Του Δημήτρη Στεργίου
Δεν περίμενα ποτέ ότι μια σύγχυση που διατηρούσαν από άγνοια στην περιοχή μας γύρω από την πραγματική ονομασία και καταγωγή των Ριμένων – Ελληνόβλαχων της Ακαρνανίας θα γινόταν «επιστημονικό» φλάμπουρο από Ελληνόβλαχο συγγραφέα και άσχετους άλλους συναδέλφους του.
Δικαιολογήστε μου την έκπληξη αυτή για την παράξενη μάλιστα επιμονή ενός βλαχόφωνου από τα Όχθια εκπαιδευτικού, (αλήθεια εκείνος μιλάει και... καραγκούνικα;) του συγγραφέα του επίμαχου αυτού βιβλίου, που χαρακτηρίζει τους βλαχόφωνους της Ακαρνανίας ως... Καραγκούνηδες, αναφέροντας τα εξής:
Στο τεύχος 48 (Ιανουάριος – Απρίλιος 1976) του περιοδικού «Νιοχώρι» δημοσιεύθηκε ένα άρθρο του Θανάση Κοντοπάνου «Περί Βλάχων – Καραγκούνηδων» στο οποίο ήταν διάχυτη η σύγχυση που κυριαρχούσε κυρίως στη γύρω περιοχή για τους κατοίκους των έξι βλαχοχωριών της Ακαρνανίας, δηλαδή της Παλαιομάνινας, της Στράτου, των Οχθίων, της Γουριώτισσας, των Αγραμπέλων και του Στρογγυλοβουνίου, γύρω από το χαρακτηρισμό τους ως «Καραγκούνηδων» και τη... «ρουμανική» καταγωγή τους.
Στο άρθρο αυτό απάντησε με τεκμηριωμένη επιστολή – ντοκουμέντο ο αείμνηστος Κωσταντίνος Νικολάου Κουτσομπίνας. Ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας, γιος του Νίκου Κουτσομπίνα και εγγονός του Θύμιου Κουτσομπίνα, ιδρυτών της Παλαιομάνινας, ήταν ο δεύτερος γιος της οικογενείας (ο πρώτος ήταν ο αείμνηστος Φώτης Κουτσομπίνας). Πολυμαθέστατος, πολυδιαβασμένος. Ίσως, επειδή είχε το χρόνο όλο δικό του καθώς από τα εφηβικά του χρόνια (λίγο μετά την εισαγωγή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μαζί με το Βασίλη Φίλιππα Νίτσα) ήταν καθηλωμένος στο αναπηρικό κρεβάτι και καθόταν στο σπίτι του και στην εντυπωσιακή αυλή του αρχοντικού Κουτσομπίνα.
Είχα την καλή τύχη και την τιμή να συζητάμε ώρες ολόκληρες με τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ενώ πολλές φορές τον εφοδίαζα και με δικά μου βιβλία, καθότι, όπως προανέφερα, ήταν δεινός μελετητής. Αυτές οι επισκέψεις και οι συζητήσεις στο σπίτι του άρχισαν μετά το 1955 (από μαθητής του Γυμνασίου τη Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου), συνεχίσθηκαν, όταν κατέβαινα στο χωριό, όταν ήμουν φοιτητής στο πανεπιστήμιο και κορυφώθηκαν μετά το 1969, όταν ήδη είχε αρχίσει η δημοσιογραφική μου πορεία.
