Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Μέτσοβο: με δύναμη από τα ψηλά


~ Φωτο: Το Μέτσοβο, χτισμένο στις βόρειες πλαγιές της Πίνδου, είναι συχνά χιονισμένο. (Φωτογραφία: Τζούλια Κλήμη)

Ζεστοί, φιλόξενοι άνθρωποι οι Μετσοβίτες. Λεβέντες, υπερήφανοι. Με την αγάπη για τον τόπο τους ξεπερνούσαν πάντα τις δυσκολίες και με τη γενναιοδωρία των ευεργετών τους διατήρησαν τον πολιτισμό και τον φυσικό πλούτο τους. Σήμερα, δημιουργούν ένα πρότυπο μοντέλο ανάπτυξης για τον οινοτουρισμό και τις διακοπές πολιτιστικών εμπειριών.

Είχα πολλά χρόνια να επισκεφτώ το Μέτσοβο των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων και για άλλη μία φορά δεν διέψευσε τις προσδοκίες μου. Ξετρελάθηκα με τη ζεστασιά των ανθρώπων, που κάθονται ακόμα στα μπάσια γύρω από την ξυλόσομπα, από το χιονισμένο τοπίο, τα εκπληκτικά κρασιά που δοκιμάσαμε στο οινοποιείο Κατώγι Αβέρωφ, τη λεβεντιά των γηραιότερων που φορούν τη φουστανέλα στην κυριακάτικη λειτουργία, την κατάνυξη που ένιωσα στο φωτισμένο με κεριά Μοναστήρι της Παναγίας, τις πεντανόστιμες πίτες, τις μετσοβίτικες φορεσιές που φτιάχνονται ακόμα, τη φιλοξενία, τους θησαυρούς του Λαογραφικού Μουσείου που διηγούνται την ιστορία του τόπου, τα μετσοβίτικα υφαντά, τη γεμάτη γεύση του «Rossiu di munte Γινιέτς» αλλά και του μετσοβόνε.

Η αγάπη και η προσφορά στον τόπο

Πώς να μην αγαπήσεις αυτό το χωριό, που βρίσκεται χτισμένο στις πλαγιές της Πίνδου, από το βουνό της Περιστέρας έως τη Φλέγγα και το πέρασμα της Κατάρας. Μέσα στο χιονισμένο τοπίο, που εδώ δεν είναι «γεγονός» αλλά καθημερινότητα, κατηφορίζω προσεκτικά τον κεντρικό δρόμο και μπαίνω στο μαγαζί του Ευάγγελου Μπαλαμπέκου, ο οποίος φτιάχνει παραδοσιακές φορεσιές. Στον τοίχο του μαγαζιού βρίσκονται μερικά μοναδικά χειροποίητα κομμάτια, μια φέρμελη (το γιλέκο του φουστανελά που τώρα φορούν οι τσολιάδες της προεδρικής φρουράς), δίπλα της ένα μαύρο γιλέκο με γαϊτάνια, ένα γυναικείο σιγκούνι (εντυπωσιακό πανωφόρι χωρίς μανίκια) από το Ζαγόρι και ένα άλλο από τους Καλαρρύτες. Το πιο όμορφο όμως είναι ένα γιλέκο με ολόχρυσο κέντημα, μουσειακό κομμάτι, όπως μου λέει ο παλιός ράφτης. Απολαμβάνοντας τον καφέ που μου πρόσφερε, τον ρώτησα γιατί είναι δύσκολη σήμερα η συνέχεια αυτής της τέχνης στο Μέτσοβο. «Κατ’ αρχάς, η τέχνη μαθαίνεται από 12 μέχρι 16 χρόνων. Μετά, είναι αργά. Εγώ 12 χρόνων μαθήτευα 10 και 12 ώρες την ημέρα. Οταν πάει κάποιος να μαθητεύσει, δεν υπάρχει δυνατότητα να πληρώνεται. Σήμερα όλοι θέλουν να πληρώνονται».

