Πηγή φωτο: yaunatakabara.blogspot.gr |
Και ενώ όλα αυτά συνέβαιναν στο επίπεδο των Κομιτάτων και των Επιτροπών, ο ελληνισμός της Πελαγονίας αντιστεκόταν πεισματικά στις οργανωμένες επιθέσεις των ρουμανικών και βουλγαρικών σωμάτων. Ψυχή αυτής της αντίστασης ήταν το αδιαπέραστο ελληνικό φρόνημα των συμπαγών ελληνοβλαχικών πληθυσμών του Μοναστηρίου και των ελληνοβλαχικών κοινοτήτων της ευρύτερης περιοχής (του Μεγαρόβου, του Τιρνόβου, της Νιζόπολης, της Ρέσνας, του Κρουσόβου, της Μηλόβιστας κ.α.). Οι Ελληνόβλαχοι της Βορειοδυτικής Μακεδονίας στάθηκαν υπεράνω των αδυναμιών της ελληνικής κεντρικής εξουσίας, αγωνίστηκαν δυναμικά σε κάθε αλλόφυλη, αλλοεθνή, αλλόγλωσση και αλλόθρησκη προσηλυτιστική διείσδυση, πολέμησαν λυσσαλέα, ιδίως τη ρουμανική κίνηση[174], και διατήρησαν άσβεστη την ελληνική συνείδηση στο βορειότερο εθνολογικό όριο της Ελλάδας.
Αυτή την ελληνική συνείδηση των βλαχόφωνων πληθυσμών του ευρύτερου μακεδονικού χώρου την έχουμε αποτυπωμένη στις περίφημες ''διαμαρτυρίες των Κουτσοβλάχων'', με τις οποίες οι Ελληνόβλαχοι διαμαρτύρονταν για τις ενέργειες της ρουμανικής προπαγάνδας και για τη βίαια απογραφή αυτών ως Βλάχων. Αυτές οι αναφορές-διαμαρτυρίες σώζονται στα αρχεία του Πατριαρχείου, της μητρόπολης Θεσσαλονίκης κ.α. και δημοσιεύονται στην ''Εκκλησιαστική Αλήθεια'' των ετών 1904-1907[175] και εμφορούνται από το βαθύ εθνικό και θρησκευτικό αίσθημα των Ελληνόβλαχων, την ομολογία της εθνικής τους συνείδησης και της υπερηφάνειας τους που ανήκουν στο ελληνικό έθνος και στους κόλπους του Πατριαρχείου και την πηγαία και έντονη αγανάκτηση τους για την προπαγανδιστική διείσδυση της ρουμανικής προπαγάνδας.
Σε μια χαρακτηριστική διαμαρτυρία της 5ης Ιουνίου του 1907, που υπογράφεται από 1425 οικογενειάρχες Ελληνόβλαχους του Μοναστηρίου διαβάζουμε (σε ένα απόσπασμα της): ''Ημείς οι Κουτσόβλαχοι, πληρεστάτην έχοντες συνείδησιν της εθνικής ημών καταγωγής, ουδένα δέ συγγενικόν ή άλλον δεσμόν αναγνωρίζοντες μετά των Ρωμούνων κατοίκων της παριστρίου χώρας, στεντορεία, και αύθις, τη φωνή διακηρύττομεν και διά μυριοστήν φοράν επαναλαμβάνομεν ότι είμεθα γνήσιοι Έλληνες... Ουδείς πλούτος, ουδεμία δύναμις θ' αποσπάση ποτέ ημάς, ούτε από των αγκαλών της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, ήτις προ αμνημονεύτων χρόνων εγαλούχησε και εξέθρεψε ημάς πνευματικώς, ούτε από του ενδόξου ελληνικού Γένους.''