Η υπογραφή του Αλκιβιάδη Σκαντέλη σε συμβολαιογραφικό έγγραφο © ΓΑΚ/ΑΝΛ, Αρχείο Ιωαννίδη, αρ. 930/1882 |
Ελάχιστα είναι γνωστά για τον Αλκιβιάδη Σκαντέλη (ή Σκανδέλη) που δραστηριοποιήθηκε στη Λάρισα την τελευταία εικοσιπενταετία του 19ου αιώνα.
Καταγόμενος από τα Βιτώλια (Μοναστήρι) της Μακεδονίας, εγκαταστάθηκε μαζί με τη σύζυγό του Δομινίκη (Δόμνα) στη Λάρισα (1875), ως εργολάβος σε έργα οδοποιίας του Τουρκικού Δημοσίου. Παράλληλα ανέλαβε την εκτέλεση ιδιωτικών έργων που του είχαν αναθέσει ο Οθωμανός κτηματίας Γιουσούφ αγάς Σκούρας και οι αδελφοί Γρηγόριος και Λάζαρος Χατζηλαζάρου. Με τον Λάζαρο είχε συστήσει ομόρρυθμη εργοληπτική εταιρεία, την οποία διατήρησε μέχρι τον θάνατο του τελευταίου (1882).
Μετά από την απελευθέρωση της Λάρισας (1881), διέθεσε τα χρήματα που είχε αποκτήσει, για την αγορά ακινήτων στο εμπορικό κέντρο της πόλης. Συγκεκριμένα αγόρασε δύο κατοικίες, την μία στη συνοικία Παράσχου (Αγίου Νικολάου) και την άλλη στην οδό Ραμαζάν Ατίκ 2 (νότια της κεντρικής πλατείας), δύο οικόπεδα στη συνοικία Παράσχου εκτάσεως 277 τ/μ. [1]. και 356 τ/μ. καθώς επίσης και το συγκρότημα ενός πανδοχείου (χάνι) το οποίο βρισκόταν στη θέση Τσούγκαρι της συνοικίας του Τρανού Μαχαλά (Αγίου Αχιλλίου) «επί της ανατολικής πλευράς της οδού Γεφύρας Πηνειού» [2].
Το πανδοχείο ανήκε στην πλήρη κυριότητα της Λουτφιγέ Γιουσούφ Χανούμ, θυγατέρας του προαναφερθέντα Γιουσούφ Αγά Σκούρα και συζύγου του κτηματία Ρετζέπ πασά. Όταν τον Σεπτέμβριο του 1882 η Λουτφιγέ αναχώρησε από την Λάρισα και εγκαταστάθηκε με τον πατέρα της και τον σύζυγό της στα Σέρβια της Κοζάνης, όρισε τον Λαρισαίο εμποροκτηματία Νικόλαο Παπακώστα ως πληρεξούσιο πωλητή του πανδοχείου της. Ο Αλκιβιάδης Σκαντέλης αγόρασε το πανδοχείο στις 20 Οκτωβρίου 1882 αντί 550 χρυσών Τουρκικών λιρών (13.981 δρχ.) [3]. Το όλο συγκρότημα περιλάμβανε εντός του οικοπέδου του, μία διώροφη οικία με εννέα δωμάτια, δύο εργαστήρια, αποθήκες, στάβλους, οινοπνευματοπωλείο και διάφορους βοηθητικούς χώρους.
Την ίδια περίοδο ο Σκαντέλης ανέλαβε διάφορες εργολαβίες στην Ελασσόνα (τότε υπό οθωμανική κατοχή) και αναγκάστηκε να εγκατασταθεί εκεί προσωρινά, διορίζοντας ως πληρεξουσίους του στη Λάρισα, τους κτηματίες Γρηγόριο Χατζηλαζάρου [4] και Νικόλαο Παπακώστα [5].
Μετά την αναχώρησή του, ο Σκαντέλης ενοικίασε (μέσω του Παπακώστα) την κατοικία του στην οδό Ραμαζάν Ατίκ στη Λάρισα. Ως ενοικιαστής την περίοδο 1882-1884 αναφέρεται ο εισαγγελέας του Πρωτοδικείου της Λάρισας Δημοσθένης Καρύκης [6] ενώ μετά το 1884 η οικία ενοικιάστηκε στον ταγματάρχη (ΠΖ) Αναστάσιο Οικονομόπουλο (Βασιλικό Επίτροπο του Γ΄ Διαρκούς Στρατοδικείου Λαρίσης) για να χρησιμεύσει ως κτίριο Στρατοδικείου [7].
Από το 1882 έως το 1884 το πανδοχείο ενοικιάστηκε στους ξενοδόχους Χαράλαμπο Κράκτη, Βασίλειο Κωνσταντίνου και Ευάγγελο Αποστόλου [8], ενώ από το 1884 έως το 1888 στον Αντώνιο Δήμου (με την εγγύηση του αρτοποιού Ιωάννη Ραχωβίτη) [9].