Πιο κάτω συναντώ τον φούρνο του Τσίμπα, στον μεγάλο μαρμάρινο πάγκο είναι αραδιασμένα όλα τα τοπικά καλούδια και δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω: λαδόψωμο, μπατζίνα (ή ζυμαρόπιτα), τυρόπιτα, μανιταρόπιτα. Ο νεαρός Δημήτρης παλεύει από το ξημέρωμα να προσφέρει το καλύτερο. 

Εδώ, λοιπόν, όπου η μέση ετήσια θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους 10° C, καταλαβαίνεις πώς ο αγώνας για την επιβίωση, που φόρτιζε την καρδιά και τον νου των ανθρώπων, γινόταν παραμύθι, τραγούδι, χορός, κέντημα, υφαντό, τρόπος ζωής. Οταν ο Ευάγγελος Αβέρωφ μετά τον πόλεμο είδε το χωριό του να παρακμάζει, αναζήτησε τρόπους να βρεθούν χρήματα. Δέκα χρόνια προσπαθούσε να πείσει τον βαρώνο Μιχαήλ Τοσίτσα –ο οποίος ζούσε στην Ελβετία, ήταν άκληρος και δεν είχε επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα– να αφήσει την περιουσία του στην πατρίδα των προγόνων του και όχι στην Ελβετία, όπως σκόπευε. Τελικά, το 1947, έπειτα από μακροχρόνια αλληλογραφία, πείστηκε να χρηματοδοτήσει τη δημιουργία του Ιδρύματος Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα που στόχο είχε την ανάπτυξη του Μετσόβου και της ευρύτερης περιοχής.

Με τις δράσεις και τα χρήματα του Ιδρύματος δημιουργήθηκαν Λαογραφικό Μουσείο, δημοτικό σχολείο, νοσοκομείο, εργοστάσιο ξυλείας, τυροκομική μονάδα, χιονοδρομικό κέντρο ήδη από το 1969, βουστάσιο με αγελάδες που ήρθαν από την Ελβετία. Επίσης, συντηρήθηκαν παραδοσιακά κτίρια, εκκλησίες και μοναστήρια, φτιάχτηκαν βρύσες και καλντερίμια, αποχετευτικό δίκτυο, φωτιστικά στους κεντρικούς δρόμους, φυτεύτηκαν τρία εκατομμύρια δέντρα, ακόμα και φοιτητική εστία στην Αθήνα για 60 Ηπειρώτες φοιτητές ανεγέρθηκε, καθώς και 150 σχολεία σε ολόκληρη την Ηπειρο! 

Οινοτουρισμός: ανάπτυξη-πρότυπο

Το απόγευμα είμαι καλεσμένη στο Katogi Averoff Hotel & Winery, όπου θα πάρω μέρος σε μια διήμερη οινο-γαστρονομική απόδραση την οποία διοργάνωσαν η Aria Hotels, η αλυσίδα boutique ξενοδοχείων σε πανέμορφους προορισμούς σε όλη την Ελλάδα, και η Trip2taste, η εταιρεία για την προβολή της ποιοτικής ελληνικής γαστρονομίας μέσα από εμπειρίες, την οποία ίδρυσε η Μαρίνα Μπουτάρη. Από την είσοδο κιόλας με εντυπωσίασε η ζεστή ατμόσφαιρα του ξενοδοχείου. Στο σαλόνι με υποδέχεται ο Σωτήρης Ιωάννου, σύζυγος της Τατιάνας Αβέρωφ (κόρης του Ευάγγελου Αβέρωφ). Καλλιεργημένος, δραστήριος, ικανός και ταυτόχρονα αυθόρμητος. Ο ευγενικός αυτός άνθρωπος βρίσκεται στο τιμόνι της εταιρείας περισσότερα από 25 χρόνια. Είναι ο ίδιος που δημιούργησε το σύγχρονο οινοποιείο, όπως και το ξενοδοχείο Κατώγι Αβέρωφ. «Είμαστε οι πρώτοι στην Ελλάδα που κάναμε ολοκληρωμένη οινοτουριστική πρόταση», λέει με περηφάνια. Πράγματι, το Katogi Averoff Hotel & Winery είναι μια πρότυπη οινοτουριστική μονάδα που συνδυάζει τον κόσμο του κρασιού, την ποιοτική τοπική γαστρονομία και τη ζεστή φιλοξενία. Τα επιβεβαίωσα όλα τις επόμενες μέρες.