Θυμάμαι, λοιπόν, ότι μετά το Πάσχα του 1976 είχα επισκεφθεί το χωριό μας και, φυσικά, πήγα να δω (όπως έκανα πάντα!) τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ο οποίος πάντα ρωτούσε τον πατέρα μου πότε θα κατέβαινα στο χωριό. Με είχε ενημερώσει ο πατέρας μου, λέγοντας ότι ο «Κωστάκης» (έτσι τον έλεγαν στο χωριό!) σε περιμένει με αγωνία, αλλά δεν μού είπε τι σε θέλει! Πράγματι, επισκέφθηκα τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα κι αμέσως μού έδωσε να διαβάσω το άρθρο που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό «Νιοχώρι». Για πρώτη φορά διαπίστωσα ότι ήταν εκνευρισμένος. Και εξεπλάγην διότι ήταν πάντα ήρεμος, γαλήνιος! «Τι κάνω, τώρα Δημητράκη;», μου είπε. «Απλούστατα, να στείλεις μιαν επιστολή στο περιοδικό, όπου θα παρουσιάζεται η πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ θολή στην περιοχή μας για τους Ελληνόβλαχους», που δεν είμαστε «Καραγκούνηδες» του απάντησα.
Αμέσως, γαλήνευσε, ηρέμησε. «Την έχω έτοιμη», μου είπε! «Διάβασέ την, σε παρακαλώ, και πες μου τις εντυπώσεις, καθώς εσύ γνωρίζεις την πραγματικότητα, αφού από φοιτητής συνεργαζόσουν με τον αδερφό μου, τον Φώτη».
Τη διάβασα την επιστολή και πράγματι θαύμασα τα άψογα Ελληνικά του συγγραφέα και διαπίστωσα ότι ήταν καταπέλτης όσον αφορά την τεκμηρίωση της ελληνοβλάχικης (κουτσοβλάχικης) διαλέκτου ως ελληνικής και το ράπισμα της προπαγάνδας (δεν έχει παύσει ποτέ) ότι η Κουτσοβλαχική είναι... ρουμανική! Μπορώ να πω ότι ενθουσιάσθηκα από το περιεχόμενο της επιστολής διότι τα επιχειρήματα που παρετίθεντο σ΄ αυτήν προέρχονταν από έναν άμεσο γόνο ιδρυτή του χωριού μας, ο οποίος ανέβαινε πολλά χρόνια πριν με τα κοπάδια του στην Ήπειρο για ξεκαλοκαιριό και κατέβαινε στην Ακαρνανία για χειμαδιό. Συμπεραίνω, λοιπόν, ότι πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας για το θέμα αυτό από τις συνεχείς μελέτες σχετικών βιβλίων και άλλων πηγών, ένα μέρος προερχόταν από τον πατέρα του Νίκο Κουτσομπίνα και τον παππού του Θύμιο Κουτσομπίνα. Δηλαδή, πρόκειται για πληροφορίες από «πρώτο χέρι». Διαπίστωσα όμως ακόμα ότι, ως άρχοντας και αριστοκράτης που ήταν, εμφανιζόταν στην επιστολή ως πάρα πολύ ευγενικός! Κι έτσι πείσθηκε και δέχθηκε να αλλάξει το κείμενο της επιστολής προς το τέλος! Ικανοποιήθηκε από τη διαβεβαίωση αυτή και τον αποχαιρέτησα τονίζοντας να στείλει την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι».
