδοτο στις παρισινές εφημερίδες.) Ο βαρώνος Σίνας παρεκάλεσεν ένα ταλαντούχον νεαρόν ζωγράφον, τον οποίον εγνώριζεν από καιρόν, να γράψη τι εις το αναμνηστικόν λεύκωμα του. Ο νεαρός εσημείωσεν εις το βιβλίον. «Δανείσατε μοι 100 χιλιάδας φράγκων, κύριε Σίνα, και λησμονήσατε με δια παντός». Ο δε Σίνας απεκρίθη: Εσείς είσθε πάρα πολύ συμπαθής δια να Σας λησμονήση κανείς - και πάρα πολύ ταλαντούχος δια να μη λογαριάζηται δι' αμαρτίαν να Σας δοθή τοιαύτη ευκαιρία δι' αργοσχολίαν». (Εφημερίς της Κυριακής, 30 Σεπτεμβρίου 1860).
Miklós Barabás: Προσωπογραφία του Βαρώνου Σίμωνα Σίνα, 1857
Ουγγρική Εθνική Πινακοθήκη
Είναι όμως αναμφίβολο ότι ο γνωστότερος από τους Ούγγρους καλλιτέχνες από τους οποίους ο βαρώνος παράγγειλε έργα τέχνης, είναι ο Miklós Barabás. Από κατάλογο που ο καλλιτέχνης (που ήταν συνομήλικος του Σίμωνα Σίνα) είχε συντάξει για δική του χρήση, ξέρουμε ότι είχε φιλοτεχνήσει γραφικά σχέδια και πίνακες ζωγραφικής κατά παραγγελίαν του βαρώνου. Απ' αυτούς ο μεγαλύτερος σε μέγεθος είναι, ασφαλώς, Η τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων. Ο βαρώνος Σίμων Σίνας παρήγγειλε αυτόν τον πίνακα από το ζωγράφο για να τιμήσει τη μνήμη του πατέρα του, ο οποίος ήταν ο σημαντικότερος επενδυτής της Γέφυρας των Αλυσίδων. Αν και ο Barabás άρχισε να κάνει σχεδιαγράμματα από το 1842, ο πίνακας ολοκληρώθηκε μόλις το 1864. Η ταυτοποίηση των προσώπων που απεικονίζονται στον πίνακα είναι δυνατή με τη βοήθεια μιας επεξηγηματικής μελανογραφίας του καλλιτέχνη. Στον πίνακα ο Γεώργιος Σίνας εικονίζεται συντροφιά με tov Ferenc Ürményi, τον Παλατίνο Ιωσήφ και τον κόμη István Széchenyi. Ο πίνακας είναι, ταυτόχρονα, τεκμήριο που απαθανατίζει το σημαντικότερο γεγονός και τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Εποχής των Μεταρρυθμίσεων. Μετά την ολοκλήρωση του ο Σίμων Σίνας χάρισε τον πίνακα στην Πινακοθήκη του Εθνικού Μουσείου, η οποία θεμελίωνε τη συλλογή της σ' εκείνα τα χρόνια. Είναι γνωστές και δύο άλλες παραλλαγές του πίνακα, μία μικρότερη ελαιογραφία και μία υδατογραφία.
