Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

Aπό τα Bαλκάνια και την Kεντρική Eυρώπη - Ιωάννης Α. Παπαδριανός


IΩANNHΣ A. ΠAΠAΔPIANOΣ
Βαλκανιολόγος - Καθηγητής του Δημοκρίτειου
Πανεπιστημίου Θράκης

ΑΔHPITEΣ οικονομικές, πολιτικές και δημογραφικές ανάγκες ώθησαν τους κατοίκους της Βόρειας Ελλάδας, κυρίως της Ηπείρου και της Μακεδονίας, να μεταναστεύσουν κατά την Τουρκοκρατία στις χώρες της Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης, όπου δημιούργησαν ανθηρές ελληνικές παροικίες. Οι Eλληνες απόδημοι, με τη σκληρή και τίμια εργασία τους, απέκτησαν μεγάλη οικονομική επιφάνεια και μπόρεσαν έτσι να βοηθήσουν τις γενέτειρές τους που ήταν τότε υπόδουλες αλλά και να ευεργετήσουν τις θετές τους πατρίδες.

Στη Bαλκανική Xερσόνησο

(Φωτο αριστερά) Το ιστορικό «Τραμπάντζειο» Γυμνάσιο Σιάτιστας κτίστηκε το 1888 με χρήματα του μεγαλεμπόρου Ιωάννη Τραμπαντζή. 

Στα Bαλκάνια, Eλληνες απόδημους βρίσκουμε στη Βουλγαρία, στην πρώην Γιουγκοσλαβία και στη Ρουμανία. Διέπρεψαν κυρίως εκείνοι που είχαν εγκατασταθεί στην πρώην Γιουγκοσλαβία (Σεμλίνο, Βελιγράδι) και στην Κωνσταντινούπολη. Στην πόλη αυτή είχε εγκατασταθεί τον 19ο αι. ο Κωνσταντίνος Θωμαΐδης, ο οποίος καταγόταν από το Μπλάτσι (σημ. Βλάστη) του Νομού Κοζάνης. Ο Μπλατσιώτης απόδημος ασχολούνταν με το εμπόριο καπνού. Με το εμπορικό του μάλιστα δαιμόνιο κατόρθωσε να γίνει ο επίσημος προμηθευτής καπνού του σουλτανικού παλατιού και να κερδίσει την εύνοια του σουλτάνου Χαμίτ. Με την εμπορική του δραστηριότητα απέκτησε σημαντικά χρηματικά ποσά, τα οποία διέθεσε για την ανέγερση εκπαιδευτηρίων στην υπόδουλη Ελλάδα, κυρίως στη γενέτειρά του και στο Τσοτύλι της Δυτικής Μακεδονίας. Eτσι κτίστηκε στη Βλάστη, το 1860, το μεγαλοπρεπές διώροφο ελληνικό σχολείο, σχήματος σταυρού, καθώς και στο Τσοτύλι, το 1873, το φερώνυμο Γυμνάσιο. Ο Κων. Θωμαΐδης συνέβαλε επίσης σημαντικά στην ίδρυση της Μακεδονικής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας που προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στο υπόδουλο Eθνος, και διετέλεσε πρώτος πρόεδρός της. Από το Μπλάτσι καταγόταν επίσης η αξιόλογη οικογένεια των Μπόντη, που είχε εγκατασταθεί στο Βελιγράδι. Η οικογένεια αυτή πρόσφερε το 1843 σημαντικό χρηματικό ποσό για την ίδρυση αξιόλογης σχολής στο Μπλάτσι.

Το σχολείο που ίδρυσαν οι Eλληνες του Σεμλίνου το 1813, υπήρξε πολύ ευεργετικό για τους Σέρβους· σ' αυτό σπούδασε ο Ηλίας Γκαράσανιν, η μεγαλύτερη πολιτική φυσιογνωμία της Σερβίας κατά τον 19ο αι., και ο διάσημος Σέρβος ποιητής Σίμος Μιλουτίνοβιτς Σαραϊλίγια, συντάκτης του έπους «Σερβιάδα» (όπου εξαίρονται οι επαναστατικοί αγώνες των Σέρβων).