Όπερ και εγένετο. Υπό ημερομηνία 8 Ιουνίου 1976 ο Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας έστειλε την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι», η οποία δημοσιεύθηκε στο επόμενο τεύχος (49/1976) και η οποία είχε ως εξής:
«Κύριε διευθυντά, εις το 48 τεύχος Ιανουαρίου Απριλίου 1976 του έγκριτου και χρήσιμου περιοδικού της Κοινότητας Νεοχωρίου «Νιοχώρι», διάβασα το άρθρο του αξιότιμου κυρίου Θανάση Κοντοπάνου περί Βλάχων – Καραγκούνηδων. Σαν άμεσος απόγονος των αναφερομένων εις το άρθρο τούτο, Θύμιου και Νίκου Κουτσομπίνα (εγγονός του πρώτου και υιός του δεύτερου) θέλω να συγχαρώ τον συγγραφέα του άρθρου για τα τόσον λεπτομερή γεγονότα, τα οποία εκθέτει, όσον αφορά τα δύο προσφιλή μου πρόσωπα των προγόνων μου, ως και για τα ήθη και έθιμά μας. Θα μου επιτρέψει όμως ο κύριος Κοντοπάνος να διαφωνήσω εις το θέμα της καταγωγής μας. Κανείς από τους ομοφύλους μας είτε κατοικούντες εις Ακαρνανίαν είτε εις Ήπειρον και Μακεδονίαν, που γνωρίζουν έστω και ολίγα γράμματα, δεν παραδέχονται ότι κατάγονται από τους Ρουμάνους, διότι γνωρίζουν ότι η γλώσσα μας ομοιάζει περισσότερο με την Ελληνικήν και Ιταλικήν, παρά με την Ρουμανικήν. Όπως δε αναφέρουν εις συγγράμματά των περίφημοι επιστήμονες, όπως ο ακαδημαϊκός ιστοριοδίφης Κεραμόπουλος, ο πρόεδρος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας κ. Άρης Πουλιανός και ο εξοχότατος υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Ευάγγελος Αβέρωφ, η φυλή μας, των Κουτσοβλάχων (όχι Βλάχων) είναι η πιο γνήσια ελληνική, όμοια των Σαρακατσαναίων. Όσον αφορά το ζήτημα της διαλέκτου που χρησιμοποιούμεν και η οποία είναι πολύ πτωχή σε λέξεις ξένες (ιταλικές), οι ως άνω ειδήμονες περί την Ιστορίαν, το εξηγούν ως εξής: Γνωρίζομεν ότι μετά τα τέλη του 2ου π.Χ. αιώνος, ήτοι μετά την εν Κυνός Κεφαλαίς μάχη μεταξύ του Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου Ε΄ και του Ρωμαίου αρχηγού Φλαμενίνου, η Ελλάς υπετάγη εις τους Ρωμαίους, ηττηθέντος του Φιλίππου κατά την ως άνω μάχην. Οι κατακτηταί Ρωμαίοι, προς επικοινωνίαν με τας Αματολικάς επαρχίας, κατασκεύασαν την περίφημον «Εγνατίαν Οδόν», οδικήν αρτηρίαν μεγάλης στρατιωτικής και εμπορικής σημασίας. Η οδός αυτή άρχιζε από το Δυρράχιον επί της Αδριατικής, κατευθύνετο προς Νότον μέχρι των σημερινών συνόρων, περίπου Ελλάδος – Αλβανίας, από εκεί κατευθύνετο προς Ανατολάς μέχρι του Έβρου ποταμού. Μετά την κτίσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επεξετάθη μέχρις αυτής. Το μήκος της έφθασε τα 800 περίπου χιλιόμετρα. Λόγω , λοιπόν, της σπουδαιότητός της ήτο ανάγκη να φυλαχθεί η οδική αυτή αρτηρία δια φρουρών. Δια να μην απασχοληθούν δε ρωμαϊκαί δυνάμεις εις την υπηρεσίαν αυτήν, στρατολογούσαν οι Ρωμαίοι μισθοφόρους εκ των ομόρων περιοχών, ήτοι Αλβανίας, Ελλάδος και Σερβίας. Τοιουτοτρόπως, οι μισθοφόροι