Miklós Barabás: Η τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων, 1842
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Miklós Barabás: Η τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων, 1864
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Το 1857 ο ζωγράφος Miklós Barabás, μετά από πρόσκληση του βαρώνου, κατέφθασε στο Gödöllő όπου ζωγράφισε μερικούς πίνακες για τον πλούσιο παραγγελιοδότη του, ένα μέρος των οποίων παρίστανε μέλη της οικογένειας. Για έναν από τους υπό ετοιμασία πίνακες έγραψε και ο σύγχρονος Τύπος, π. χ. ο Ταχυδρόμος των Κυριών τον Οκτώβριο του 1857: «Όσον αφορά εις τους πίνακας αναφέρομεν ότι οι επισκέπται του εργαστηρίου του Barabás νυν δύνανται να περιμένουν πάρα πολλάς τέρψεις. Ο καλλιτέχνης έχει σχεδόν έτοιμον ένα εκ των πινάκων τους οποίους έχει παραγγείλει απ' αυτόν ο βαρώνος Σίμων Σίνας. Παριστά το μέγαρον του Gödöllő, το δε προσκήνιον καταλαμβάνεται υπό αμάξης ουγγρικού τύπου με πέντε ίππους εις την οποίαν κάθεται ο ευγενής βαρώνος και μία εκ των γοητευτικών θυγατέρων του. Τα πρόσωπα - δια να εκφρασθώμεν ούτως - είναι εζωγραφισμένα με την χαρακτηριστικήν του Barabás ακρίβειαν, ούτως ή άλλως δεν θα ημπορούσαμεν να είπωμεν περισσότεράν τι/Ετι και ο αμαξηλάτης με το ανεμιζόμενον υποκάμισόν του και ο ουσσάρος με την στολήν του είναι εικονισμένοι με απατηλήν, σχεδόν, ακρίβειαν. Ελπίζομεν ότι ούτος ο πανεύμορφος πίναξ - ο οποίος θα κοσμή το εν Ενετία μέγαρον τον κυρίου βαρώνον - θέλει εκτεθή και ας την Φιλόμουσον Εταιρείαν.» Το κτήμα του Gödöllő είχε αγορασθεί από τον βαρώνο Γεώργιο Σίνα το 1850. Δυστυχώς η οικογένεια διέμεινε εδώ αρκετά σπάνια. Ο γερο-βαρώνος είχε κυρίως οικονομικά σχέδια για το τσιφλίκι: με τα προϊόντα του ήθελε να εφοδιάσει την πρωτεύουσα. Ο δε νεότερος βαρώνος είχε άλλα στο νου: ήθελε να το κάνει κέντρο κοινωνικής ζωής και έδρα της οικογένειας.
Miklós Barabás: Το μέγαρο του Gödöllő και το équipage με πέντε άλογα, 1859
Ιδιωτική συλλογή
Προσδίδει έμφαση στο ρόλο του Gödöllő ίο γεγονός ότι το 1857, όταν ο αυτοκράτωρ Φραγκίσκος Ιωσήφ επισκέφθηκε την Ουγγαρία, ο βαρώνος - με την ιδιότητα του Ούγγρου αριστοκράτη - ήθελε να τον υποδεχθεί στο μέγαρο του Gödöllő. Προετοιμαζόμενος για την επίσκεψη ανακαίνισε όχι μόνο τα έπιπλα του μεγάρου αλλά και το λεγόμενο περίπτερο των βασιλέων. Αυτό το μικρό, εξάγωνο κτίριο είχε κτισθεί από τον κόμη Grassalkovich τον Α', λίγα χρόνια μετά την επίσκεψη της Μαρίας Θηρεσίας (1751). Στο περίπτερο τοποθετήθηκαν προσωπογραφίες των Ούγγρων βασιλιάδων από τους φυλάρχους της εποχής της καθόδου των Ούγγρων στη σημερινή πατρίδα τους έως τη Μαρία Θηρεσία. Η διάταξη των 54, συνολικά, εικόνων ήταν η εξής: αριστερά και δεξιά από κάθε πόρτα και κάθε παράθυρο ήσαν αναρτημένοι από τέσσερις πίνακες ενώ πάνω από κάθε πόρτα και από κάθε παράθυρο υπήρχε ένας μεγάλος πίνακας. Οι πίνακες καταστράφηκαν από τα αυστριακά στρατεύματα όταν, το 1849, τον καιρό του ουγγρικού αγώνα της ελευθερίας ηττήθηκαν στο κοντινό Isaszeg. Πιθανώς κατέστρεψαν από οργή τις απεικονίσεις των Ούγγρων βασιλιάδων. Αυτό λοιπόν το περίπτερο ανακαίνισε ο βαρώνος Σίμων Σίνας, συμπληρώνοντας τη σειρά των ηγεμόνων μέχρι τη δική του εποχή. Φρόντισε για τη συντήρηση των έργων που υπέστησαν ζημιές και για την επαναζωγράφιση των τελείως κατεστραμμένων. Αυτή η λεπτομέρεια έχει σημασία διότι δείχνει την πρόθεση της οικογένειας να εγκατασταθεί και να ριζώσει στην Ουγγαρία. Δεν έφταιξαν οι ίδιοι αν η ουγγρική αριστοκρατία δεν τους δέχθηκε στους κόλπους της.
