1. Μετά το 1600 μεγαλώνει το ρεύμα των μεταναστών της Μακεδονίας προς την Σερβία, τη Ρουμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία.
Από τη Δυτική Μακεδονία ξεκινούσαν πολλά καραβάνια, τα οποία περνούσαν από το Βελιγράδι και το Ζέμουν και έφταναν στο αυστριακό έδαφος.
Από τη Θεσσαλονίκη ξεκινούσαν τρεις δρόμοι, μέσω της Βοσνίας, μέσω των Σερρών, του Μελένικου, της Σόφιας, του Βιδινίου προς την Αυστρία και τη Βιέννη και μέσω της κοιλάδας του Στρυμόνα προς τη Νίσσα και Βελιγράδι.
Τα καραβάνια σε ολόκληρη τη Βαλκανική ήταν στα χέρια των Ελλήνων, ιδίως των Μετσοβιτών και των Ζαγοριτών της Ηπείρου, καθώς και των Κοζανιτών και Σιατιστινών της Μακεδονίας.
Πολλοί από τους Μακεδόνες αποδήμους ήταν βλαχόφωνοι (Κουτσόβλαχοι) και ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο. Αρκετοί απ ’ αυτούς ήταν ονομαστοί κτίστες και έφταναν στην Σερβία, στο Σρέμ, στην Σλοβενία και ως αυτήν την Αυστρία.
Μετά το 1760 διογκώθηκε εντυπωσιακά το ρεύμα των Ελλήνων αποδήμων της Μακεδονίας προς τις γιουγκοσλαβικές χώρες.
Οι απόδημοι αυτοί γίνονται φορείς του ελληνικού πολιτισμού και του ελληνικού τρόπου ζωής.
Η ελληνική γλώσσα διαδόθηκε ευρύτατα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της Σερβίας. Ανάμεσα στους Έλληνες Μακεδόνες που διακρίθηκαν για την πολιτιστική τους δραστηριότητα, ήταν και ο Δημήτριος Δημητρίου, ο οποίος συμμετείχε ενεργά στην πνευματική και λογοτεχνική κίνηση της κροατικής νεολαίας στο Zagreb και στο Gratz και συνδέθηκε στενά με τον πρωτεργάτη της ιλλυριστικής κίνησης Λουδοβίκο Γκάι.
Σημαντική υπήρξε η παρουσία των Ελλήνων μοναχών του Αγ. Όρους στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, οι οποίοι ίδρυσαν εκεί μονές και συνέβαλαν στην ενίσχυση της ελληνικής παιδείας. Μακεδόνες απόδημοι μνημονεύονται στην Τρανσυλβανία κατά τα μέσα του 16ου αιώνα.
Ο ελληνισμός του Sibiu οργανώνεται σε κομπανίες (συντεχνίες). Συγκροτημένες ελληνικές κοινότητες δημιουργούνται και στην Ουγγαρία με πολυάριθμα ελληνικά σχολεία.