αυτοί ήταν υποχρεωμένοι να εκμάθουν τις στοιχειώδεις φράσεις των προϊσταμένων τους αξιωματικών εις την επικρατούσαν τότε Ρωμαϊκήν γλώσσαν, η οποία συν τω χρόνω μετεβλήθη σε μητρική τους γλώσσα. Και έτσι έχομεν τους Αρβανιτοβλάχους (Αλβανοί φρουροί), Κουτσόβλαχους, οι απόγονοι των Ελλήνων Φρουρών κλπ. Εις επίρρωσιν των ανωτέρω υπάρχει εν παλαιόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής διαλέκτου, συγγραφεύς του οποίου είναι διακεκριμένος Γυμνασιάρχης του οποίου το όνομα δεν ενθυμούμαι, Κουτσόβλαχος την καταγωγήν, δια του οποίου, επιστημονικώς αποδεικνύει ότι εις την Κουτσοβλαχικήν διάλεκτον αι περισσότεραι λέξεις προέρχονται από ρίζας Ελληνικών λέξεων, όπως π.χ. λέμε την κάλτσαν εις την Κουτσοβλαχικήν «περπόντι», ως το αρχαίον Ελληνικό «περιπόδιον». Το πρόβατο το λέμε «όϊα», εκ του Ομηρικού «Όϊς», την χαράν τη λέμε «χαράον», την «παρηγοριάν» «προυγουρίη», το «υποκάμισον «κεμιάσε», το «ποτάμι» «ρέου» εκ των «ρέω» κλπ (Σημείωση: Εννοεί τον Κωνσταντίνο Νικολαίδη, ο οποίος το 1909 κυκλοφόρησε το πολύτιμο ογκώδες «Λεξικό της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης»). Όπως έχω διαβάσει σ΄ εφημερίδα, μια Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Αμερικής χαρακτηρίζει την φυλήν των Κουτσοβλάχων Ηπείρου, Στερεάς Ελλάδος, Μακεδονίας και Θράκης ως τους πλέον γνήσιους Έλληνας. Αυτά προς αποκατάστασιν τη αληθείας. Και πάλιν συγχαίρω τον αξιότιμον κύριον Κοντοπάνον δια το περισπούδαστον πόνημά τους περί της φυλής μας, έστω και αν, λόγω των πολλών αντιφατικών γνωμών που υπάρχουν γι΄ αυτήν όσον αφορά την καταγωγή της (πράγμα που συμβαίνει και για την προέλευσιν πολλών λαών και για τους ομιλούντας μόνον την Ελληνικήν Έλληνας, όρα Φαλμεράϊερ), παρασύρθηκε από αβασάνιστες απόψεις μερικών δήθεν επιστημόνων επί το πλείστον από πολιτικές και φυλετικές σκοπιμότητες π.Χ. Ρουμάνων, Ιταλών κλπ. Επίσης, συγχαίρω τον κ. πρόεδρον της Κοινότητας Νεοχωρίου ως και το Κοινοτικόν Συμβούλιον αυτής δια το χρησιμώτατον περιοδικόν «Νιοχώρι», ευχόμενος η έκδοσίς του να είναι παντοτινή και να εύρη μιμητάς και από άλλες κοινότητες.
Με τιμή και συμπατριωτική αγάπη
Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας»
Χρήστος Ευαγγελάτος: «Δεν είστε Καραγκούνηδες, αλλά Ελληνόβλαχοι»!
Επίσης, από ένα άρθρο μου δημοσιεύθηκε πρόσφατα (στις 26 Ιουλίου 2012) στη φιλόξενη εφημερίδα «Αιχμή» Αιτωλοακαρνανίας στο πλαίσιο ενός αφιερώματος στον αείμνηστο δήμαρχο, πολιτικό, συγγραφέα Χρήστο Ευαγγελάτο υπό τον τίτλο: « διδακτική γνωριμία μου με τον Χρήστο Ευαγγελάτο», αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα, από το οποίο προκύπτει ο χαρακτηρισμός των Ριμένων της Ακαρνανίας ως «Καραγκούνηδων» είχε γενικευθεί στην περιοχή από τους άλλους κατοίκους εκτός από τους Ελληνόβλαχους οι οποίοι αυτοποκαλούνταν μόνον ως «Ριμένοι».