[176] Οι Ελληνόβλαχοι του Μεγάροβου κλείνουν την ένθερμη διαμαρτυρία τους (12 Ιουλίου 1907) με μια συγκινητική και ''ενδόμηχο φωνή'' που ''βοά από τα βάθη της καρδίας'' τους: ''Εις τας φλέβας μας ρέει ακόμη αμόλυντον το προγονικόν αίμα. Εις τα δάση του Ολύμπου και της Πίνδου, του Βερμίου και του Περιστερίου, περιίπτανται αι ιεραί των πατέρων μας σκιαί περιφρορούσαι ημάς. Ημείς οι Κουτόβλαχοι ήμεθα, εσμέν και θα είμεθα Έλληνες. Τούτο το ορκιζόμεθα και το διακηρύττομεν, Παναγιώτατε, ενώπιον Θεού και ανθρώπων.''[177] Οι Ελληνόβλαχοι του Τίρνοβου στη δική τους διαμαρτυρία (10 Ιουνίου 1907) τονίζουν με αποφασιστικότητα ''ότι Έλληνες είμεθα και οφείλομεν να παραδώσωμεν τας ιεράς μας παρακαταθήκας, πίστιν και εθνικότητα, ακηράτους εις τας επιγιγνομένας γενεάς''[178], ενώ στη διαμαρτυρία τους οι Νιζοπολίτες (14 Ιουνίου 1907) διακηρύσσουν ότι ''ουδέποτε δε θα μας αλλοιώσωσι το φρόνημα και την πίστιν και εάν όλους τους ισχυρούς της γης διαθέσωσιν εναντίον μας, διότι το αίμα και η συνείδησις είναι αποκεκρυσταλλωμένα γνησίως ελληνικά'' και χαρακτηρίζονται οι ρουμανίζοντες ''ως βδελυραί μυιαί, συκοφαντούντες και ραδιουργούντες τους πάντας''.[179]
Η σθεναρή στάση των Ελληνόβλαχων της Πελαγονίας απέναντι της ρουμανικής προπαγάνδας εξασθένησε τα προπαγανδιστικά προγράμματα του Απόστολου Μαργαρίτη με τη στασιμότητα τους και την καθημερινή μεταστροφή των ρουμανιζόντων στον ελληνοβλαχισμό. Πάμπολλες ήταν οι μεταμέλειες των παρασυρμένων ρουμανιζόντων, οι οποίοι με αιτήσεις δήλωναν την επιθυμία για επαναφορά και επανένταξη στους κόλπους ''της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας'' και αποκήρυχναν ''την επάρατον ρωμουνική προπαγάνδα''. Τέτοιες περιπτώσεις μεταμειλών είχαμε στο Κρούσοβο[180], όπου καθημερινά οι ρουμανίζουσες οικογένειες ελαττώνονταν στον ''ασήμαντο αριθμό των 100 οικογενειών, απέναντι του συμπαγούς και ογκωδεστάτου αριθμού... των 1193 οικογενειών των ημετέρων (των Ελληνοβλάχων), των εδραίως και ασαλεύτως εμμενόντων και αποκρουόντων επιβουλήν πάσαν των εναντίων...''.[181] Οι μεταμέλειες επίσης των ρουμανιζόντων της Μηλόβιστας[182] συντελούσαν στο να μειώνονται οι ρουμανίζουσες οικογένειες ''των εν δακτύλοις αριθμουμένων'' απέναντι του ογκώδους αριθμού των ημετέρων, συμποσουμένων εις 230 οικογενείας, ως εκ των κάτωθι υπογραφών δήλον καθίσταται'', που μ' αυτές δήλωναν πανηγυρικά (στις 9 Μαρτίου του 1907 προς το Πατριαρχείο): ''ότι ουδαμώς στέργομεν ν' αντικαταστήσωμεν τον ιερόν και ανεκτίμητον αδάμαντα και μαργαρίτην, την εκκλησιαστικήν ημών γλώσσαν, διά του γλωσσικού εκτρώματος της σλαβορρωμανικής, της εν ταις παριστρίοις χώραις λαλουμένης, ης ουδεμίαν λέξιν εννοούμεν ημείς οι το ελληνορθόδοξον πλειοψηφούν και δεσπόζων στοιχείον εν τη κραταιά Οθωμ. Αυτοκρατορία αποτελούντες, απέναντι των εν δακτύλοις αριθμουμένων μισθάρνων ανδραπόδων, σκευωρούντων δια παντός μέσου ανοσίου τε και ανοικείου την πραγματοποίησιν ιδίων καταχθονίων βλέψεων και σκοπών''.[183]