Η ξενάγηση στο οινοποιείο Κατώγι Αβέρωφ είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Γοητεύτηκα από την αρχιτεκτονική πρωτοτυπία του κτιρίου, τους διαδρόμους με το γυάλινο δάπεδο, τα εκατοντάδες γαλλικά δρύινα βαρέλια παλαίωσης. Στο ατμοσφαιρικό wine bar δοκιμάσαμε πρώτοι τα κρασιά της χρονιάς, όπως το Ινιμα Νεγκόσκα («ίνιμα» σημαίνει «ψυχή» στα Βλάχικα) και το Φλογερό, που ωριμάζει για 12 μήνες σε δρύινα βαρέλια. Η οινοχόος Μαρία Δήμου μάς μύησε στον γοητευτικό κόσμο του κρασιού απαντώντας στις δεκάδες ερωτήσεις και απορίες μας.

Το κλείσιμο της βραδιάς έγινε με πρωτότυπο και ευχάριστο τρόπο: με το μοναδικό παιχνίδι οινογνωσίας και γευσιγνωσίας τυριών (του Ιδρύματος Τοσίτσα), δημιούργημα της Μαρίνας Μπουτάρη, με κρα- σιά όπως το Ινιμα Ασύρτικο-Αθήρι, το Κατώγι ροζέ, το Rossiu di Munte Γινιέτς, συνδυασμένα με γκράνα (παρμεζάνα), καπνιστό μετσοβόνε και πιπεράτο γιδίσιο τυρί τύπου chevre, το οποίο παρεμπιπτόντως λάτρεψα.

Τόπος που σέβεται την ιστορία του

Το επόμενο πρωί στην πλατεία –το «αλούν» όπως λέγεται στα Βλάχικα– είδα ότι οι γηραιότεροι εξακολουθούν να κάθονται στα παγκάκια, κι ας μη φορούν πλέον φουστανέλες, κουβεντιάζοντας χαμηλόφωνα στα Βλάχικα ή μάλλον στα κουτσοβλάχικα. Προσπερνάω τον κήπο με τα αιωνόβια πλατάνια. Ολόγυρα, δεκάδες μαγαζιά με είδη λαϊκής τέχνης και ταβέρνες δημιουργούν ένα μικρό κομφούζιο. H μεγαλοπρέπεια της πλατείας φανερώνει τη σπουδαιότητα του Μετσόβου μέσα στους αιώνες. Λόγω της γεωγραφικής του θέσης υπήρξε τόπος με στρατηγικό ενδιαφέρον. Αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα δερβένια (derbend) της οθωμανικής αυτοκρατορίας, εξασφαλίζοντας στη διοίκηση την ασφαλή μετακίνηση των στρατευμάτων της από την Hπειρο προς τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Κωνσταντινούπολη και αντίστροφα, μέσω του περάσματος του Ζυγού. Αυτό συντέλεσε στην απόκτηση προνομίων από το οθωμανικό κράτος, με αποτέλεσμα την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξή του. Σήμερα παραμένει ζωντανό χάρη στην κτηνοτροφία, στην υλοτομία, στην τυροκομία και κυρίως στον τουρισμό.