Θέλω, δηλαδή, υπογραμμίσω με την αναδημοσίευση αυτή ότι θύμα αυτής «παρεξήγησης» είχα πέσει και ο ίδιος πριν από … πενήντα χρόνια. Τα «μάτια μου άνοιξε» ο αείμνηστος Χρήστο Ευαγγελάτος και από τότε έβαλα ως στόχο την αποκατάσταση αυτής στρεβλής και ανιστόρητης και αντιεπιστημονικής πραγματικότητας. Και ιδού πώς. Αναδημοσιεύω το σχετικό απόσπασμα:
«Τη δεύτερη φορά που συναντήθηκα με τον Χρήστο Ευαγγελάτο ήταν την άνοιξη του 1961. Ήμουνα τότε μαθητής της τελευταίας (έκτης) τάξεως της Παλαμαϊκής Σχολής. Πήγα να πάρω δανεικά ένα βιβλίο. Μόλις με είδε με κάλεσε στο γραφείο του! Είχε μπροστά του την τοπική εφημερίδα «Αιτωλοακαρνανικός και Ευρυτανικός Τύπος» του άξιου δημοσιογράφου Τάκη Σαλμά. Άνοιξε την εφημερίδα και σταμάτησε σε μια σελίδα όπου δημοσιευόταν σε συνέχειες μία έρευνά μου υπό τον τίτλο «Οι Καραγκούνοι και ο Αλή Πασάς». Μολονότι γνώριζε από τον Τάκη Σαλμά ότι συγγραφέας της έρευνας αυτής είναι ο γράφων, με ρώτησε: «Αυτή η έρευνα είναι δική σας;». Του απάντησε με συστολή και δέος καταφατικά. Τότε τον είδα να χαμογελάει για δεύτερη φορά και μου είπε περίπου τα εξής:
«Διαβλέπω ότι έχετε δημοσιογραφική πένα, δημοσιογραφικό αισθητήριο, δημοσιογραφικές ανησυχίες! Τι σας έκανε και γράψατε την έρευνα αυτή, για την οποία έχω συγχαρεί τον κ. Τάκη Σαλμά για τη δημοσίευσή της, μολονότι είναι ενός μαθητή Γυμνασίου;»
Εξήγησα ότι καθώς πήγαινα στην Παλαιομάνινα το καλοκαίρι μετά το τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, συγκέντρωνα τους υπέργηρους του χωριού και, κερνώντας ένα καφέ ή ουζάκι ή δίνοντας μια χούφτα καπνό που έπαιρνα από την καπνοσακούλα του πατέρα μου, προσπαθούσα με τις κατάλληλες ερωτήσεις να μαζεύω ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία για την Παλαιομάνινα. Τα πλούσια αυτά στοιχεία τα ρίχνω σε ένα μεγάλο φάκελο για να τα αξιοποιήσω όταν θα εμπλουτίζονταν και με άλλα και θα είχα αργότερα χρόνο και επιστημονική τεκμηρίωση. Σε πρώτη φάση και ύστερα από συνεννόηση με τον κ. Σαλμά, έγραψα την έρευνα αυτή».
Εντυπωσιάσθηκε με όλα αυτά, γιατί έθιξα, χωρίς να θέλω, μιαν ευαίσθητη χορδή του: το πάθος για την έρευνα και τη δημοσιογραφία.
Με συνεχάρη και, στη συνέχεια, ξεδιπλώνοντας την ευρυμάθειά του μου είπε:
«Κύριε Στεργίου, επιτρέψτε μου να κάνω μια διόρθωση: Οι κάτοικοι της Παλαιομάνινας και των άλλων πέντε χωριών της Ακαρνανίας δεν είναι «Καραγκούνοι», είναι «Ελληνόβλαχοι». Ξέρω ότι έτσι σας αποκαλούν οι ντόπιοι, δηλαδή ως «Καραγκούνηδες», αλλά δεν είναι ορθός ο χαρακτηρισμός αυτός. Όταν θα βρείτε περισσότερο χρόνο αργότερα και μέχρι να τελειώσετε τις σπουδές σας, συγκεντρώστε σχετικά βιβλία ειδικών επιστημόνων και προσπαθήστε να αποκαταστήσετε την πραγματικότητα. Μια άλλη συμβολή μου είναι να μην πέσουν οι Ελληνόβλαχοι αυτοί της Ακαρνανίας θύματα της ρουμανικής προπαγάνδας…»
Έφυγα προβληματισμένος! Ο δήμαρχος Μεσολογγίου, ο οποίος ήταν δημοσιογράφος επί πολλά χρόνια, ήταν βουλευτής, είχε διατελέσει υφυπουργός Συντονισμού, γνώριζε για τους Ελληνόβλαχους της Ακαρνανίας λεπτομέρειες, που δεν γνώριζα, που δεν γνώριζε άλλος κανείς!