Πολλοί από τους Μακεδόνες απόδημους στη Σερβία υπήρξαν μεγάλοι ευεργέτες των Σέρβων. Και πρώτα-πρώτα ο Ναουσαίος Δημήτριος Αναστασίου-Σαμπόφ, ο οποίος κατέβαλε 20.000 φιορίνια, τεράστιο ποσό την εποχή εκείνη, για την ίδρυση του πρώτου Σερβικού Γυμνασίου στα Καρλοβίκια του Σρεμ (Σίρμιο των Βυζαντινών). Eκεί σπούδασε πλειάδα επιστημόνων, οι οποίοι αργότερα αποτέλεσαν τη σερβική ελίτ. O Ναουσαίος απόδημος βοήθησε ποικιλότροπα τη σερβική παιδεία και γι' αυτό αποκλήθηκε Μαικήνας των Σερβικών Γραμμάτων. Aλλος Μακεδόνας, ο μεγαλέμπορος Ευάγγελος Θωμάς από την Αλιστράτη της Ανατολικής Μακεδονίας, δώρισε την τεράστια περιουσία του στον Εμπορικό Σύλλογο του Βελιγραδίου, για να σπουδάζουν τα παιδιά των Ελλήνων και των Σέρβων εμπόρων. Ο Σίμος Μπάσιος από την Κλεισούρα διέθεσε μεγάλα ποσά για τη λειτουργία του εμπορικού Συλλόγου του Βελιγραδίου, καθώς και για τα πολιτιστικά ιδρύματα της γενέτειράς του. Ο Κοζανίτης Χαρίσιος Μούκας δώρισε αρκετά χρήματα στο Σερβικό Γυμνάσιο του Σάμπατς, καθώς και στο Ελληνικό που λειτουργούσε στην πόλη αυτή. Μία σειρά Σιατιστινών εμπόρων αποδήμων άφησαν μεγάλα κληροδοτήματα στη γενέτειρά τους (Ιωαννίδειο, Κουκουλίδειο, Τοιστοπούλειο). Το ζευγάρι Νικόλαος και Ευγενία Κίκη από την Κλεισούρα έδωσαν χρήματα και κτίστηκε ένα μεγαλοπρεπές νοσοκομείο στην οδό Μιχαΐλοβα 50, το οποίο δώρισαν στους δεινοπαθούντες Σέρβους και Eλληνες εμπόρους. Ο Μπλατσιώτης απόδημος στη Μιτροβίτσα του Σρεμ, Θεόδωρος Χατζημπάκης, ο οποίος είχε πάρει τον τίτλο του βαρόνου από την Αυστροουγγαρία, έκτισε στο Novi Sad αξιόλογο Γυμνάσιο.

Στους μεγάλους ευεργέτες στη Σερβία συγκαταλέγεται και η Ελληνίδα Μαρία Τριανταφύλλου από τη Δυτική Μακεδονία, που κατοικούσε στο Novi Sad. Μετά το θάνατο του βαθύπλουτου συζύγου της Ιωάννη Τριανταφύλλου το 1848, έδωσε χρήματα για την επισκευή της ορθόδοξης εκκλησίας του Αγίου Νικολάου της πόλης, η οποία είχε τότε καεί. Η Μαρία Τριανταφύλλου ήταν κυρίως γνωστή για τις μεγάλες αγαθοεργίες της. Την τεράστια περιουσία της δώρισε στο πνευματικό ίδρυμα «Matica Srpska» (Σερβική Κυψέλη), καθώς και σε υποτροφίες απόρων ανδρών και γυναικών για να σπουδάζουν στο Εξωτερικό.