Γυναίκες με παραδοσιακές φορεσιές και φόντο τις χιονισμένες κορφές πηγαίνουν στην κυριακάτικη λειτουργία στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής με το πανέμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1730. Με το σχόλασμα, στον μεγάλο αυλόγυρο επικρατεί κοσμοσυρροή. Στη μεγάλη πολυτελή αίθουσα, το αρχονταρίκι, γυναίκες με την επίσημη ενδυμασία κουβεντιάζουν στα Βλάχικα. Φωτογραφίζω ένα πολύ όμορφο ζευγάρι, τον Τριαντάφυλλο και τη Μαρία Βαδεβούλη, μία από τις εξέχουσες οικογένειες του τόπου. Εκείνος φοράει τη φουστανέλα και η γυναίκα του την επίσημη χρυσοκέντητη φορεσιά από βελούδο και μπροκάρ. Η Κασσιανή Φάφαλη με προσκαλεί για καφέ στο σπίτι, όπου φτάνουμε περπατώντας στα απότομα καλντερίμια που γλιστράνε από τον πάγο. Το εσωτερικό, με τον οντά γεμάτο φλοκάτες, υφαντά στους τοίχους, το τζάκι στο κέντρο, είναι τυπικό λαϊκό μετσοβίτικο δείγμα. Η κυρία Κασσιανή μού προσφέρει καφέ και μια εξαίσια σταφιδόπιτα γεμιστή με καρύδια και ζάχαρη. Στην ερώτησή μου αν τα παιδιά της μιλούν τη βλάχικη γλώσσα μού απάντησε πως η γενιά των παιδιών της πρώτα μίλησαν Βλάχικα και μετά Ελληνικά, όμως η τελευταία γενιά (των σημερινών εικοσάχρονων) έμαθε πρώτα Ελληνικά και μετά Βλάχικα. «Τα καταλαβαίνουν, αλλά δεν τα μιλάνε», λέει. Για μεσημεριανό μαγειρεύει κεφτέδες με πρασοσέλινο, ένα από τα χαρακτηριστικά πιάτα της μετσοβίτικης κουζίνας. Της ζητώ να τη φωτογραφίσω καθισμένη στα μπάσια (ξύλινα ντιβάνια) του σαλονιού της. Τρέχει να βάλει το μαντίλι της! Πόση πηγαία φιλοξενία και ομορφιά!

Λαϊκή παράδοση, εμπόριο, τέχνες

Η ξενάγηση στο Λαογραφικό Μουσείο (είναι κι αυτή μέρος της εκδρομής που οργάνωσε η trip2taste) μας καθήλωσε, καθώς ξεδιπλώθηκε μπροστά στα μάτια μας ολόκληρη η καθημερινή μετσοβίτικη ζωή στο πέρασμα των αιώνων. Το τριώροφο κτίριο με τις αποθήκες, τους στάβλους, τα σαλόνια υποδοχής κ.λπ. ανοικοδομήθηκε το 1954 στη θέση που ήταν το αρχοντικό της οικογένειας του βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα. Με τη ζωντάνια της αφήγησης καταλάβαμε πώς ζούσαν εδώ οι άνθρωποι, πώς δούλευαν, πώς παντρεύονταν, τι φορούσαν, τι διάβαζαν. Μείναμε όλοι άφωνοι από τον πλούτο των αντικειμένων: τι ελβετικά ρολόγια τσέπης, τι εικόνες της Κρητικής Σχολής (17ος-19ος αι.), τι υφαντά, τι νυφιάτικα κοσμήματα, τι φορεσιές, τι σπάνια βιβλία, τι ασημικά γιαννιώτικης αργυροχρυσοχοΐας, τι γιαταγάνια και καριοφίλια. Το 1719 δημιουργήθηκε η αποθήκη συγκέντρωσης υφαντών και προϊόντων αργυροχοΐας και χρυσοχοΐας για εξαγωγή και το Μέτσοβο γίνεται σπουδαίο βιοτεχνικό, εμπορικό και οικονομικό κέντρο, ενώ αναπτύσσεται η βιοτεχνία της καποτοποιίας, η υφαντική, η κατασκευή σπαθιών κ.λπ. Ετσι, τον 18ο αιώνα, με το εμπόριο να ακμάζει, ανοίγουν αξιόλογοι εμπορικοί οίκοι σε μεγάλα κέντρα της εποχής – Βενετία, Νάπολη, Τεργέστη, Μασσαλία, Βιέννη, Μόσχα, Οδησσό, Κωνσταντινούπολη.