Έτσι, από τότε, συγκέντρωνα κι άλλα στοιχεία, έκανα μια πλούσια βιβλιοθήκη και σε όλα τα βιβλία μου που αναφέρονται στην ιστορία, τη λαογραφία και τα έθιμα της Παλαιομάνινας δεν υπάρχει πουθενά η παρεξηγημένη λέξη «Καραγκούνοι», αλλά μόνον «Ελληνόβλαχοι», εξαιτίας της συμβουλής του Ευαγγελάτου. Τα βιβλία αυτά είναι «Η Παλαιομάνινα από τα βάθη των αιώνων έως σήμερα», «Τα βλάχικα έθιμα της Παλαιομάνινας με αρχαιοελληνικές ρίζες» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2001) και «4.500 μυκηναϊκές , ομηρικές, βυζαντινές και νεοελληνικές λέξεις στον βλάχικο λόγο» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2007).
Σημειώνεται ότι τον Αύγουστο του 2012 παρουσιάσθηκε στη Γουριώτισσα (ένα από τα έξι αμιγώς βλαχοχώρια της Ακαρνανίας ένα «βιβλιοσύγγραμμα» ( έτσι χαρακτηρίσθηκε!!!) του ντόπιου, δηλαδή βλαχόφωνου, από τα Όχθια (άλλο ένα από τα έξι βλαχοχώρια της Ακαρνανία) εκπαιδευτικού (δασκάλου) κ. Αντώνη Βασιλείου, ο οποίος χαρακτηρίζει τους Ριμένους της περιοχής του (και τους γονείς του, βεβαίως, βεβαίως!) ως «Βλαχόφωνους … Καραγκούνηδες»! Μάλιστα, ένας εκ των παρουσιαστών, ντόπιος (αλλά όχι βλαχόφωνος) εκπαιδευτικός, ο κ. Ιωάννης Νεραντζής, κατά την παρουσίαση του βιβλίου αυτού ανέπτυξε, ενώπιον άλλου παρουσιαστή, καθηγητή του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (κάτι μού θυμίζει, κάτι θυμίζει!!!) τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, θεωρίες του συγγραφέα (υποψήφιου διδάκτορα!):
«Βασισμένοι, λοιπόν, και στο σύγγραμμα αυτό του Αντώνη Βασιλείου, μπορούμε τώρα να υποστηρίξουμε ότι τα Βλάχικα γλωσσικά ιδιώματα ήταν και αρχαιότερα από τη λατινική γλώσσα και επέδρασαν σ΄ αυτήν εκ των υστέρων για να διαμορφωθεί η λαϊκή λατινική…»
Ιδού και η κοσμοθεωρία της αντεθνικής «μακεδοαρμάνικης» προπαγάνδας για «βλάχικη μειονότητα»:
«Οι Βλάχοι προϋπήρχαν της ρωμαϊκής κατάκτησης του Αίμου και ότι η αρχαία θρακική/μακεδονική/ φρυγική γλώσσα ήταν τα … βλάχικα»!!!
Στις «πονηρές» και αντεπιστημονικές (υπενθυμίζω για μιαν ακόμη φορά ότι ο συγγραφέας λέει ότι είναι υποψήφιος διδάκτωρ!) αυτές θεωρίες αντέδρασα έντονα με άρθρο μου στον ιστότοπό μου και στα τοπικά μέσα ενημέρωσης στις 29 Αυγούστου του 2012.
~ Σχετικές αναρτήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.