Η μητρόπολη του Βελιγραδίου είχε την τύχη να έχει ιεράρχη έναν ικανό Eλληνα, ο οποίος καταγόταν από την κωμόπολη Σέρβια, αλλά κυρίως έζησε στην Κοζάνη, τον Διονύσιο Παπαγιαννούση Πόποβιτς· γιος του ήταν ο λόγιος Ευφρόνιος Ραφαήλ, ο οποίος, πεθαίνοντας στο Ιάσιο της Ρουμανίας (1854), άφησε την πλούσια βιβλιοθήκη του στην Κοζάνη, όπου μπόρεσε έτσι να σχηματιστεί και να λειτουργήσει μία σύγχρονη και πλούσια βιβλιοθήκη. Στη Ρουμανία είχε μεταναστεύσει και εργαστεί ο Σιατιστινός μεγαλέμπορος Ιωάννης Τραμπαντζής (1813-1890), ιδρυτής του σπουδαίου Τραμπάζειου Γυμνασίου της Σιάτιστας, καθώς και οι μεγαλοεπιχειρηματίες Βασίλειος Ν. Βαλταδώρος (1849-1904) και ο αδελφός του Λάμπρος (1838-1896), καταγωγής από την Κοζάνη, με τα εμβάσματα των οποίων κτίστηκε το περίφημο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο της Κοζάνης. Από τους Μακεδόνες αποδήμους στη Ρουμανία προέρχεται και ο Μπλατσιώτης Κ. Δόσιος (1810-1871), ο οποίος, έπειτα από λαμπρές σπουδές στο Μόναχο και στη Βιέννη, επέστρεψε στην Ελλάδα και είναι ο πρώτος κοινωνιολόγος και πολιτειολόγος του ελεύθερου πια Κράτους. Aλλος Βλατσιώτης απόδημος στη Ρουμανία, κυρίως στο Βουκουρέστι, ήταν ο Δημήτριος Μουσίκος, μεγάλος ευεργέτης της γενέτειράς του και ολόκληρου του υπόδουλου Ελληνισμού.

Οι Μακεδόνες και οι Ηπειρώτες απόδημοι στη Βαλκανική Χερσόνησο, με τη σκληρή τους εργασία και το επιχειρηματικό τους πνεύμα, κατόρθωσαν να αποκτήσουν τεράστια χρηματικά ποσά. Η οικονομική αυτή ευεξία τους βοήθησε να επιβληθούν στους διάφορους τομείς της ζωής και να εξελιχθούν στην αστική τάξη των χωρών της Χερσονήσου, αποτελώντας το ανώτερο στρώμα της κοινωνίας από υλική και πολιτιστική άποψη. Hταν, κατά τη χαρακτηριστική έκφραση του Σέρβου λόγιου Dragutin Ilic, όπως «το αλάτι για το ψωμί».

Μεσευρώπη

(Φωτο αριστερά) Το «Τσιστοπούλειο» μέγαρο, έδρα αρχικά του Διοικητηρίου της Σιάτιστας, στο οποίο στεγάζεται σήμερα το δημαρχείο της πόλης. Λίγα χρόνια πριν τον θάνατό της (1958) η Θεολογία Τσιστοπούλου κληροδότησε τη σημαντική ακίνητη περιουσία της στη γενέτειρα πόλη της Σιάτιστα. 

Εκτός από τις χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου, αποδήμους, ιδιαίτερα από την Hπειρο και τη Μακεδονία, βρίσκουμε στη Βουδαπέστη, στην Τεργέστη και κυρίως στην πρωτεύουσα της Αυστροουγγαρίας Βιέννη. Αυτή η «Ελλάδα του Εξωτερικού», όπως χαρακτηριστικά την ονόμασε ο Eλληνας ερευνητής Σπ. Λάμπρος, που εκτεινόταν από τη Ρωσία ως την Τεργέστη, ήταν κατασκεύασμα αποκλειστικά των αποδήμων από τη Βόρεια Ελλάδα.