Οι ρουμανίζοντες στα επόμενα χρόνια, αντιδρώντας στη σύσσωμη αντίσταση του ελληνοβλαχικού στοιχείου της ευρύτερης περιοχής του Μοναστηρίου, προκαλούσαν βίαιες ταραχές και με τη γνωστή ανοχή και υπόθαλψη των τουρκικών αρχών[184] τρομοκρατούσαν τους Ελληνόβλαχους και τους συκοφαντούσαν στους Τούρκους διοικητές. Οι Ελληνόβλαχοι αντιστέκονταν έντονα και αντιμετώπιζαν έτσι τις ύπουλες και αναίτιες προκλήσεις. Συχνά όμως οι ρουμανίζοντες κατάφευγαν και σε βάναυσες πράξεις και βασάνιζαν και θανάτωναν τους αντιστεκόμενους Ελληνόβλαχους. Τέτοια επεισόδια είχαμε στα χρόνια αυτά και στη Μηλόβιστα, όπου οι ρουμανίζοντες με την υποστήριξη του γνωστού τρομοκράτη Ιντρίς Σιαμπάν χτύπησαν άγρια στο ελληνικό σχολείο τους Ελληνόβλαχους Κ. Ζήκα και τον επιστάτη, ενώ δολοφόνησαν τον Ελληνόβλαχο πρόκριτο Σπυρίδωνα Τσάπο.[185] Παρόμοια γεγονότα προκάλεσαν οι ρουμανίζοντες στο Μοναστήρι, στα Βελεσά και στο Κρούσοβο, όπου δολοφόνησαν τον Ελληνόβλαχο πρόκριτο Στέφανο Ζήση[186]. Ακόμα ο περιβόητος Βούλγαρος λήσταρχος Τσόλε περιτριγύριζε μαζί με τους ρουμανίζοντες τις ελληνοβλαχικές κοινότητες της Πελαγονίας, όπου δημιουργούσε φοβερές καταστάσεις με τους εκφοβισμούς, τις λεηλασίες και τους πυρπολισμούς και απειλούσε μάλιστα και με επιστολές τους Ελληνοβλάχους πως ''αν δεν εννοήσετε ότι είσθε Βλάχοι και όχι Έλληνες, θα καταποντισθήτε εντός ολίγου''.[187] Στην περιοχή του Μοναστηρίου εξάλλου οι βουλγαρικές συμμορίες καταδίωξαν 15 βλαχοποιμένες ''μετά φορτίων τυρού και βουτύρου'', ενώ στο Νοβάκιο (ανατολικά του Μοναστηρίου) ''έσφαξαν ως πρόβατα'' τους Ελληνόβλαχους Κώστα Κοβάτα, Γιάννη Δοβολάνο και Κώστα Φαρσαλιώτη (κατοίκους Νιζόπολης).[188] Ακόμα, στην ίδια περιοχή, εμφανίζονταν συχνά τα συνεργαζόμενα βουλγαρικά και ρουμανίζοντα ληστανταρτικά σώματα. Έτσι συνηθισμένο φαινόμενο ήταν ο πυρπολισμός ελληνοβλαχικών οικισμών που έμεναν άδειοι κατά τη διάρκεια του χειμώνα, όπως έγινε στο Ιστόκ, χωριό δίπλα στη Ρέσνα, όπου στα τέλη Νοεμβρίου του 1907 οι βουλγαρο-ρουμανίζοντες κατάκαψαν όλα τα σπίτια και τις καλύβες 150 ελληνοβλαχικών οικογενειών, οι οποίες περνούσαν το χειμώνα στο θεσσαλικό κάμπο[189], περιμένοντας την Άνοιξη για να επανέλθουν με τα πρόβατα τους.
Πηγή: Αντώνιος Κολτσίδας, Ιδεολογική συγκρότηση και εκπαιδευτική οργάνωση των Ελληνοβλάχων στο βαλκανικό χώρο (1850-1913), Διατριβή Α.Π.Θ. 1994. Για τεκμηρίωση βλ. σελ. 236-241: thesis.ekt.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.