Μνημείο του Ισμαήλ Κεμάλ Βλόρα στα Τίρανα Πηγή φωτο: εδώ |
Στις 28 του Νοέμβρη του 1912 ο Ισμαήλ Κεμάλ μπέη Βλόρα, πολιτικό στέλεχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κηρύσσει στην Αυλώνα την ανεξαρτησία της Αλβανίας. Μία ανεξαρτησία που δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας εξέγερσης ή εθνικής παλιγγενεσίας των Αλβανών αλλά απόρροια διπλωματικών κινήσεων των μεγάλων δυνάμεων. Ήταν η χρονική στιγμή κατά την οποία η συμμαχία των ορθόδοξων λαών της βαλκανικής του Α’ Βαλκανικού Πολέμου κατατροπώνει τον οθωμανικό στρατό και τον περιορίζουν σε μία στενή λωρίδα της σημερινής Αλβανίας μεταξύ Βερατίου και Αυλώνας.
Στην Ευρώπη υπάρχει έντονη κινητικότητα για το μέλλον της περιοχής, δεν αποτυπώνεται όμως το ίδιο στο λαό της Αλβανίας που είναι σα να ζει σε έναν άλλο κόσμο και όλα αυτά φαίνεται να μην τα καταλαβαίνει, ενώ άλλα είναι αυτά που περιμένει. Στα απομνημονεύματα του ο Ισμαήλ Κεμάλ, μας εξιστορεί έναν πολύ ενδιαφέρον διάλογο που είχε με αυστριακό διπλωμάτη. Όταν ο δεύτερος τον ρωτάει αν έχει έτοιμη τη σημαία, ο Ισμαήλ του απάντησε πως η σημαία είναι έτοιμη αλλά δεν έχει κοντάρι… και ο Αυστριακός που παρότρυνε το εγχείρημα εκφράζοντας φυσικά την αυτοκρατορία του, του είπε πως το κοντάρι του θα είναι η κάνη του όπλου της Αυστροουγγαρίας…
Οι μουσουλμάνοι Αλβανοί που ήσαν προνομιούχοι με τους Οθωμανούς, βλέπουν αρνητικά τις εξελίξεις ενώ οι χριστιανοί περιμένουν το ποθούμενο που σίγουρα δεν είναι μία νέα διοίκηση στην οποία ηγείται ένα υψηλό στέλεχος των Οθωμανών. Για τους ορθοδόξους, το ποθούμενο είναι να φτάσει και σε αυτούς το κύμα της επανάστασης του 1821 που ξεκίνησε στην Πελοπόννησο. Γιατί η 25η Μαρτίου ήταν η αρχή μιας επανάστασης η οποία δεν είχε ολοκληρωθεί. Μάλιστα θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτή η επανάσταση δεν ολοκληρώθηκε ακόμα. Όχι μόνο με την εθνικιστική έννοια της ενσωμάτωσης στον εθνικό κορμό αλύτρωτων εδαφών αλλά υπό την έννοια ότι η ελευθερία και η εθνική ανεξαρτησία δεν είναι δεδομένες αλλά κτώνται με συνεχείς αγώνες.
[Απόσπασμα από την ομιλία του Λ. Παππά στην εκδήλωση της ΝΕΒ, βλ. εδώ]
Οι πρωτοβουλίες της Εταιρείας «Ο Ελληνισμός» για την προσέγγιση
Η προοπτική της ελληνοαλβανικής συνεννόησης έλαβε σημαντική ώθηση ως αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών που ανελήφθησαν από την εταιρεία «Ο Ελληνισμός». Κατά την εποχή που εξετάζουμε – και όχι μόνο – σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση τάσεων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής διεκδικούσαν και κάποτε κατάφερναν να παίξουν και εξωθεσμικοί παράγοντες. Οι εξωθεσμικοί αυτοί παράγοντες προσπαθούσαν να προβάλουν τις θέσεις τους σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας με σκοπό να τα επηρεάσουν υπέρ των θέσεων τους και σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, αφού αποκτήσουν λαϊκό έρεισμα, να διεκδικήσουν μερίδιο στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής.