Περισσότερες από 30 μεγάλες παροικίες είχαν ιδρύσει οι Ηπειρώτες και οι Μακεδόνες απόδημοι μόνο στην Αυστροουγγαρία. Από τους πρώτους επώνυμους, χρονικά, της μεγάλης αυτής μετανάστευσης εμπόρων που διέπρεψαν στη Μεσευρώπη, φέρεται ο Κοζανίτης Ιωάννης Σακελλάριος, πρόγονος του γνωστού ιατροφιλόσοφου Γ. Σακελλάριου· μετανάστευσε στο Aμστερνταμ γύρω στο 1690, εργάστηκε σκληρά και γύρισε στη γενέτειρά του βαθύπλουτος.

Eχοντας οι απόδημοι αυτοί αυξημένο το εμπορικό δαιμόνιο, δημιούργησαν στις χώρες εγκατάστασής τους τις λεγόμενες «κομπανίες», δηλαδή εμπορικές εταιρείες-αδελφότητες με έμβλημα την τιμιότητα και την αλληλεγγύη μεταξύ τους· οι πρώτες από τις εμπορικές αυτές εταιρείες ιδρύθηκαν στο Μπρασόφ και στο Σιμπιού (1636). Τους Eλληνες μετανάστες τους αποκαλούσαν «οι πλούσιοι Eλληνες», ενώ στις νότιες κυρίως χώρες της Μεσευρώπης τους ονόμαζαν και «Goržg», δηλαδή Γραικούς, ονομασία ταυτισμένη με το «έμπορος». Σύμφωνα με στοιχεία από τα αρχεία της Βιέννης, στα μέσα του 18ου αιώνα, 118 εμπορικές εταιρείες από τις 120 που υπήρχαν συνολικά στην αυστριακή πρωτεύουσα βρίσκονταν αποκλειστικά στα χέρια των εμπόρων από την Hπειρο και τη Μακεδονία.

Οι εν λόγω Eλληνες ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο της Ανατολής και για τη μεταφορά των εμπορευμάτων χρησιμοποιούσαν κυρίως «καραβάνια», κάτοχοι των οποίων ήταν αποκλειστικά Ηπειρώτες και Μακεδόνες. Σήμερα, με τη μεγάλη εξέλιξη των μέσων επικοινωνίας, δεν μπορούμε να συλλάβουμε τη σημασία που είχαν τα καραβάνια για την οικονομική ζωή των χωρών της Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης. Τα καραβάνια ήταν οι φορείς μέσα από τους οποίους διοχετεύονταν στους διάφορους λαούς των χωρών αυτών τα πολύτιμα εμπορεύματα και ο πλούτος της Ανατολής. Αλλά και η πατρίδα μας οφείλει πολλά στα καραβάνια, καθώς, κατά την επιστροφή τους, αυτά μετέφεραν στις απομονωμένες ελληνικές επαρχίες τα υλικά και τα ηθικά αγαθά της Δύσης, βοηθώντας έτσι πολύπλευρα την πρόοδο και την αφύπνιση του υπόδουλου Γένους.

Oίκος Σίνα

(Φωτο αριστερά) Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών ιδρύθηκε το 1846 με χορηγία του Γεωργίου Σίνα (Νύσσα 1783 - Βιέννη1856) στον λόφο των Νυμφών. Eπειτα από υπόδειξη του Κωνσταντίνου Βούρη, καθηγητή των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και του Αυστριακού πρεσβευτή στην Αθήνα Α. φον Πρόκες-Οστεν, και σε σχέδια του Θεόφιλου Χάνσεν, ο Σίνας προικοδότησε την κατασκευή του κτιρίου και τον εξοπλισμό του με επιστημονικά όργανα (φωτ. Γιάννης Κανελλόπουλος). 

Υπολογίζεται ότι κατά τα έτη 1650-1850, που χαρακτηρίστηκαν «χρυσούς αιώνας», μετανάστευσαν γύρω στις 500.000 Eλληνες στη Μεσευρώπη. Οι απόδημοι αυτοί, εκτός από το εμπόριο, ασχολούνταν και με βιομηχανικές εργασίες· παράλληλα ανέπτυξαν δράση στην τραπεζική και χρηματιστηριακή κίνηση, σε σημείο που ο διάσημος οίκος των Σίνα, «το εν Βιέννη χρηματιστήριον της Ανατολής» (όπως ονομάστηκε), να καθορίζει τα οικονομικά του Κράτους των Αψβούργων· ο εν λόγω δε οίκος ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα της Αυστρίας, με πρώτο διευθυντή τον Γεώργιο Σίνα. Επιβάλλεται συνεπώς να ασχοληθούμε πιο διεξοδικά με τον οίκο των μεγάλων ευεργετών Σίνα.

