Η οικογένεια του Αναστάσιου Πηχεών [ή Πηχιών] καταγόταν από την περιοχή της Μοσχόπολης, η οποία, όπως είναι γνωστό εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της εξαιτίας της τρομοκρατίας των τουρκαλβανικών στιφών που λυμαίνονταν τα περίχωρα. Μετά τη λεηλάτηση της Μοσχόπολης και την τραγική έξοδο των κατοίκων της στις 2 Σεπτεμβρίου του 1769, οι κάτοικοι της αναγκάστηκαν να σκορπισθούν σε διάφορα αστικά κέντρα της Αυστροουγγαρίας και του βόρειου μακεδονικού χώρου. Έτσι και η οικογένεια Πηχεών εγκαταστάθηκε στην Αχρίδα στα τέλη του 18ου αιώνα.
Ο παππούς του Αναστάσιου, από τον πατέρα του, ονομαζόταν Δαμιανός και καταγόταν από την Υπισχία [Σίπισχα], η οποία είχε παρόμοια τύχη μ' εκείνη της Μοσχόπολης. Ο Δαμιανός Πηχεών ήταν αρχιμάστορας και φημολογούνταν ότι η μονή της Ρίλας, στα νοτιοδυτικά σύνορα της Βουλγαρίας, ήταν έξοχο δείγμα της αρχιτεκτονικής του. Είχε δυο γιούς, τον Πορφύριο (Ηλία), δηλαδή τον πατέρα του Αναστάσιου, και τον Θεόδωρο, που είχε αποδημήσει στο Ρουχτσούκ, και μια κόρη, την Μαρία, η οποία είχε παντρευτεί μ' έναν Έλληνα από την Ρέσνα και αργότερα έφυγε με τον άντρα της στην Βάρνα.
Ο παππούς του Αναστάσιου Πηχεών, από την μητέρα του, λεγόταν Δημ. Σγάλης, πρόσφυγας επίσης από την Μοσχόπολη. Είχε δυο γιούς, τον Κωνσταντίνο Σγάλη και τον Σωτήριο Σγάλη, που είχε λάβει ενεργό μέρος στην επανάσταση του 1821, ο οποίος, εφόσον είχε υπηρετήσει υπό τον Φαβιέρο, πρέπει να ήταν στρατιώτης του τακτικού σώματος. Ο Δημ. Σγάλης είχε επίσης και δυο κόρες, την Άννα, την μητέρα του Αναστάσιου που έζησε στην Καστοριά, και την Αναστασία που πέθανε στην Αχρίδα.
Ο Δαμιανός Πηχεών εγκαταστάθηκε στην κωμόπολη Λάγγα, στην δυτική όχθη της λίμνης της Αχρίδας, και ύστερα από χρόνια ήλθε στην Αχρίδα, όπου ο γιός του Ηλίας ασκούσε το επάγγελμα του ράφτη και είχε ιδιόκτητο σπίτι στην συνοικία του Άνω Βλαχομαχαλά.