Η Εταιρεία «Ο Ελληνισμός» ιδρύθηκε στα τέλη του 1893 και ο χαρακτήρας αυτού του σωματείου ήταν καθαρά και αυστηρά πατριωτικός. Το ομώνυμο περιοδικό της Εταιρείας ήταν μηνιαίο και εκδίδονταν από το 1898 ως το 1914, ενώ επανεκδόθηκε το 1928. Στις σελίδες του «Ελληνισμού» φιλοξενήθηκαν πολλά και ποικίλα άρθρα Ελλήνων και ξένων μελετητών, δημοσιολόγων, πολιτικών, δημοσιογράφων και άλλων για ποικίλα θέματα, μεταξύ των οποίων και θέματα σχετικά με τη θέση της Ελλάδος στο συσχετισμό δυνάμεων της εποχής. Πρόεδρος της Εταιρείας «Ο Ελληνισμός» από το Δεκέμβριο του 1894 ως το 1936 ήταν ο Νεοκλής Καζάζης, επί των ημερών του οποίου η Εταιρεία ανέλαβε πολλές πρωτοβουλίες που στόχευαν στη διαφώτιση των Ελλήνων εντός και εκτός του Ελληνικού Βασιλείου σε πατριωτικά ζητήματα, στην ενίσχυση της εικόνας και της θέσης της Ελλάδος και στην προβολή των αξιώσεών της.
Η Εταιρεία και προσωπικά ο Πρόεδρός της Νεοκλής Καζάζης, προώθησε την ελληνοαλβανική συνεννόηση, καθώς θεωρούσε πως θα μπορούσε να αποτελέσει φραγμό στην ιταλική και αυστριακή επιρροή στα Βαλκάνια και παράλληλα να προσδώσει στην Ελλάδα το ρόλο που πίστευε πως δικαιωματικά της ανήκε. Στην προσπάθειά του αυτή ο Καζάζης προσέγγισε τον μπέη της Αυλώνος Ισμαήλ Κεμάλ, ο οποίος είχε αποφοιτήσει από τη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων και γνώριζε άπταιστα τα ελληνικά. Ο Κεμάλ, με το φόβο της σύλληψής του από τον Σουλτάνο, καθώς είχε εναντιωθεί στην Οθωμανική εξουσία κατά την παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη το 1901, κατέφυγε με πλοίο στην Αθήνα όπου και ανέπτυξε τις επαφές του με τον Καζάζη. Αργότερα μετέβη στις Βρυξέλλες, όπου εξέδωσε με ελληνική χρηματική συνδρομή μία εφημερίδα με τον τίτλο «ΣΩΤΗΡΙΑ – ΑΛΒΑΝΙΑ», η οποία εκδίδονταν στα ελληνικά εκτός από την τελευταία σελίδα της, που ήταν γραμμένη στα αλβανικά από το δεύτερο φύλλο και εξής.
Συνολικά, ο Ισμαήλ Κεμάλ εξέδωσε μόλις πέντε φύλλα της εφημερίδας από τον Σεπτέμβριο του 1901, στα οποία ασχολήθηκε με θέματα που άπτονταν τόσο αλβανικού, όσο και ελληνοαλβανικού, ακόμα και οθωμανικού ενδιαφέροντος, όπως τα αδιέξοδα και η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η προοπτική διατήρησης ή μη της Αυτοκρατορίας, η ενεστώσα κατάσταση στις αλβανικές χώρες και η προσέγγιση του ελληνικού και του αλβανικού παράγοντα.