Ο Σίμων Σίνας (1753-1822), με καταγωγή από τη Μοσχόπολη, μετανάστευσε αρχικά στην πόλη Νίσα (σημ. Nis) και τελικά εγκαταστάθηκε στη Βιέννη. Απόκτησε τεράστια περιουσία και ίδρυσε τον ομώνυμο μεγάλο εμπορικό και τραπεζικό οίκο. Ο γιος του Γεώργιος Σίνας (1783-1856) αναδείχτηκε σε μεγάλο ευεργέτη. Υπήρξε ιδρυτής μεγάλων νηματουργείων-υφασματουργείων στη Βιέννη και κατέστη οικονομικά πανίσχυρος. Εργάστηκε για τη βελτίωση των οικονομικών της Αυστροουγγαρίας και ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα, πολλά ταμιευτήρια, το πολυτεχνείο της Βιέννης και έκανε πάρα πολλές δωρεές. Το 1832 εκλέχτηκε πρόεδρος των εμπόρων της Βιέννης. Οργάνωσε τον σιδηρόδρομο, την ατμοπλοΐα στον ποταμό Δούναβη, κατασκεύασε τη μεγάλη κρεμαστή γέφυρα της Βούδας και της Πέστης (μήκους 375 μέτρων) και συνέβαλε οικονομικά στην ανέγερση του μεγάρου της Ακαδημίας των Επιστημών της Πέστης και εισήγαγε την καλλιέργεια του καπνού στην Αυστρία. Για όλα αυτά του απονεμήθηκε από τη Δυαδική Μοναρχία ο τίτλος του βαρόνου. Υποστήριξε υλικά και ηθικά την Εθνική Τράπεζα του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους και ίδρυσε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. Ο Σίμων Σίνας, γιος του Γεωργίου (1810-1876), δημιούργησε μεγάλες βιομηχανίες και έλαβε εξαιρετικές τιμές και τίτλους. Αναδιοργάνωσε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, υπήρξε χορηγός κάθε πνευματικής κίνησης στην Ελλάδα και αποπεράτωσε τον μητροπολιτικό ναό Αθηνών. Εκτός από τους Σίνα, επιφανείς υπήρξαν και οι εμπορικοί οίκοι των Κοζανιτών Γ. Καραγιάννη, Γ. Κοντορούση και Οικονόμου.

Eμφαση στην παιδεία

Οι Ηπειρώτες και οι Μακεδόνες απόδημοι έστελναν σπουδαία εμβάσματα στις γενέτειρές τους και έτσι μπόρεσαν να ιδρυθούν αξιόλογα σχολεία. Από τα πιο παλαιά και αξιόλογα σχολεία ήταν της Κοζάνης, της Σιάτιστας και της Μοσχόπολης. Η ξακουστή Σχολή της Κοζάνης, η οποία ιδρύθηκε το 1668 (γνωστή από το έτος 1746 ως Στοά ή Σχολείο της Κομπανίας) ήταν αποκλειστικά δημιούργημα των αποδήμων στην Ουγγαρία. Σπουδαία ήταν επίσης η ανώτερη σχολή στη Σιάτιστα, που άρχισε να λειτουργεί από τα τέλη του 17ου αιώνα. Δημιούργημα των αποδήμων ήταν και τα συγκροτημένα σχολεία της Καστοριάς που άρχισαν να λειτουργούν από τις αρχές του 18ου αι. Στη Μοσχόπολη, που υπαγόταν μαζί με την Κορυτσά στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, οργανωμένο σχολείο, που ιδρύθηκε με εμβάσματα των Ηπειρωτών αποδήμων, άρχισε να λειτουργεί από τον 17ο αιώνα. Το έτος 1744 η «Νέα Ακαδημία» θεωρούνταν από τα καλύτερα ανώτερα σχολεία του Ελληνισμού, ένα είδος «Πανεπιστημίου» θα λέγαμε σήμερα. Εκτός από τους Σίνα, αρκετά βοήθησε τη Βλάστη και η οικογένεια Δούμπα - στον μουσικό κυρίως τομέα - καθώς και η ξακουστή οικογένεια Μπέλιου, με το κληροδότημα της οποίας σπουδάζουν ακόμη και σήμερα νέοι της περιοχής στο εξωτερικό.

