Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Νικόλαος Αστερίου - Ο μελαχρινός επιχειρηματίας από το Μοναστήρι


Μια φορά κι έναν καιρό ένας πλούσιος αμπατζής από το Μοναστήρι έχτισε ένα μικρό παλάτι στη Θεσσαλονίκη...

Του Ε. Α. Χεκίμογλου
Διδάκτωρ Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Ένας πολύ μελαχρινός επιχειρηματίας

Στα τέλη του 18ου αι. ο Χατζή Αστέριος, υιός του Χατζή Μανόλη από το Μοναστήρι, ήταν ένας από τους έξι πλουσιότερους χριστιανούς Θεσσαλονικείς. Είχε κατορθώσει -ασφαλώς έναντι αδρής αμοιβής- να αποκτήσει ολλανδική υπηκοότητα ώστε να προστατεύεται από τις επιβουλές των πασάδων και των γενιτσάρων.
Στην εποχή του, υπήρξε ο σημαντικότερος χριστιανός κατασκευαστής του χοντρού μάλλινου υφάσματος, που ονομαζόταν ''αμπάς''. Στα τέλη του 18ου αι., ο αμπάς όχι μόνο συναγωνιζόταν τα ευρωπαϊκά μάλλινα υφάσματα στις απέραντες οθωμανικές αγορές, αλλά εξαγόταν και στην Ευρώπη, διότι υπερτερούσε τόσο από άποψη ποιότητας όσο και από άποψη κόστους.
Γιος του Αστερίου Χατζή Μανόλη ήταν ο Νικόλαος Αστερίου, που γεννήθηκε το 1765. Ήταν όχι μόνο πλούσιος αλλά και ευσεβής. Το 1809 αγόρασε στασίδι στην εκκλησία της Παναγίας της Λαγουδιανής, ως χειρονομία βοηθείας στη μονή Βλατάδων, της οποίας η Λαγουδιανή ήταν μετόχι.
Ο ίδιος ήταν ενορίτης του Αγίου Αθανασίου και πάμπλουτος, αν κρίνουμε από την προσφορά που έκανε για την αγορά ενός στασιδιού στο ναό αυτόν: Το 1819 πρόσφερε το σεβαστό ποσό των 680 γροσίων (που αντιστοιχούσε σε ημερομίσθια 2-3 χρόνων ενός τεχνίτη) για να αποκτήσει το στασίδι αριθμός 55.
Διατέλεσε επίτροπος του ναού το 1820 και κατά τη δύσκολη τριετία 1828-1831.
Στα 1830, όταν ήταν πια 65 ετών, ο Νικόλαος είχε αποσπάσει ειδικά εμπορικά και φορολογικά προνόμια, που του επέτρεπαν να πραγματοποιεί εμπόριο με όλο τον κόσμο, από τη Βρετανία μέχρι την Ινδία. Στη διαθήκη του αφιέρωσε σημαντικό ποσό υπέρ των σχολείων.
Σύζυγος του Νικολάου ήταν η Μαριγώ, που καταγόταν από την περίφημη οικογένεια Πάικου. Συγκεκριμένα, η Μαριγώ ήταν κόρη του Ανδρόνικου Πάϊκου, ο οποίος εκτελέσθηκε κατά την επανάσταση του 1821. Αδελφές της Μαριγώς ήταν η Αικατερίνη, σύζυγος Ιωάννη Δέλτα, που ζούσε στην Τεργέστη, και η Ευθυμώ σύζυγος Γαβριήλ, που ζούσε στο Βουκουρέστι. Επρόκειτο δηλαδή για μια αστική οικογένεια με παρακλάδια στα σημαντικότερα οικονομικά κέντρα της εποχής.
Ο Νικόλαος και η Μαριγώ απέκτησαν μια κόρη, την Αγορίτσα, και τρεις γιούς: τον Δημήτρη, τον Κωνσταντίνο και τον Πέτρο. Η Αγορίτσα παντρεύτηκε με έναν πλούσιο σταφιδέμπορο της Θεσσαλονίκης. Οι γιοί μετακινήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. 
Το 1831 οι δυο μεγαλύτεροι (που κόντευαν τα τριάντα τους χρόνια) κατοικούσαν ήδη στην πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αργότερα τους ακολούθησε και ο Πέτρος. Στα γεράματα του, εγκατεστημένος πάντοτε στην Κωνσταντινούπολη, πρόσφερε σημαντικά ποσά στα σχολεία της Θεσσαλονίκης και στο ναό του Αγίου Αθανασίου. 
Το έτος 1906, τα εγγόνια του Πέτρου δώρισαν στην Ελληνική Κοινότητα την παλαιά κατοικία της οικογένειας στη Θεσσαλονίκη, ''όπως χρησιμεύση ως εκπαιδευτήριον υπό τον όρον ίνα τεθή πλαξ δηλούσα το αφιέρωμα αυτών''. Πρόκειται για το περίφημο κτίριο του Παρθεναγωγείου, το οποίο είχε αγοράσει και χρησιμοποιούσε η Ελληνική Κοινότητα από το 1887, αλλά ουδέποτε κατέβαλε το τίμημα. 
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το κτίριο χρησιμοποιούνταν ως παρθεναγωγείο νωρίτερα από το 1887. Σύμφωνα με την παράδοση, δωρήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από ''τη σύζυγο του Καρανικόλα Στεργίου'', δηλαδή τη Μαριγώ. Το πρόθεμα ''καρά'' (=μαύρο) ήταν το παρατσούκλι του Νικολάου, που ήταν μελαχρινός. Άλλωστε και οι γιοί του είχαν μαύρο μουστάκι, την εποχή που ο ίδιος -γέρος πια- είχε γκρίζο.
Το ιστορικό περίγραμμα της οικογένειας αυτής, έτσι όπως προκύπτει από το συνδυασμό δημοσιευμένων και ανέκδοτων πηγών, δείχνει μια συνεχή, διαχρονική γεωγραφική μετακίνηση. Ο πλούσιος αμπατζής φεύγει από το Μοναστήρι και εγκαθίσταται στη Θεσσαλονίκη. Ο γιος του αμπατζή γίνεται έμπορος μεγάλων αποστάσεων, αλλά δεν περιφρονεί το λειτούργημα του ενοριακού επιτρόπου. Με τους διωγμούς της χριστιανικής αστικής τάξης στα 1821-1823, οι γιοί του μεγαλέμπορου μετακινούνται στην ασφαλέστερη Κωνσταντινούπολη. Οι γιοί, δηλαδή η τρίτη γενιά της οικογένειας, διατηρούν τα πλούτη τους, αλλά και την ανάμνηση της Θεσσαλονίκης. Δωρίζουν πρώτα στα σχολεία, μετά στην ενορία που επιτρόπευσε ο πρόγονος τους. Ίσως το ίδιο κάνει και η τέταρτη γενιά. Η πέμπτη γενιά δωρίζει στα παιδιά της Θεσσαλονίκης του δέκατου ένατου και των επόμενων αιώνων, ένα σημαντικό αστικό ακίνητο. Αλλά τα παιδιά της Θεσσαλονίκης δεν το ξέρουν. 