Εφημερίδα ''Σωτηρία-Αλβανία''
Πηγή φωτο: εδώ
Οι πρωτοβουλίες αυτές που ανέλαβε η εταιρεία «Ο Ελληνισμός», πρακτικά κινούνταν περισσότερο στο επίπεδο της προπαγάνδισης της ελληνοαλβανικής συνεννόησης. Έτσι, στα σχετικά άρθρα που δημοσιεύονταν στο ομώνυμο περιοδικό παρατηρείται κάποια επανάληψη επιχειρημάτων και στερεοτύπων. Παρότι, όμως, οι σχετικές πρωτοβουλίες της Εταιρείας κινούνταν στο επίπεδο της προπαγάνδας, το σχετικό υπέρ της προσέγγισης κλίμα που άρχισε να διαμορφώνεται έδωσε και ουσιαστικούς καρπούς. Τον Μάρτιο του 1907 υπογράφηκε η «Δήλωσις της Ελληνοαλβανικής Συνεννοήσεως» από τους Καζάζη και Πεταλά από ελληνικής πλευράς και του Ισμαήλ Κεμάλ από αλβανικής. Μαζί με την «Δήλωση» υπογράφηκε και το συνοδευτικό «Ειδικό Πρωτόκολλο» στο οποίο αναλύονταν οι βάσεις και οι όροι της διμερούς συμφωνίας και περιγράφονταν οι αρχές που έπρεπε να υιοθετηθούν για την ευόδωσή της. Έτσι, ο όλος προβληματισμός που είχε καλλιεργηθεί από ελληνικής πλευράς κατά το προηγούμενο διάστημα σχετικά με μία ενδεχόμενη ελληνοαλβανική συνεννόηση απέδωσε ένα σημαντικό καρπό, καθώς η «Δήλωση» και το «Ειδικό Πρωτόκολλο», πέρα από τις γενικές αρχές και τις ευχές που περιέκλειαν για την προσέγγιση, περιείχαν και συγκεκριμένα μέτρα προς την κατεύθυνση αυτή. Βεβαίως, η συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του Κεμάλ, δε μπορούσε να έχει εκ των πραγμάτων χαρακτήρα μόνιμης διαρρύθμισης των ελληνικών και αλβανικών ενδιαφερόντων, καθώς ο Ισμαήλ Κεμάλ δεν είχε την δύναμη ούτε και την εξουσία να επιβάλει σε μία μελλοντική αλβανική κυβέρνηση τη συνοριακή διαρρύθμιση που προέβλεπε η συμφωνία. Πράγματι, η συμφωνία μεταξύ μιας επίσημης κυβέρνησης και ενός ιδιώτη δε μπορούσε να έχει δεσμευτικό χαρακτήρα και το γεγονός αυτό σίγουρα γινόταν αντιληπτό από την ελληνική κυβέρνηση αλλά και από τον ίδιο τον Κεμάλ. Η ελληνική πλευρά προσδοκούσε με αυτήν της την κίνηση, που αποτελούσε στην ουσία ένα διπλωματικό ελιγμό, να προσελκύσει στις θέσεις της έναν Αλβανό αρχηγό που διέθετε μεγάλο κύρος μεταξύ των ομοεθνών του και ο οποίος αναμένονταν να παίξει κάποιον ηγετικό ρόλο στο αλβανικό ζήτημα κατά τα προσεχή έτη, με την προοπτική ο Κεμάλ να επηρεάσει και άλλους Αλβανούς αρχηγούς προς την κατεύθυνση της τήρησης μίας ευνοϊκότερης στάσης προς την Ελλάδα, όταν θα προέκυπτε εκ των πραγμάτων θέμα ρύθμισης συνόρων μεταξύ Ελλάδος και μελλοντικής αλβανικής ηγεμονίας. Οι εξελίξεις, όμως, που ακολούθησαν μέσα και έξω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία αποδείχτηκε ότι άσκησαν μεγαλύτερη δυναμική στην αλβανική εθνική κίνηση απ’ ότι άσκησε η προσπάθεια που είχε ως κινητήρια δύναμη την ελληνοαλβανική συνεννόηση. Παρόλα αυτά, η όλη προβληματική πάνω στο ζήτημα αποτελεί ένα καλό παράδειγμα που αποκαλύπτει πτυχές του πώς αντιλαμβανόταν οι Έλληνες της εποχής την έννοια του εθνικού συμφέροντος και του πώς μπορούσε να επηρεάσει αλλά και να συμπορευτεί με την επίσημη εξωτερική πολιτική η δράση ενός ανεπίσημου φορέα, όπως η πατριωτική Εταιρεία «Ο Ελληνισμός». Οι απόψεις που εκφράζονταν από τους αρθρογράφους του ομώνυμου περιοδικού, διαπνέονται από ένα ρομαντισμό και έναν ιδεαλισμό παράλληλα με τις ορθολογικές κρίσεις που βασίζονταν σε αντικειμενικά δεδομένα. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την προσπάθεια των γραφόντων να συγκινήσουν το ευρύ κοινό στο οποίο και απευθύνονταν. Η όλη ιδέα της ελληνοαλβανικής συνεννόησης, εξάλλου, εδράζονταν τόσο σε αντικειμενικά δεδομένα και στρατηγικά συμφέροντα, που θεωρούνταν πως μέσω της συνεννόησης θα εξυπηρετούνταν καλύτερα προς όφελος και των δύο πλευρών, όσο και σε ιδεολογικές κατασκευές που απηχούσαν ευσεβείς πόθους της ελληνικής πλευράς κυρίως. Το εγχείρημα της προσέγγισης προχωρούσε έτσι σε δύο ουσιαστικά επίπεδα. αφενός μεν αυτό της προπαγάνδας που, εκτός των αντικειμενικών δεδομένων, στηρίζονταν και σε επιχειρήματα που στόχευαν και στην έγερση του συναισθήματος και αφετέρου στο επίπεδο της επίσημης εξωτερικής πολιτικής που προωθούσε τις ελληνικές διεκδικήσεις, στηριζόμενη στα ερείσματα της υπεροχής της ελληνικής γλώσσας και εκπαίδευσης καθώς και στην ταύτιση των Ορθοδόξων Αλβανών με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η δράση της Εταιρείας «Ο Ελληνισμός» ήταν κατ’ αυτόν τον τρόπο επικουρική και συμπληρωματική των επίσημων ελληνικών ενεργειών. Οι απόψεις που εκφράζονταν από τους αρθρογράφους του ομώνυμου περιοδικού κινούνταν στα πλαίσια της προπαγάνδισης της προσέγγισης, με την υπογραφή της συμφωνίας του 1907 να είναι η πράξη που αποδείκνυε τη σύμπραξη της επίσημης πολιτικής με ανεπίσημους φορείς, όπως ήταν η συγκεκριμένη Εταιρεία.
Πηγή: Γιάννης Χατζής ''Η αλβανική εθνική κίνηση και η προοπτική μιας ελληνοαλβανικής προσέγγισης, τέλη 19ου-αρχές 20ου αι''. Απόσπασμα, σελ.88-93. Βλ. εδώ.
Πρώτος αρχηγός του κράτους της Αλβανίας
Ο Ισμαήλ Κεμάλ Μπέι Βλόρα (αλβανικά: Ismail Qemal Bej Vlora), παλαιότερα Ισμαήλ Χακκί Μπέι Βλόρα (αλβανικά: Ismail Hakki bej Vlora), υπήρξε ο ιδρυτής του Αλβανικού Κράτους και ο πρώτος πρωθυπουργός της Αλβανίας.
Γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1844 στην Αυλώνα (αλβανικά: Vlorë), πέθανε στην Ιταλία στις 24 Ιανουαρίου το 1919. Ο Ισμαήλ Κεμάλ ήταν ο πρώτος που υπέγραψε την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αλβανίας (αλβανικά Deklarata e Pavarësisë së Shqipërisë).
Ο Κεμάλ σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων και μιλούσε και έγραφε απταίστως την ελληνική γλώσσα. Όταν βρισκόταν στην Πόλη (1901) πληροφορήθηκε ότι κινδύνευε να συλληφθεί με εντολή του Σουλτάνου. Έφυγε από την Πόλη και ήρθε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια μετέβη και εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες. Εκεί εξέδωσε αλβανική εφημερίδα, αλλά σε ελληνική γλώσσα, την οποία έγραφε ο ίδιος και μόνο η τελευταία της σελίδα, από το δεύτερο φύλλο που κυκλοφόρησε, ήταν γραμμένη στην αλβανική γλώσσα. Ο τίτλος της εφημερίδας ήταν: «ΣΩΤΗΡΙΑ».
Το πρώτο φύλλο εκδόθηκε στις 15/28 Σεπτεμβρίου 1901. «Εν Βρυξέλλαις τη 15/28 7/βρίου 1901 Σάββατο». Έκδοση 4/σέλιδη μόνο στην ελληνική γλώσσα με τη δήλωση ότι: «Τα επόμενα φύλλα θα εκδίδονται και εις την Τουρκικήν και Αλβανικήν γλώσσαν πλην της Ελληνικής». Συνολικά εξέδωσε πέντε φύλλα, στις στήλες των οποίων έλεγε αλήθειες που υπηρετούσαν την προσέγγιση των δύο λαών. Διαβάστε τι έγραφε για την Ελλάδα και τους Έλληνες….
Πηγή: εδώ
Σχετικές αναρτήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.