Το περίπτερο των βασιλέων
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη:
Όσοι τον εγνώριζον εγγύθεν, ηξεύρουν ότι ο πλέον διακαής του πόθος ήτο να ιδή την μίαν ή την άλλην θυγατέρα του ή και τας τεσσάρας ευτυχείς υπό τον ουρανόν της Ουγγαρίας. Αποκτήσας δε από τους κόμητας Viczay τα πρώην κτήματα Grassalkovich ήρχετο να παραθερίζη εις το απολαυστικόν Gödöllő, εις το μέλαθρον όπου σήμερον συνηθίζουν να αναπαύεται, απολαμβάνοντες την αμεριμνησίαν του οικογενειακού βίου, ο μεγαλειότατος ηγεμών μας και η βασίλισσα. Η ευκαιρία ήτο δεδομένη: όμως η ρυθμίζουσα τα ανθρώπινα Μοίρα η οποία είναι Swatunépa της ανθρωπινής βουλήσεως, απεφάσισεν αλλέως και τούτος ο πόθος τον μακαρίτου ιμεινεν ανεκπλήρωτος. Το κτήμα του Gödöllő επωλήθη, ο δε πρώην κύριος του εις τα εξής επεσκέπτητο την πρωτεύουσαν μόνον μετ ευκαιρίας εθνικών εορτών από τας οποίας πιστός εις την χώραν του Ούγγρος ευπατρίδης δεν ημπορούσε να λείπη. Αι δε θυγατέρες του, μορφωμέναι, έχουσαι ευγενή καρδίαν και εκλεκτήν ανατροφήν, ελήφθησαν εις γάμον υπό φορέων μεγάλων ονομάτων άλλων ιθνών. (Lőrincz Tóth)
Οι Ούγγροι ευπατρίδες δεν μπορούσαν να θεωρούν καλή επιλογή για γάμο αυτήν την οικογένεια που είχε πλουτίσει από το εμπόριο και επιπλέον δεν ήταν καν ουγγρικής καταγωγής, έτσι, τελικά, όλες οι κόρες παντρεύτηκαν στο εξωτερικό. Η Αναστασία (1838-1889) έγινε σύζυγος του κόμη Viktor Wimpffen, η Ειρήνη (1843-1881) του πρίγκιπα Μαυροκορδάτου, η Ελένη (1845-I1 ·3) του βασιλικού πρεσβευτή της Ελλάδος πρίγκιπα Υψηλάντη και η Ιφιγένεια (1846-1914) παντρεύτηκε τον πρίγκιπα de Castries, γαμπρό του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Προσωπογραφίες του βαρώνου Σίμωνα Σίνα και του
πρίγκιπα Υψηλάντη από το εργαστήριο τον Nadar.