Αντί πλακός τα γκράφιτι

Αυτά ως προς την οικογένεια της Μαριγώς και του Καρά Νικόλα. Εκείνο που δεν μπόρεσα να μάθω είναι αν ''η αφιερωτήρια πλαξ'', που κατασκευάστηκε το 1906, υφίσταται ακόμη. Μακάρι να υπάρχει κάπου στο σχολείο, έστω και παραπεταμένη. Αλλά η πλάκα είναι ο τύπος. Η ουσία βρίσκεται αλλού: Πόσοι άραγε από τις χιλιάδες μαθήτριες και μαθητές που πέρασαν από το σχολείο, έχουν ακούσει το όνομα ''Καρά Νικόλα''; Και γιατί το λύκειο να ονομάζεται απροσώπως 17ο και όχι Λύκειο Καρανικόλα;
Το κτίριο του χριστιανικού παρθεναγωγείου αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους Θεσσαλονικείς του 19ου αιώνα. Σπάνια θα εντρυφήσει κανείς σε πηγές της εποχής χωρίς να συναντήσει το λαμπρό αυτό οικοδόμημα που βρισκόταν λίγο βορειότερα από τον Άγιο Αθανάσιο  στη μέση της πλουσιότερης χριστιανικής συνοικίας. Υπήρξε το μεγαλύτερο και ευπρεπέστερο σχολικό κτίριο. Σε αυτό γίνονταν οι χοροί και οι τελετές της ελληνικής κοινότητας. Σ' αυτό φοίτησαν όλες εκείνες οι ηρωικές δασκάλες, που δίδαξαν την ελληνοπρέπεια στα σχολεία της Μακεδονίας, σε δίγλωσσους ή και αλλόγλωσσους πληθυσμούς, ανάμεσα σε σφαίρες και κομιτατζήδες. Ήταν ''αρχαίο, ευρύχωρο και βυζαντινού ρυθμού, πλουσιότατο μέγαρο'', κατά την Αγγελική Μεταλλινού. Κτίσμα διώροφο, κατά τους κοινοτικούς κώδικες, διέθετε 16 δωμάτια και μεγάλη αυλή.
Πρόκειται για τη μοναδική περίπτωση που γνωρίζουμε πως ήταν μια αστική κατοικία της Θεσσαλονίκης των αρχών του 19ου αιώνα ή ενδεχομένως και του τέλους του 18ου. Τώρα πλέον μπορούμε να συνδέσουμε το κτίριο του Παρθεναγωγείου με τη συγκεκριμένη οικογένεια Καρανικόλα. Το κτίριο κατεδαφίστηκε στα 1938. Στη θέση του, ανάμεσα στις οδούς Σωκράτους και Χριστοπούλου, ανεγέρθη αργότερα το κτίριο του Ε' Γυμνασίου Θηλέων, σημερινού 17ου Λυκείου. Πνιγμένο μέσα στο περιβάλλον του, ανάμεσα σε δρόμους που έχουν το ίδιθο πλάτος όπως και πριν από διακόσια χρόνια, αλλά οικοδομές με πολλαπλάσιο ύψος, το σημερινό σχολικό κτίριο δεν θυμίζει σε τίποτε το αρχοντικό των αμπατζήδων του 18ου αιώνα. Μέσα στην αυλή του 17ου Λυκείου, ένα γκράφιτι των μαθητών, το μόνο χρωματιστό και ζωντανό στοιχείο του χώρου, είναι αφιερωμένο σε κάποια συμμαθήτριά τους. Γράφει: ''Για την Κατερίνα. Θα σε θυμόμαστε πάντα''. 
Αυτό το ''πάντα'' είναι που με φοβίζει.



Πηγή: ΘεσσαλονίκηΤύπος της Κυριακής - Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2001.

1 σχόλιο:

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.