Oι γνωστοί ιστορικοί λόγοι έσβησαν τη φλόγα των ελληνικών εστιών, που δημιούργησαν οι απόδημοι αυτοί· υπάρχουν όμως ιστορικά τεκμήρια (σχολεία, εκκλησίες, αρχεία), αψευδείς μάρτυρες της έντονης άλλοτε παρουσίας και ακτινοβολίας τους στις ξένες χώρες. Τα ιστορικά αυτά στοιχεία έχουμε χρέος να τα μελετήσουμε, για να μπορέσουμε έτσι να τα αξιοποιήσουμε και να υψώσουμε ύστερα μνημείο στον απόδημο Ελληνισμό, γιατί σ' αυτόν κυρίως η υπόδουλη πατρίδα μας όχι μόνο επέζησε, αλλά και αναστήθηκε.

Ζάππειον Μέγαρον

To «Ζάππειον Μέγαρον» θεμελιώθηκε το 1874 και αποπερατώθηκε το 1888 με δαπάνη των εθνικών ευεργετών Ευαγγέλη και Κωνσταντίνου Ζάππα, που οι ανδριάντες τους, έργα των Ι. Κόσσου και Γ. Βρούτου, βρίσκονται δεξιά και αριστερά της κυρίας εισόδου του μεγάρου. Νεοκλασικό κτίριο με κορινθιακούς κίονες, το Zάππειο είναι έργο του Θεόφιλου Χάνσεν, που στηρίχτηκε σε αρχικά σχέδια του Φ. Λ. Mπουλανζέ. Τα δύο εξαδέλφια, Ευαγγέλης και Κωνσταντίνος, απέκτησαν κολοσσιαία περιουσία συνεργαζόμενοι στη Ρουμανία: εργοστάσια, κτήματα-χωριά, μύλοι, καταστημάτα, αλευροποιείο, φούρνοι, καπηλειά, σπίτια. Aνάλογη ήταν η κινητή και ακίνητη περιουσία τους στην Ελλάδα. Ο Ευαγγέλης Ζάππας, από το 1856 ήδη, ενδιαφέρθηκε για την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων, όχι ως αθλητικών, αλλά ως βιομηχανικών και καλλιτεχνικών διαγωνισμάτων, και διέθεσε τα αναγκαία ποσά για να χτιστεί μέγαρο εκθέσεων. Ετσι, ιδρύθηκαν τα Ολύμπια. Με τη διαθήκη του άφησε την περιουσία του στην επιτροπή των Ολυμπίων, με επικαρπωτή και εκτελεστή της τον Κωνσταντίνο Ζάππα. Μετά τον θάνατο του Ευαγγέλη (1865), ο Κωνσταντίνος φρόντισε να οικοδομηθεί το Ζάππειο Μέγαρο στην Αθήνα. Aπό τη δική του μεγάλη περιουσία ίδρυσε το Ζάππειο Παρθεναγωγείο στην Κωνσταντινούπολη, παρθεναγωγεία και εκπαιδευτήρια στη Λέκλη, το Λάμποβο, την Ανδριανούπολη, τις Φέρες, την Πρεμετή, τους Φιλιάτες, τη Δροβιάνη, το Δέλβινο και τη Νιβάνη. Καθίδρυσε υποτροφίες για να εκπαιδεύονται ελληνόπουλα σε γεωργικές σχολές της Ευρώπης. Οι Ζάππα ενίσχυσαν το ελληνικό κράτος με έργα ανάλογα της περιουσίας και της γενναιοδωρίας τους, τα οποία ο κρατικός προϋπολογισμός της εποχής εκείνης δεν μπορούσε να καλύψει.