Μουσείο Hermán Ottó, Miskolc
Ο βαρώνος Σίμων Σίνας πέθανε στις 15 Απριλίου 1876 στη Βιέννη και κηδεύθηκε στις 17 Απριλίου στο οικογενειακό κτήμα του Rappoltenkirchen. Ο Lőrincz Tóth, στον επιμνημόσυνο λόγο που εκφώνησε στη συνεδρίαση της Ακαδημίας στις 29ΓΚ Μαΐου, χαρακτήρισε τον αποβιώσαντα ως εξής:
«Εν των εκλεκτότερων γνωρισμάτων του χαρακτήρος του ήτο να μη πράττη κακόν εις κανένα, μάλλον να ανταποδίδη με καλόν έτι και το εις εκείνον πραχθέν κακόν. Να μη προσβάλλη ποτέ τα δικαιώματα ή τα συναισθήματα κανενός και να μη αφίνη ποτέ την αρετήν χωρίς την ανταξίαν αυτής αμοιβήν... Εις την μεταχείρισιν των ανθρώπων το σύνθημα του ήτο «Fortiter in re, suaviter in modo»: ήτο αυστηρός εις τας διαταγάς και την εκτέλεσίν των αλλά δίκαιος και επιεικής εις την κρίσιν και τας αποφάσεις. Όσον ανοικτός, ειλικρινής και έντιμος ήτο εις τας δημοσίας και εμπορικός σχέσεις και συναναστροφάς του, τόσον εξήσκει την αρετήν ταύτην εις την οικογενειακήν και ιδιωτικήν ζωήν του. Εμίσει την υποκρισία την οποίαν και απέρριπτε με ανδροπρεπή καταφρόνησιν και εφώτιζεν καταλλήλως με νόστιμην ειρωνείαν. Ούτος αυτός δεν εκαυχάτο ποτέ: ουδέποτε ήκουσε δειλούς καταδότας και προδότας, τούτους τους αποκρουστικούς τυφλοπόντικας του ανθρωπίνου γένους και ως φιλελεύθερος άνθρωπος άφινε και τον μικρότερον υπηρέτην του να ομιλή ελευθέρως εάν ο εν λόγω είχε επισκιασθή και απειληθή υπό τίνος υποψίας ερχόμενης εξ οιασδήποτε κατευθύνσεως. Εις φιλικήν συντροφίαν ήτο γνήσιος «bonhomme», ανθρώπινος, εύθυμος, αξιαγάπητος, η συνομιλία του ζωηρά, συχνάκις εμπνευσμένη: ηγάπα το καλόν αστείον και τα ανέκδοτα...»
Miklós Barabás: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας
Ουγγρικό Β0Μκά Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη
Πέραν των πολυάριθμων δωρεών του στην Ουγγαρία η προσοχή του βαρώνου Σίμωνα Σίνα από τη δεκαετία του '60 στράφηκε προς τη γη των προγόνων του, την Ελλάδα. Σ' αυτό ασφαλώς έπαιξε ρόλο και η απογοήτευση του από τις ουγγρικές συνθήκες. Χρηματοδότησε επί είκοσι χρόνια τη συντήρηση του Αστεροσκοπείου Αθηνών που είχε ιδρύσει ο πατέρας του, η χρηματοδότηση αυτή περιλάμβανε τόσο το μισθό των υπαλλήλων όσο και τους τεχνολογικούς νεωτερισμούς.
Τις ζωγραφιές των προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών τις ζωγράφισε, δαπάνη του βαρώνου, εκείνος ο Kari Rahl ο οποίος είχε ζωγραφίσει και τη διακόσμηση του μεγάρου του Σίμωνα Σίνα στη Βιέννη και ήταν ο ονομαστότερος ζωγράφος της εποχής. Το μεγαλύτερο ευεργέτημα του βαρώνου προς την Ελλάδα ήταν η ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών. Το κτίριο ανεγέρθηκε με δικές του δαπάνες, βάσει των σχεδίων του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλο Hansen, ενώ τα γλυπτά του φιλοτεχνήθηκαν από τον Λεωνίδα Δρόση, ο οποίος είχε σπουδάσει χρόνια στη Ρώμη δαπάνη του βαρώνου.
Franz Josef Sandmann (βάσει σχεδίου τον Rudolf Alt):
Η μη ενωμένη (ορθόδοξη) ελληνική εκκλησία της Πέστης, 1853
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Πηγή: εδώ
* Από το ιστολόγιο βλαχόφωνοι Έλληνες: Ο όρος Μακεδονόβλαχοι χρησιμοποιείται καταχρηστικώς καθώς αποδίδεται αδιακρίτως ακόμα και σε βλάχικους πληθυσμούς που δεν είχαν καμία σχέση με την περιοχή της Μακεδονίας, ενώ είχε υιοθετηθεί από την επίσημη Αυστρία σε μία περίοδο που η αυτοκρατορία των Αψβούργων επεδίωκε την εξάπλωση της επιρροής της δια του κατακερματισμού της βαλκανικής με εθνογλωσσικά κριτήρια.
Οι επισημάνσεις είναι δικές μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.