Το κρύο μάς άνοιξε την όρεξη, οπότε φύγαμε για την πλατεία. Το Πέντε Φι (Φίλε Φέρε Φίλους Φάε Φύγε) του Ζούβγια είναι το τέλειο μέρος για ένα μεζέ με τσιπουράκι. Σε πέντε λεπτά προσγειώνονται στο τραπέζι λαδόκολλες με πρόβειο κοντοσούβλι, κοκορέτσι, λουκάνικο, κοτόπουλο, όλα με τις πάπρικες και τα μπαχαρικά τους, με θέα ολόκληρη την πλατεία.

Τρέχω να προλάβω τον εσπερινό στο μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κάτω στο ποτάμι. Ενα θαύμα τοπικής αρχιτεκτονικής. Ανοίγω την ξύλινη πορτούλα με το μάνταλο, προχωρώ στον αυλόγυρο με τα διάφορα κτίρια, τα κελιά, περνάω κάτω από τη χαμηλή ξεχυτή (το στέγαστρο της εισόδου) για να βρεθώ στον πρόναο της εκκλησίας της Παναγίας. Μια δεύτερη μικροσκοπική πορτούλα, ενάμισι μέτρο ύψος, οδηγεί στο εσωτερικό. Και ξαφνικά βρίσκομαι στη μαγεία αλλοτινών εποχών, στο φως των κεριών διακρίνω το ξυλόγλυπτο τέμπλο (1728), αληθινό έργο τέχνης. Το εκκλησίασμα συμμετέχει ολόψυχα κάνοντας μετάνοιες και ψάλλοντας τα τροπάρια. Παρασύρομαι κι εγώ. Τι όμορφο ξεχασμένο συναίσθημα! Στο αρχονταρίκι στριμωγμένες καθόμαστε πάνω στα μπάσια με τα μετσοβίτικα υφαντά να πιούμε καφέ συνοδεία μιας τέλειας πάστα φλόρα. Σε λίγο μπαίνει και η μοναχή Θέκλα, η οποία ζει εδώ μόνη της από το 1977. Οι γυναίκες τής λένε τα προσωπικά τους στα Βλάχικα και η ογδοντάχρονη μοναχή συμβουλεύει με σπάνια σοφία, καλλιέργεια και οξύνοια.

Η Πινακοθήκη Αβέρωφ, δημιούργημα κι αυτή του Ευάγγελου Αβέρωφ, στέκει σήμερα στο σημείο ακριβώς όπου πριν από 300 χρόνια βρισκόταν το παλιό σαμαράδικο των πρώτων Αβερωφαίων –οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο Μέτσοβο γύρω στο 1700–, των μακρινών προγόνων του Γεωργίου Αβέρωφ. Στο εσωτερικό του θαυμάζουμε τους σημαντικότερους Ελληνες ζωγράφους του 19ου και του 20ού αιώνα.

Έφυγα από το Μέτσοβο γεμάτη αισιοδοξία από τα υπέροχα πράγματα που αντίκρισα, κυρίως όμως από τη λάμψη της προσφοράς που είδα στα μάτια όλων όσοι δουλεύουν στα ιδρύματα. Είναι φανερό ότι τους εμπνέει ακόμα ο Ευάγγελος Αβέρωφ, όπως και η αγάπη για τον τόπο τους, γι’ αυτό έχουν μηδενική μετανάστευση.

Τζούλια Κλήμη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.