Χαροκόπειος Οικοκυρική Σχολή

Η Χαροκοπειοσ Οικοκυρική Σχολή στην Καλλιθέα χτίστηκε με δωρεά του Παναγή Χαροκόπου (1835-1911) σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αναστασίου Μεταξά. Θεμελιώθηκε το 1915 και περατώθηκε το 1920. «Ο Π. Χαροκόπος», γράφει ο Στ. Ι. Αρβανιτόπουλος (βλ. αφιέρωμα «Παλιά Καλλιθέα», «Επτά Ημέρες», 13.4.03), «μεγαλέμπορος και εκμισθωτής γαιών στη Ρουμανία, όπου διέμεινε για περισσότερα από σαράντα χρόνια, και βουλευτής του Κόμματος των Φιλελευθέρων (1910-11), μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα επεδίωξε να καλύψει ένα μεγάλο κενό της δημόσιας εκπαίδευσης: την παροχή στις Ελληνίδες επαρκών γνώσεων, ώστε αφενός να ανταποκριθούν επιτυχώς στις ανάγκες του νοικοκυριού, το οποίο θα έπρεπε να προσαρμοστεί στα σύγχρονα πρότυπα της Δυτικής Ευρώπης, και αφετέρου να εξασφαλίσουν μια βιοποριστική διέξοδο σε τομείς σχετικούς με την οικιακή οικονομία». Επιπλέον, με εντολή του χορηγού ο αρχιτέκτονας ταξίδεψε στη Δ. Ευρώπη για ενημέρωση γύρω από ανάλογες εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις (Αρχείο Ν. Φ. Πολίτης).

Αρσάκειο Εκπαιδευτήριο Θηλέων

Tο Αρσακειο Εκπαιδευτήριο Θηλέων ιδρύθηκε (1846-1852) με χορηγία του Aπόστολου Aρσάκη, πάνω σε σχέδιο του αρχιτέκτονα Λύσανδρου Kαυταντζόγλου. Aργότερα, το κτίριο προς την οδό Σταδίου από τον αρχιτέκτονα N. Δημάδη και με χρηματική ενίσχυση του Σίμωνος Σίνα και της Eλένης Tοσίτσα. Οταν τα εκπαιδευτήρια μεταφέρθηκαν, στο κτίριο στεγάστηκαν δικαστήρια. Ο εθνικός ευεργέτης Απ. Αρσάκης (1792-1874) γεννήθηκε στη Χοταχόβα Κορυτσάς, σπούδασε ιατρική στη Χάλκη και στο Χάλλε της Σαξωνίας. Στη Ρουμανία, όπου έζησε πολλά χρόνια, μέχρι τον θάνατό του, παράλληλα με το ιατρικό επάγγελμα, ασχολήθηκε με την πολιτική. Δώρισε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, για την ίδρυση και συντήρηση σχολείου στην Αθήνα, αλλά και για την ίδρυση σχολείων και εκκλησιών στην ιδιαίτερη πατρίδα του.

Βιβλιογραφία:
1) Σταύρος Ηλιαδέλης, «Μακεδόνες απόδημοι στη Μεσευρώπη» (1850-1950), Θεσσαλονίκη 2005.
2) Ιωάννης Α. Παπαδριανός, «Ομιλίες», Αθήνα 1992.
3) Dusan J. Popovic, «O Cincarima. Prilozi pitanju postanka naseg grad-janskog drustva» (Για τους Κουτσόβλαχους. Συμβολές στο πρόβλημα της γένεσης της αστικής μας τάξης), έκδ. β΄, Beograd 1937.
Πηγή: Εδώ


Σχετικές αναρτήσεις:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.