Το 1886 ο Σκαντέλης επέστρεψε στη Λάρισα και αφού κατεδάφισε το παλαιό πανδοχείο, ανήγειρε στη θέση του ένα νέο διώροφο και λιθόκτιστο. Στον όροφο υπήρχαν τα δωμάτια, στο ισόγειο δύο εργαστήρια και στον αυλόγυρο αποθήκες, στάβλοι και άλλα βοηθητικά κτίρια [10]. Για την ανέγερση του κτιρίου αναγκάστηκε να δανειστεί χρήματα από την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας, από τον Οθωμανό Μεχμέτ εφένδη Αχμέτ Σααδή (διευθυντή των τσιφλικίων του αποβιώσαντα Ρεσίτ πασά), από τον εργολάβο Στέλιο Βουκαδόρο και από τον Λαρισαίο αργυραμοιβό Σιμών Αβραάμ. Ειδικά από τον τελευταίο δανείστηκε το ποσό των 9.297,25 γροσίων (2.642 δρχ.), εντόκως προς 15% ετησίως, υποθηκεύοντας το πανδοχείο. Ως ενοικιαστής του νεόδμητου πανδοχείου αναφέρεται ο Πέτρος Δεληνούσιας, ο οποίος λειτούργησε την επιχείρηση μέχρι την οριστική της μεταβίβαση (1892).
Μετά την ανέγερση του πανδοχείου ο Σκαντέλης μετακόμισε στα Σέρβια της Κοζάνης, ενώ περί τα τέλη του 1888 εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μοναστήρι (Βιτώλια) της Μακεδονίας ασκώντας το επάγγελμα του εργολάβου. Τα χρήματα που είχε λάβει όμως από τους δανειστές του δεν αποπληρώθηκαν την ορισθείσα ημερομηνία. Το 1889 ο Σιμών Αβραάμ κινήθηκε δικαστικά εναντίον του, ενώ τον ακολούθησαν και οι υπόλοιποι δανειστές. Με την απόφαση 237/31-5-1891 του Πρωτοδικείου Λαρίσης [11] το πανδοχείο εκτέθηκε σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό για την αποπληρωμή των χρεών. Παράλληλα με την ίδια απόφαση διατάχθηκε η σύλληψη του Σκαντέλη ο οποίος διέφευγε. Στις 31 Μαΐου 1892 πραγματοποιήθηκε ο πλειστηριασμός με τιμή εκκίνησης τις 4.000 δρχ. [12]. Τελευταίος πλειοδότης αναδείχθηκε ο εργολάβος και κτηματίας Ιωάννης Ν. Μακρής με τιμή προσφοράς 21.500 δρχ. στον οποίο περιήλθε (8 Ιουνίου 1892) η πλήρης κυριότητα του πανδοχείου [13].
Η συνέχεια δεν ήταν τόσο ευχάριστη για τον Σκαντέλη, αφού εσφαλμένες εμπορικές επιλογές τον έφεραν σε οικονομικό αδιέξοδο. Στις 14 Ιουλίου 1894 το Οθωμανικό Εμποροδικείο των Βιτωλίων επικύρωσε χρέος (μαζί με τους τόκους) 375,21 χρυσών Τουρκικών λιρών (15.759,05 δρχ.) προς τον έμπορο Αθανάσιο Γ. Ταουσάνη από τις Σέρρες. Στις 9 Απριλίου 1895 εκτέθηκε σε πλειστηριασμό η κατοικία και το οικόπεδο των 356 τ/μ. στη συνοικία Παράσχου στη Λάρισα. Ελλείπουν πληροφορίες για την μετέπειτα τύχη του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Το οικόπεδο αγόρασε ο Ιωάννης Ζούγκος, ο οποίος στις 28 Νοεμβρίου 1894 το μεταβίβασε στον ιατρό Αχιλλέα Λογιωτάτου αντί 1.820 δρχ. Βλ. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 048 [1894], αρ. 17440 (28 Νοεμβρίου 1894).
[2]. Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, Χάνια, πανδοχεία και ξενοδοχεία της Λάρισας, 1423-1973 (υπό έκδοση).
[3]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 946 (20 Οκτωβρίου 1882).
[4]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 004 [1882], αρ. 930 (19 Οκτωβρίου 1882). Ο Σκαντέλης διόρισε ως πληρεξούσιο τον Γρηγόριο Χατζηλαζάρου για να εισπράξει οφειλές τρίτων προς την ομόρρυθμη εταιρεία που είχε συστήσει με τον αποβιώσαντα αδελφό του Λάζαρο. Η πληρεξουσιότητα ανακλήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1888. Βλ. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 029 [1888], αρ. 8276 (14 Οκτωβρίου 1888).
[5]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 938 (20 Οκτωβρίου 1882).
[6]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 811 (29 Σεπτεμβρίου 1882).
[7]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 011 [1884], αρ. 2925 (2 Απριλίου 1884).
[8]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 004 [1882-1883], αρ. 989 (21 Νοεμβρίου 1882).
[9]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 011 [1884], αρ. 2903 (29 Μαρτίου 1884) και Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 012 [1884-1885], αρ. 3473 (15 Μαρτίου 1885).
[10]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 042 [1892], αρ. 12649 (31 Μαΐου 1892).
[11]. Πρωΐα (Αθήνα), φ. 3804 (24 Αυγούστου 1891).
[12]. Κατατέθηκαν προσφορές από τους Ανάργυρο Ζαβιτσάνο, Αβραάμ Καλαμάρα, Γεώργιο Μαρκατά, Ιωάννη Μακρή και Σιμών Αβραάμ.
[13]. Αρχείο Ροδόπουλου, φκ. 042 [1892], αρ. 12670 (8 Ιουνίου 1892). Ο Ιωάννης Μακρής μεταβίβασε το 50% του πανδοχείου (εξ αδιαιρέτου) στον κτηματία Διονύσιο Γαλάτη αντί 11.250 δρχ.
Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.